Προφορική εισήγηση της πρωτοβουλίας συντρόφων/ισσών στη συζήτηση της 3 Ιούλη

Αυτό το κείμενο αποτελεί την προφορική εισήγηση της Πρωτοβουλίας συντρόφων/ ισσων στη συζήτηση της 3 Ιούλη και όχι τις τελικές συμφωνίες της συνέλευσης.

Η σημερινή κουβέντα είναι η προσπάθεια διεύρυνσης ενός σχήματος που εδώ και κάποιο διάστημα εργάζεται πάνω στην ίδρυση ενός ταμείου αλληλεγγύης. Όσοι πήραν την πρωτοβουλία έχουν βρεθεί σε άλλες δραστηριότητες στο παρελθόν, που αφορούσαν και ζητήματα αλληλεγγύης, και κουβαλώντας ο καθένας τις δικές του αναφορές και προτάσεις αγώνα έχουν εντοπίσει την πολιτική τους συγγένεια. Ο καθένας ξεχωριτά και πολλές φορές από κοινού έχει οργανώσει κινήσεις αλληλεγγύης, έχει προωθήσει υποθέσεις πολιτικών κρατουμένων, έχει παρασταθεί στα δικαστήρια ή έχει στηρίξει οικονομικά.

Με τα σημερινά δεδομένα κρίναμε ότι τα υγιή πολιτικά αντανακλαστικά και οι -παρά τις διαφωνίες μας- ισχυροί δεσμοί που μας χαρακτηρίζουν σαν χώρο, ώστε να προστρέξουμε οποιονδήποτε νιώθουμε δικό μας, σύντροφό μας, όταν το έχει ανάγκη, δεν είναι πλέον αρκετά. Δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της εποχής που διανύουμε. Η επίθεση εναντίον μας σαν κομμάτι μιας συνολικότερης επίθεσης ενάντια στην κοινωνία, αλλά και σαν αποτέλεσμα των δικών μας αποφασιστικών χτυπημάτων, εκτός από σφοδρότερη είναι και πιο οργανωμένη από ποτέ. Οργανωνόμαστε και εμείς από την πλευρά μας. Με αυτή την έννοια η ύπαρξη ενός ταμείου αλληλεγγύης, όπως κάθε τι που κάνουμε, έχει ουσιαστικές πολιτικές προεκτάσεις που αφορούν τον α/α χώρο τόσο στο εσωτερικό του, όσο και στους όρους με τους οποίους υπάρχει και παρεμβαίνει κοινωνικά. Παρ’ όλα αυτά εμείς δεν επιδιώκουμε με αυτή τη συνάντηση τίποτα περισσότερο ή τίποτα λιγότερο από τη ίδρυση απλώς ενός ΤΑΜΕΙΟΥ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ.

Η οργάνωση συνολικά της δικής μας άμυνας και αντεπίθεσης είναι κάτι που απασχολεί ούτως ή άλλως τον κάθε ένα. Το ταμείο αλληλεγγύης είναι η οργάνωση των επιμέρους πρωτοβουλιών οικονομικής ενίσχυσης κρατουμένων. Είναι ένα κομμάτι της πολιτικής δραστηριότητας των αναρχικών και ΔΕΝ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ να υποκαταστήσει κάποια άλλη διαδικασία ή να αναπληρώσει ελλείψεις και κενά. ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ όμως -και με κάθε σοβαρότητα- να στηρίξει οικονομικά τους αιχμαλώτους πολέμου.

Για να το πετύχουμε αυτό δεν θεωρήσαμε απαραίτητη προυπόθεση την πολιτική ταύτιση ενός χώρου που έτσι και αλλιώς χαρακτηρίζεται από πολυφωνία και πολυμορφία. Από εκεί και πέρα οι συνελεύσεις του ταμείου θα υπάρχουν ακριβώς για να συζητιούνται οι απόψεις και ενδεχομένως οι διαφωνίες των ατόμων που τους ενδιαφέρει το εγχείρημα και έχουν σκοπό να το στηρίξουν.

Η οικονομική ενίσχυση αφορά πρακτικά την εξασφάλιση των όρων μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης όσων βρίσκονται στη φυλακή, την καταβολή εγγυήσεων, τις αιτήσεις αποφυλάκισης, δικαστικά παράβολα και άλλα έξοδα που εξαρτώνται αφενός από την διευρυμένη συνεισφορά ομάδων, ατόμων, παρεών ή συλλογικοτήτων και αφετέρου από τη συνέπεια αυτών σε ένα βάθος χρόνου. Γι’ αυτό επιμένουμε ότι το minimum των συμφωνιών και ο διαχειριστικός χαρακτήρας δεν σημαίνει ευκαιριακή ή πρόχειρη εμπλοκή των ατόμων με το σχήμα. Αντίθετα η γέννηση και η μακροβιότητα του ταμείου απαιτούν από τον καθένα τα ελάχιστα, αλλά με διάρκεια και συνέπεια.

Αποδέκτης των χρημάτων που θα συγκεντρώνονται, του κόπου, του χρόνου και του ενδιαφέροντος που κάθε ένας από εμάς θα έχει προσφέρει, θα είναι οι σύντροφοι οι οποίοι συνελήφθησαν ή διώκονται για τη συμμετοχή τους σε αγώνες, για την ανατρεπτική τους δραστηριότητα και οι οποίοι υπερασπίζονται τον εαυτό τους με τέτοιο τρόπο που να επιβεβαιώνει τη θέση τους σαν κομμάτι ενός κινήματος που μάχεται ενάντια στην βαρβαρότητα και την αλλοτρίωση με διάφορους τρόπους, από διαφορετικές αφετηρίες και με κάθε μέσο.
Αφορά επίσης τους αμετανόητους για την υπόθεση της 17Ν που βρίσκονται από το 2002 στις ειδικές πτέρυγες των φυλακών Κορυδαλλού.
Ακόμα ανθρώπους που αφαιρετικά θα μπορούσαν να συγκαταλεχθούν στους ποινικούς κρατούμενους, υπό συγκεκριμένες προυποθέσεις. Χωρίς να είμαστε οι διαχειριστές της ποινικής νομοθεσίας αναφερόμαστε προφανώς σε άτομα των οποίων τα αδικήματα δεν αντιβαίνουν στον δικό μας αξιακό κώδικα και ταυτόχρονα η στάση τους μέσα στη συνθήκη της αιχμαλωσίας χαρακτηρίζεται από αξιοπρέπεια αλλά και διάθεση αγώνα. Έτσι και αλλιώς η φυλακή δεν αποτελεί παρά ένα μικρόκοσμο της κοινωνίας. Δεν μας ενδιαφέρει να εξιδανικεύουμε καταστάσεις, όμως πάντα θα αναζητάμε να συνδεθούμε με εκείνα τα κομμάτια που επιζητούν και αυτά την εξέγερση, που διακατέχονται από την επιθυμία να γκρεμίσουν κάθε μικρή και μεγάλη φυλακή. Οδηγός μας σε αυτή τη διαδικασία ήταν, είναι και θα είναι οι φυλακισμένοι σύντροφοί μας των οποίων τη γνώμη και τη γνώση θα εμπιστευτούμε. Η αλληλεγγύη άλλωστε, δεν είναι μια υποχρέωση, αλλά μια αμφίδρομη σχέση. Οι δικοί μας αγώνες έχουν εμπνεύσει ξεσηκωμούς στα κολαστήρια της χώρας, σύντροφοί μας έχουν επηρρεάσει άλλους κρατούμενους και οι δικές τους εξεγέρσεις με τη σειρά τους έχουν κινητοποιήσει τους αγωνιζόμενους εκτός των τοιχών.
Η σημερινή συνάντηση οφείλεται σε πρωτοβουλία του φυλακισμένου συντρόφου μας Γιάννη Δημητράκη.

Πρακτικά προτείνουμε τα 10 ευρώ σαν ατομική μηνιαία συνεισφορά, ώστε να μπορέσει το ταμείο να εκπληρώσει τους στόχους του, καθώς και συγκεκριμένες αναλήψεις ευθύνης  για την συγκέντρωση και τη μεταφορά των χρημάτων, από τις διάφορες πόλεις στην Αθήνα και από τις διάφορες ομάδες στην διαχειριστική συνέλευση. Τα ποσά θα διανέμονται με σειρά προτεραιότητας ανάλογα με το ποιος έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη.

Η αρχική πρόταση όπως έχει κατατεθεί στο κείμενο με το οποίο έγιναν οι απευθύνσεις-ενημερώσεις, ήταν η διαχειριστική συνέλευση να γίνεται κάθε πρώτη του μήνα στην Αθήνα. Οι σύντροφοι από τις άλλες πόλεις που ανταποκρίθηκαν θετικά στην ιδέα της λειτουργίας του ταμείου δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν αυτούς τους ρυθμούς και έτσι μετά από συζήτηση προτείνουμε σαν λύση την δημιουργία επιμέρους διαχειριστικών συνελεύσεων σε διάφορες πόλεις και μια κεντρική διαχειριστική κάθε τρείς ή τέσσερις μήνες.

Η ύπαρξη διαχειριστικών συνελεύσεων από αυτήν την εκδήλωση και μετά σημαίνει ότι η λειτουργία του ταμείου δεν συνιστά πλέον υπόθεση της αρχικής πρωτοβουλίας, αλλά κάθε ενός προσωπικά που ανταποκρίνεται με την παρουσία του ή με την συνεισφορά του στις ανάγκες που οδήγησαν εδώ. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε φορά θα βρισκόμαστε απαραίτητα όλοι. Όμως πέρα από την εμπιστοσύνη στα πρόσωπα που θα αναλάβουν την επικοινωνία ή την μεταφορά των χρημάτων είναι εξίσου σημαντικό να νιώθουμε όλοι κομμάτι αυτής της διαδικασίας και αυτή τη διαδικασία κομμάτι των δικών μας υπόλοιπων δραστηριοτήτων. Η παρακολούθηση του όλου εγχειρήματος δημιουργεί σχέσεις αμεσότητας και εγγύτητας με αυτό, αντί για μια συνθήκη όπου κάποιοι επωμίζονται το ρόλο του σκληρού πυρήνα που κινεί ουσιαστικά την υπόθεση του ταμείου, και οι υπόλοιποι ξεμπερδεύουν με 10 ευρώ και κρίνουν σκόπιμη την παρουσία τους μόνο όταν προκύψει κάποιο σημαντικό ζήτημα.

Ό,τι έχει ως τώρα ειπωθεί -τόσο στο δομικό κομμάτι, όσο και στο πολιτικό- είναι υπό συζήτηση και διαμόρφωση.

Τα ποσά που θα συγκεντρώνονται θα ανακοινώνονται μόνο στις προσυμφωνημένες συνελεύσεις.

Κείμενο της πρωτοβουλίας συντρόφων/ισσών για την οργάνωση του ταμείου αλληλεγγύης

Η πραγματικότητα εκβιαστική. 18 αναρχικοί αγωνιστές στα χέρια του κράτους. Οι ποινές για πολλούς από αυτούς εξοντωτικές, ενώ οι κατηγορίες για αρκετούς από όσους δεν έχουν δικαστεί ενδέχεται να μεταφραστούν σε πολλά χρόνια εγκλεισμού. Ο Γιάννης Δημητράκης κατηγορούμενος για τη ληστεία της Εθνικής Τράπεζας στη Σόλωνος έχει καταδικαστεί πρωτόδικα σε 35 χρόνια φυλάκισης, οι Πολύκαρπος Γεωργιάδης και Βαγγέλης Χρυσοχοϊδης αντιμετωπίζοντας κατηγορίες για την απαγωγή του τότε προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδας σε 23 χρόνια. Έγκλειστοι βρίσκονται ο Ηλίας Νικολάου καταδικασμένος για εμπρηστική επίθεση κατά κτιρίου της δημοτικής αστυνομίας στη Θεσ/νίκη και ο Γιώργος Βούτσης-Βογιατζής για τη ληστεία της Εθνικής Τράπεζας στο Γκύζη.

Σε καθεστώς προφυλάκισης βρίσκονται οι υπόλοιποι σύντροφοι. Οι Κωνσταντίνα Καρακατσάνη, Παναγιώτης Μασούρας και Χάρης Χατζημιχελάκης κατηγορούμενοι για συμμετοχή στην οργάνωση Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, οι Alfredo Bonanno και Χρήστος Στρατηγόπουλος υπόδικοι για ληστείες τράπεζας, ο Άρης Σειρηνίδης για τον πυροβολισμό στην κλούβα των ΜΑΤ στη Χαριλάου Τρικούπη του καλοκαίρι του ’09. Προφυλακισμένοι βρίσκονται ακόμη οι σύντροφοι Βαγγέλης Σταθόπουλος, Χριστόφορος Κορτέσης και Σαράντος Νικητόπουλος κατηγορούμενοι για συμμετοχή στην οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας, καθώς και οι Πόλα Ρούπα, Νίκος Μαζιώτης και Κώστας Γουρνάς, οι οποίοι έχουν αναλάβει την πολιτική ευθύνη για την ίδια υπόθεση. Τέλος η σύλληψη του συντρόφου Σίμου Σεϊσίδη, ο οποίος νοσηλεύεται βαριά τραυματισμένος ύστερα από πυροβολισμούς που δέχτηκε από μπάτσο.

Σε καθεστώς ιδιότυπης ομηρίας βρίσκεται μεγάλος αριθμός αγωνιστών, καθώς εις βάρος τους εκκρεμούν εντάλματα σύλληψης. Κάποια από αυτά αφορούν κατηγορίες για συμμετοχή στη Συνωμοσία Πυρήνων της Φωτιάς, ενώ οι Γρηγόρης Τσιρώνης και Μάριος Σεϊσίδης έχουν επικηρυχθεί κατηγορούμενοι για υποθέσεις ληστειών ή “τρομοκρατίας”. Τραγικός επίλογος σε αυτή τη λίστα η δολοφονία του αναρχικού αγωνιστή Λάμπρου Φούντα από σφαίρες μπάτσου ύστερα από συμπλοκή στη Δάφνη.

Δεν πρόκειται για μια συγκινησιακή απαρίθμηση των απωλειών από την πλευρά των αναρχικών και των αντιεξουσιαστών τα τελευταία πέντε περίπου χρόνια. Γνωρίζουμε εξάλλου ότι η όξυνση της καταστολής τόσο απέναντι στους αναρχικούς και τους αγωνιζόμενους ανθρώπους όσο και απέναντι στους καταπιεσμένους συνολικότερα και τις άγριες δυναμικές που όλο και πιο έντονα φαίνεται να αναπτύσσουν, είναι αποτέλεσμα ενός πολέμου που απαριθμεί την ύπαρξη δύο στρατοπέδων. Ο Δεκέμβρης, οι πέτρες, οι μολότωφ, οι καταλήψεις, οι απαλλοτριωμένες τράπεζες, τα ανατιναγμένα κτίρια, οι ένοπλες επιθέσεις, οι απεργίες, οι πορείες που πολιορκούν τη Βουλή, ο πρόεδρος της ΓΣΕΕ που προπηλακίζεται σε εργατικές κινητοποιήσεις, οι πολιτικοί που γιουχάρονται άγρια στις δημόσιες εμφανίσεις τους, δεν είναι τυχαία γεγονότα, απομονωμένα μεταξύ τους που απλά συνέβησαν. Ούτε είναι τυχαία η καθημερινότητα του αγώνα, των συντροφικών σχέσεων, των συλλογικών διαδικασιών, των αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων, που σφυρηλατείται και απλώνεται έξω και κόντρα στις προσταγές της κυρίαρχης καθημερινότητας. Είναι η ολοένα και εντονότερη αίσθηση της συλλογικής δύναμης που οφείλει να αναμετρηθεί.

Από τη δυσαρέσκεια στην αναταραχή, από τις διαδηλώσεις στις συγκρούσεις, από τις επιθέσεις στην εξέγερση, το κράτος πρέπει να κερδίσει χώρο, να δείξει τα δόντια του. Να επιβάλει τη φτώχεια, τη “σοσιαλιστική” διανομή του πλούτου από κάτω προς τα πάνω. Αδιαμαρτύρητα. Με τους δημοσιογράφους σε ρόλο κυβερνητικού εκπροσώπου, τους δικαστές και τους ανακριτές απελευθερωμένους από κάθε νομικό περιορισμό, τις φυλακές σε κατάσταση υψίστης ασφαλείας, τους μπάτσους περισσότερους από ποτέ και με το όπλο στο χέρι.

Αντιλαμβανόμαστε τη φυλάκιση των αναρχικών αγωνιστών ως κομμάτι του στρατοπέδου εκείνου που διαμορφώνεται δυναμικά μέσα από τις αντιφάσεις του, οργανώνεται προσπαθώντας να τις συνθέσει και να τις υπερβεί, επιτίθεται στον κόσμο της εξουσίας, απολογίζεται τις ήττες του και σχεδιάζει τις νίκες που θα έρθουν.

Η αλληλεγγύη, η αίσθηση δηλαδή της πολιτικής εγγύτητας και η σχέση που αυτή διαμορφώνει, είναι δεδομένη. Εκφράζεται εδώ και δεκαετίες από τους αναρχικούς και τους αντιεξουσιαστές στους ομήρους του κοινωνικού-ταξικού πολέμου που ανά τα χρόνια έχουν γεμίσει τις ελληνικές φυλακές. Η ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης χρονικής περιόδου έγκειται στο αυτονόητο. Το μεγάλο αριθμό των κρατουμένων, τα πολλά χρόνια φυλάκισης που έχουν ήδη επιβληθεί ή που ενδέχεται με σοβαρές πιθανότητες να επιβληθούν για υποθέσεις που δεν έχουν ακόμα εκδικαστεί.

Η οργάνωση μιας υλικής υποδομής, η οποία θα αναλάβει σε βάθος χρόνου να καλύπτει τις βιοποριστικές ανάγκες των κρατουμένων καθώς και τα δικαστικά έξοδα που διαρκώς θα προκύπτουν (δικαστικά παράβολα, αιτήσεις αποφυλάκισης, εγγυήσεις…), αποτελεί ανάγκη ζωτικής σημασίας για την αξιοπρεπή διαβίωση των κρατουμένων συντρόφων, καθώς και πρόταση αγώνα απέναντι σε όσους καλούνται να το οργανώσουν, να το στηρίξουν, να καταστήσουν την ύπαρξή του στέρεη και καθοριστική υπερβαίνοντας κατά πολύ τα χαρακτηριστικά του βραχυπρόθεσμου και εσωστρεφούς εγχειρήματος.

Κινούμενοι λοιπόν στο σκεπτικό ενός ταμείου, το οποίο προσδοκεί όχι μόνο να κατακτήσει τη θέση του μέσα στο χρόνο, αλλά και να επεκτείνει τα όρια των συνεισφορών και της διαχείρισής του σε όσο το δυνατόν περισσότερους και διευρυμένους χώρους, εγχειρήματα, ομάδες, συλλογικότητες, παρέες και άτομα, θα πρέπει να τεθούν τα ελάχιστα εκείνα χαρακτηριστικά που θα εξασφαλίζουν την αποτελεσματικότερη πολιτική και λειτουργική υπόσταση και προοπτική του.

Ένα από τα βασικότερα ερωτήματα που ενδεχομένως να προκαλεί κάποια αμηχανία καθώς φαίνεται να επιφορτίζει όσους καλούνται να το απαντήσουν με το ρόλο του κριτή και του αρμόδιου να αποφασίζει, είναι το ποιοι θα είναι οι αποδέκτες των χρημάτων που θα συγκεντρώνονται. Ένα ερώτημα που μπορεί να βρει την απάντησή του στην ίδια τη συνθήκη που έκανε την ανάγκη του συγκεκριμένου εγχειρήματος επιτακτική. Τον πρωτοφανή για τα σύγχρονα ελληνικά δεδομένα μεγάλο αριθμό αγωνιστών που βρίσκονται φυλακισμένοι, επικηρυγμένοι, σε καθεστώς παρανομίας ή φυγοδικίας. Και βάσει αυτής της συνθήκης θα πρέπει να οργανώσουμε τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ταμείου.

Γνωρίζουμε ότι η φυλακή αποτελεί το μεγαλύτερο έγκλημα εις βάρος της ανθρώπινης ύπαρξης και ως τέτοια το μόνο που της αξίζει είναι το συθέμελο γκρέμισμά της. Γνωρίζουμε επίσης ότι η οριστική κατάργηση των φυλακών, η εκ βαθέων με διαφορετικά λόγια αλλαγή του κόσμου, δεν θα μας χαριστεί ούτε θα συμβεί ξαφνικά, τυχαία, με όρους μεταφυσικής. Θα συμβεί με τον αγώνα, τη διαρκή σύγκρουση με ό,τι παράγει εκμετάλλευση, καταπίεση, αλλοτρίωση. Θα συμβεί τελικά από τα ίδια τα υποκείμενα που με τη στάση και την πράξη τους συγκρούονται και αγωνίζονται για την καταστροφή κάθε εξουσίας, για την ελευθερία.

Μακριά από διαχωρισμούς ποινικών-πολιτικών, κομμουνιστών-αναρχικών, ενόπλων-κινηματικών, η ύπαρξη του συγκεκριμένου ταμείου αφορά ανθρώπους που διώκονται για την ανατρεπτική τους δράση ή εξαιτίας γενικότερα της συμμετοχής τους στους αγώνες (χωρίς βέβαια να αναζητούμε τεκμήρια ενοχής ή αθωότητας) και που υπερασπίζονται τον εαυτό τους από τη στιγμή της σύλληψής τους με τρόπο τέτοιο που να μη στρέφεται ενάντια στο κίνημα (ειδωμένου σαν μία σύνθεση αντιλήψεων, πρακτικών και μέσων που εναντιώνονται στο υπάρχον και όχι σαν κομματική προσδοκία επιβολής της μοναδικής επαναστατικής αλήθειας). Καθώς και ανθρώπους που η στάση τους μέσα στην καθημερινότητα της φυλακής διαπνέεται από την αξιοπρέπεια, την αλληλεγγύη, τον αγώνα. Δεν είναι βέβαια οι προϋποθέσεις που από μόνες τους τυπικά και απρόσωπα κινούν τη λειτουργία του συγκεκριμένου ταμείου, είναι και ό,τι συνεπάγεται κάθε κυριολεκτική σχέση αλληλεγγύης, η αμοιβαία πολιτική αναγνώριση και η αμφίδρομη πρόθεση για επικοινωνία.

Βάσει αυτού του μπούσουλα και πέρα από τους 18 αναρχικούς που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε καθεστώς ομηρίας, τα έσοδα του ταμείου θα αφορούν τους αμετανόητους επαναστάτες της 17Ν που βρίσκονται φυλακισμένοι από το 2002 στις ειδικές πτέρυγες του Κορυδαλλού, καθώς και ανθρώπους που ενώ η δίωξή τους δεν οφείλεται σε κάποια προηγούμενη ανατρεπτική δράση ή συμμετοχή σε αγώνες, η στάση τους και οι αγώνες τους εντός των τειχών συμβάλλουν με καθοριστικό τρόπο στην εμπέδωση της αλληλεγγύης και την όξυνση του κοινωνικού-ταξικού ανταγωνισμού.

Εδώ, θα έπρεπε να διευκρινιστεί ότι η χρήση της λέξης μπούσουλας για την περιγραφή των χαρακτηριστικών εκείνων που θα κατευθύνουν τη διαχείριση του ταμείου, δεν είναι τυχαίος, αλλά αποτυπώνει τη σχετικότητα και ρευστότητα που διακρίνουν -ή θα μπορούσαν να διακρίνουν- ορισμένες υποθέσεις. Εξάλλου η γραφειοκρατία, τα τελεσίδικα και τα καταστατικά είναι έννοιες που εκ θέσεως εχθρευόμαστε. Οι συνελεύσεις λοιπόν στις οποίες θα συζητιέται η οικονομική ή όχι στήριξη κάποιου κρατούμενου, είναι αυτές που θα αποφασίζουν για υποθέσεις που δεν υπάρχει ομοφωνία ή πρέπει να τεθούν στο τραπέζι λόγω ειδικών χαρακτηριστικών που ενδεχομένως να φέρουν.

και από την ιδέα στην πράξη

Το εγχείρημα για να δημιουργηθεί και να υπάρξει θα πρέπει η πρόταση μας να περιλαμβάνει και το “γιατί” και το “πώς”. Την αναγκαιότητα του ελπίζουμε να την καταστήσαμε εμφανή παραπάνω. Οι προτάσεις μας για την λειτουργία του ταμείου 1ον) δεν παύουν να αποτελούν κι αυτές έναν “μπούσουλα” για να ξεκινήσει και 2ον) αν και δεν έχουν καταστατικό χαρακτήρα, είναι προτάσεις οι οποίες είναι αποτέλεσμα συλλογικής διαδικασίας. Είναι ξεκάθαρο όμως ότι οποιαδήποτε πρόταση η οποία θα συντελέσει στην βελτίωση του εγχειρήματος όχι μόνο είναι ευπρόσδεκτη αλλά και αναγκαία.

Προτείνουμε ένα δίκτυο το οποίο ο σκοπός του θα είναι η οικονομική αλληλεγγύη στους κρατούμενους αγωνιστές. Αυτό το δίκτυο θα μπορούσαμε να το περιγράψουμε ως εξής: Ομάδες και συλλογικότητες όπως και πόλεις ή περιοχές, οι οποίες θα συλλέγουν την οικονομική βοήθεια και μέσω ενός υπεύθυνου για την επικοινωνία ατόμου θα έρχονται σε άμεση επαφή με τη διαχειριστική συνέλευση. Το άτομο αυτό θα συμμετέχει στην διαχειριστική συνέλευση του ταμείου και θα ενημερώνει για το ποσό που συλλέχθηκε όπως και για οτιδήποτε έχει προκύψει. Η διαχειριστική συνέλευση είναι πασιφανές ότι θα είναι ανοιχτή διαδικασία οπότε οποιοσδήποτε θα μπορεί να συμμετέχει.

Επιλέξαμε να προτείνουμε η διαχειριστική συνέλευση του ταμείου να πραγματοποιείται στην Αθήνα στις αρχές κάθε μήνα. Η επιλογή της πόλης έχει να κάνει με πρακτικούς λόγους. Οι κοντινοί άνθρωποι των περισσότερων φυλακισμένων αγωνιστών έχουν μόνιμη κατοικία εντός της Αττικής και επίσης πιστεύουμε ότι είναι πιο εφικτό να βρεθεί ο κόσμος που θα συμμετέχει σε πανελλαδικό επίπεδο στην Αθήνα παρά σε κάποια άλλη πόλη. Πιστεύουμε ότι η ύπαρξη μιας κεντρικής διαχειριστικής συνέλευσης απομακρύνει τον φόβο και την πιθανότητα να γίνουν μπερδέματα στην μεταφορά χρημάτων από τις πόλεις/ ομάδες προς στους φυλακισμένους. Ο ρόλος της θα είναι καθαρά να συντονίσει και να μοιράσει, σύμφωνα με τις ανάγκες που θα υπάρχουν, τα χρήματα που θα έχουν συλλεχθεί.

Η δική μας ανάγνωση για τις προτεραιότητες των παρόντων συνθηκών, είναι ότι θα πρέπει το ταμείο να στηρίζει τις καθημερινές ανάγκες των αγωνιστών που κρατούνται στις ελληνικές φυλακές και να συλλέγει χρήματα για τις επερχόμενες δίκες. Θα πρέπει ακόμα στο μέλλον να κινηθεί έτσι ώστε να υπάρχει η ευχέρεια και η δυνατότητα να καλύπτονται και οι εγγυήσεις που επιβάλλονται σε διωκόμενους αγωνιστές, με την αυτονόητη προϋπόθεση της επιστροφής τους μετά το πέρας της ομηρίας τους. Σε ποιους άλλους τομείς θα συνεισφέρει το ταμείο (πχ δικαστικά έξοδα κτλ) εξαρτάται από την πετυχημένη ή μη λειτουργία του και τα οικονομικά περιθώρια που θα αποκτήσει.

Ένα τέτοιο εγχείρημα για να έχει μια συνέχεια στον χρόνο θα πρέπει να διακατέχεται από συνέπεια. Για τον λόγο αυτό άποψη της πρωτοβουλίας μας είναι ότι η συμμετοχή στο εγχείρημα πρέπει να συνεπάγεται και την ατομική ευθύνη του καθένα σε ό,τι προτίθεται να αναλάβει. Κατ’ αρχήν προτείνουμε μια τακτική συνεισφορά (της τάξης για παράδειγμα των 10 ευρώ μηνιαίως) ώστε το ταμείο να μπορεί να εκπληρώνει σταθερά τους σκοπούς του και να μην αποτελέσει εν τέλει ένα εγχείρημα-πυροτέχνημα. Επιπλέον η υπευθυνότητα των ατόμων που αναλαμβάνουν τις επαφές ανάμεσα στις ομάδες/ πόλεις και τη διαχειριστική συνέλευση θα πρέπει να θεωρείται απαιτούμενη. Από την υπευθυνότητά τους εξαρτάται η ακεραιότητα της μεταφοράς των χρημάτων καθώς και η ποιότητα της αμφίδρομης ενημέρωσης και της επικοινωνίας των ζητημάτων που προκύπτουν. Η υπευθυνότητά τους θα συμβάλλει καθοριστικά στην αξιοπιστία και τη διαφάνεια του εγχειρήματος, στην εμπιστοσύνη με την οποία θα το περιβάλλουν οι άνθρωποι που θα το στηρίζουν.

Το όλο εγχείρημα αναμένουμε ότι θα βελτιωθεί με την συμμετοχή κι άλλων ατόμων οπότε διάφορες παραλήψεις αλλά και προβλήματα θα επιλυθούν. Η διάρκεια του ταμείου θα επιτευχθεί μέσω της βελτίωσης και της εναρμόνισης του με τις ανάγκες του μέλλοντος -που ελπίζουμε να αρχίσουν να μειώνονται.

Πρωτοβουλία συντρόφων/ισσών

Δήλωση του Σαράντου Νικητόπουλου στον ειδικό εφέτη ανακριτή

Δήλωση του Σαράντου Νικητόπουλου στον ειδικό εφέτη ανακριτή, στα πλαίσια της απολογίας του για τις πρόσθετες κατηγορίες

25/10/2010 Βρίσκομαι προφυλακισμένος σε ένα υπόγειο με βάση τις εντελώς αυθαίρετες και αστήρικτες κρίσεις και ερμηνείες του μοναδικού μάρτυρα κατηγορίας αστυνομικού Παπαθανασάκη. Από την πρώτη στιγμή αρνούμαι τις κατηγορίες στο σύνολό τους. Σχεδόν 7 μήνες μετά και ενώ δεν υπάρχουν και δεν έχουν προκύψει (και πώς να γίνει αυτό άλλωστε αφού δεν έχω καμία σχέση με όσα μου αποδίδονται;) στοιχεία –μα ούτε καν ενδείξεις ενοχής- εναντίον μου, με καλείτε για να μου απαγγείλετε συμπληρωματικές κατηγορίες. Αρνούμαι εκ νέου τις κατηγορίες. Αν και θεωρώ ότι πλέον δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία, καθώς όπως αποδείχτηκε περίτρανα στη διαδικασία του εξάμηνου συμβουλίου, απευθύνομαι σε «ώτα μη ακουόντων» και μάλιστα προκατειλημμένων. Έχω πλέον πειστεί ότι στην περίπτωσή μου υπάρχει βιασμός του όποιου «νομικού πολιτισμού», του όποιου «τεκμηρίου αθωότητας», καθώς είμαι εξαρχής στο μυαλό σας «ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου». Ας είναι: Η δίωξή μου είναι βαθύτατα πολιτική – φρονηματική και έχει σα στόχο τον ευρύτερο αναρχικό-αντιεξουσιαστικό χώρο, στον οποίο ανήκω, καθώς και όσα κοινωνικά κομμάτια αντιστέκονται. Η δίωξή μου βασίζεται ακριβώς στην ένταξή μου σ’ αυτόν τον πολιτικό χώρο, στη φιλία μου με το Λάμπρο Φούντα, στην άρνησή μου να δώσω δείγμα DNA, στην άρνησή μου να καταδικάσω εγχειρήματα και μορφές πάλης συνδεδεμένες ιστορικά με τους κοινωνικούς ταξικούς αγώνες. Η δίωξή μου εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρείας επίθεσης του κράτους στην κονωνία. Αυτού του «ψευδοδημοκρατικού» κράτους που χαρακτηρίζει παράνομη και καταχρηστική κάθε απεργία, που αντιμετωπίζει με τη βία των ΜΑΤ κάθε κινητοποίηση εργαζομένων, που περνάει νύχτα στα θερινά τμήματα της βουλής ειδικές φωτογραφικές διατάξεις που χαρακτηρίζουν «τρομοκρατική» τη συνδικαλιστική δράση, ακόμα και τη συμμετοχή σε μία διαδήλωση… Λίγη ειλικρίνεια δε βλάπτει κύριοι: Το ποιος τρομοκρατεί μαζικά τμήματα του πληθυσμού της χώρας με τα εξοντωτικά οικονομικά μέτρα που λαμβάνει και τη συνεπακόλουθη καταστολή που εξαπολύει κατά πάντων, το γνωρίζει πλέον καλά η κονωνία… Το μόνο σίγουρο είναι ότι δε λέγεται Σάραντος Νικητόπουλος.

Kείμενο του αναρχικού Γιάννη Δημητράκη για το ταμείο αλληλεγγύης

Το τελευταίο χρονικό διάστημα το μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας αυτής της χώρας βιώνει μια απίστευτη σε έκταση και βάθος επίθεση από τους μηχανισμούς καταπίεσης και εκμετάλλευσης της ανθρώπινης ζωής και μόχθου. Οι νεοταξικοί κοινωνικοοικονομικοί σχεδιασμοί επιτάσσουν την ισοπέδωση εργατικών, κοινωνικών και πολιτικών κατακτήσεων για τις οποίες είχαν δωθεί συνεχείς και σκληροί αγώνες τις περασμένες δεκαετίες. Η διαμόρφωση κοινωνικής συναίνεσης για την ανεμπόδιστη επέλαση των υπερεθνικών οικονομικών ελίτ περνάει πλέον μέσα απ’ τη λογική του μαστίγιου -η ψευδαίσθηση του καρότου πλέον τελείωσε- πάνω στις πλάτες του λαού και της μηδενικής ανοχής απέναντι σε οποιονδήποτε προβάλει αντίσταση.

Φυσικά δέκτης αυτής της επίθεσης δεν θα μπορούσε να μην είναι ο αναρχικός χώρος, ο οποίος μαχόμενος στην πρώτη γραμμή άμυνας-επίθεσης απέναντι στις ληστρικές και εκβιαστικές εφόδους των ταξικών εχθρών της κοινωνίας, μετράει κι αυτός τις δικές του οδυνηρές απώλειες. Είναι η συμπλοκή του συντρόφου και αγωνιστή Λάμπρου με τις αστυνομικές δυνάμεις η οποία του στοίχισε την ίδια του τη ζωή. Είναι ο βαρύτατος -και παρολίγον θανατηφόρος- τραυματισμός του συντρόφου και αγωνιστή Σίμου από σφαίρα μπάτσου που του στέρησε την ελευθερία του. Είναι το πέρασμα συντρόφων-ισσών σε καθεστώς αιχμαλωσίας στα χέρια του κράτους, αποτέλεσμα των συγκρούσεων τους με το σύγχρονο οικονομικό και εξουσιαστικό σύστημα, που έχει αυξηθεί δραματικά.

Γι’ αυτό λοιπόν δεν θα μπορούσε παρά να με βρει απόλυτα σύμφωνο αυτή τη στιγμή η προσπάθεια, καθώς το θεωρώ κι εγώ πολύ σημαντικό -μεταξύ βέβαια πολλών άλλων- για δημιουργία ενός σταθερού πυλώνα αλληλεγγύης που θα έχει ως μοναδικό της σκοπό να καλύψει τις άμεσες βιοποριστικές ανάγκες συντρόφων-ισσών που βρίσκονται έγκλειστοι στα ελληνικά σωφρονιστήρια-κρεματόρια. Απ’ τη στιγμή που κάποιος αποδέχεται ότι όσοι-ες πέρασαν την πόρτα της φυλακής ανήκουν στο στρατόπεδο της επανάστασης με αξιακούς κώδικες τους οποίους ενστερνίζεται ή τους αναγνωρίζει μέσα σε μια ιστορική συνέχεια που είναι είτε ταυτόσημη είτε κουβαλάει μέσα της στοιχεία αναφοράς που παραπέμπουν στον αδιάκοπο πόλεμο εναντίον των επικυρίαρχων αυτού του κόσμου, τότε ορθά μπορεί να θεωρήσει τα άτομα αυτά συντρόφους-ισσες του που στη δεινή και ευάλωτη θέση που βρίσκονται χρειάζονται κάθε είδους στήριξης και αλληλεγγύης που μπορεί να υπάρξει.

Όταν όλοι μας συναισθανόμαστε ότι αφενός έχουμε πολλούς κρατούμενους-ες και αφετέρου ότι αυτός ο πολιτικός χώρος διάγει τα τελευταία χρόνια μια ανοδική πορεία στην προσέλευση ατόμων στις πάσης φύσεως εκδηλώσεις και ενέργειες που προβαίνει, τότε αυτόματα δημιουργείται η σκέψη της ανάληψης των οικονομικών αναγκών των εγκλείστων όχι πια μέσα στα στενά όρια παρεών, ατόμων ή μικρών αριθμητικά συλλογικοτήτων ή πρωτοβουλιών αλλά από ένα ευρύ και πλατύ κίνημα που πλέον βρίσκεται υπό διαμόρφωση.

Ας κάνουμε μερικές απλές μαθηματικές σκέψεις και πράξεις για να δούμε τη θεωρία στην πράξη. Αν υποτεθεί ότι υπάρχουν 30 σύντροφοι-ισσες (ο αριθμός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, είναι τελείως θεωρητικός) που βρίσκονται αυτή τη στιγμή στα χέρια του κράτους κι ο καθένας-μία τους χρειάζεται ένα ελάχιστο ποσό της τάξης των 500 ευρώ για να διαβιεί αξιοπρεπώς μέσα στη φυλακή, τότε για να καλυφθούν οι οικονομικές ανάγκες τους για έναν ολόκληρο χρόνο θα απαιτούνταν 180.000 ευρώ!

Αν αναλάβει ένας, δύο, δέκα ή εκατό να συγκεντρώσουν αυτό το ποσό φαντάζει πολύ δύσκολο έως αδύνατο. Αν όμως μπορούσε αυτή η υπαρκτή οικονομική ανάγκη να αναληφθεί από 3.000 ή 4.000 άτομα τότε η ατομική συνεισφορά αγγίζει τα όρια των 45 με 60 ευρώ!

Το ερώτημα λοιπόν προς τους συντρόφους-ισσες εκτός των τειχών είναι αν μπορεί να γίνει ένα πρώτο βήμα κοινής, συλλογικής, συναινετικής και συντονισμένης δράσης, χάριν των οικονομικών αναγκών διαβίωσης των εγκλείστων συντρόφων-ισσών;
Αν μπορεί να στηθεί μια πανελλήνια δράση με άμεσα χειροπιαστό αποτέλεσμα;
Αν μπορεί αυτός ο πολιτικός χώρος να βάλει ένα προσωπικό στοίχημα με τον ίδιο του τον εαυτό, για το οποίο ενώ θα χρειαστούν τα ελάχιστα θα συμβάλει τα μέγιστα στη λύση ενός υπαρκτού προβλήματος.
Είναι η εποχή που ζούμε που επιβάλλει την ενότητα και την κοινή δράση.
Είναι οι κοινωνικές συγκρούσεις που οξύνονται και επιτάσσουν την σύσφιξη των συνεκτικών δεσμών μεταξύ μας.
Είναι το περήφανο βλέμμα και χαμόγελο των αιχμαλωτισμένων συντρόφων-ισσών που γίνεται κτήμα όλων μας και πρέπει -έστω και πρόσκαιρα- να λειάνει τις γωνίες της σκέψης και του χαρακτήρα μας.

Όσων συντρόφων το αίμα τους έβαψε με τιμή και περηφάνια τον αγώνα για κοινωνική απελευθέρωση, ισότητα και δικαιοσύνη σημαδεύει ανεξίτηλα το σημείο εκκίνησης απ’ το οποίο πρέπει να επιτεθούν ξανά και ξανά στις ορδές του εχθρού οι αγωνιστές του παρόντος και του μέλλοντος.

ΤΙΜΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΙΣΤΗ ΛΑΜΠΡΟ ΦΟΥΝΤΑ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΎΗ ΣΤΟΥΣ ΕΠΙΚΗΡΥΓΜΕΝΟΥΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ ΜΑΡΙΟ ΣΕΪΣΙΔΗ ΚΑΙ ΓΡΗΓΟΡΗ ΤΣΙΡΩΝΗ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΣΙΜΟ ΣΕΪΣΙΔΗ ΚΑΙ ΑΡΗ ΣΕΙΡΗΝΙΔΗ

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΣΥΝΤΡΟΦΟΥΣ ΖΟΥΝ ΥΠΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΠΑΡΑΝΟΜΙΑΣ ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΣΤΗΜΕΝΑ ΕΝΤΑΛΜΑΤΑ ΤΩΝ ΔΙΩΚΤΙΚΩΝ ΑΡΧΩΝ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ Σ: ΟΣΟΥΣ ΟΠΛΙΣΑΝ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΜΕΝΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΤΟΥΣ

ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΥΣ ΤΟΥ ΝΕΟΤΑΞΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ – ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΣΕ ΟΣΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΣΤΑ ΚΕΛΙΑ

με αγωνιστικούς χαιρετισμούς,

Γ. Δημητράκης

 18/05/2010

Φυλακές Δομοκού