Από την ‘απολογία’ του Πολύκαρπου Γεωργιάδη το Φλεβάρη του 2010

Πόλυς Γεωργιάδης: Επειδή εσείς νομίζετε ότι απολογούμαι, καθώς η λέξη απολογία έχει μια συγκεκριμένη φόρτιση, εγώ θεωρώ τα λόγια μου σαν ένα βήμα υπεράσπισης, όχι μόνο σε ότι αφορά το ποινικό σκέλος, αλλά και σε ότι αφορά την πολιτική μου ταυτότητα, τις πολιτικές μου θέσεις που νομίζω παίζουν κυρίαρχο ρόλο στη θέση που τώρα βρίσκομαι. Ότι η θέση του κατηγορούμενου στην οποία βρίσκομαι, έχει σχέση με τον πολιτικό μου λόγο και τις πολιτικές μου θέσεις εδώ και περίπου 15 χρόνια που ανήκω σε αυτόν τον χώρο. Οπότε, θέλω να αναφέρω κάποια πράγματα κατ’ αρχήν, που ήδη ακούστηκαν από τους μάρτυρες, την πολιτική αγωγή, από σας. Να σχολιαστούν δύο-τρία πράγματα, πέρα από το ποινικό σκέλος της υπόθεσης.

Πρώτα απ’ όλα θεωρώ λίγο αστείο να υπάρχει πολιτική αγωγή, συγκεκριμένα από τον κύριο Μυλωνά που εκπροσωπεί μια συγκεκριμένη κοινωνική τάξη, των βιομηχάνων, και από την εθνική τράπεζα, οι οποίοι αφού έχουν γδάρει στην κυριολεξία ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, δεν εννοώ προσωπικά, αλλά σαν κοινωνικές τάξεις, αφού έχουν οδηγήσει κόσμο στην ανεργία, στη χρεοκοπία, αφού έχουν οδηγήσει κόσμο ακόμα και στις αυτοκτονίες με χρέη που έχουν προκαλέσει με τους τοκογλυφικούς δανεισμούς και με όλη αυτήν την εγκληματική δράση -γιατί εγώ θεωρώ τον καπιταλισμό έγκλημα-, έρχονται και ζητάνε από κάποιους εργαζόμενους ανθρώπους, έστω και το συμβολικό ποσό των 54 ευρώ. Δείτε την περιουσία μου… “Ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος” που έλεγε και ο Λουκιανός, ο Βολτέρος της ύστερης αρχαιότητας, κατά το σύντροφο Μαρξ.

Από κει και πέρα, μου έκανε εντύπωση μια φράση του κυρίου Μυλωνά, ο οποίος ήρθε και είπε ότι εδώ πέρα έγινε ένα έγκλημα στο οποίο πρέπει να βρεθούνε οι ένοχοι για να πληρώσουν. Σύμφωνα με το αστικό δίκαιο -και όταν λέω αστικό δίκαιο, δεν εννοώ το δίκαιο με το νομικό όρο, αλλά το δίκαιο που έχει επιβάλλει η αστική τάξη για τη διαιώνιση του συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής, του καπιταλισμού, για τη διαιώνιση αυτού που λέμε κοινωνική ειρήνη-, σε κάποια σημεία αυτό μπορεί να είναι σωστό… Εγώ δεν ιεροποιώ το έγκλημα. Υπάρχει έγκλημα και έγκλημα. Για μένα δεν είναι κάτι ιερό, αν και δε συμφωνώ με τον όρο “έγκλημα”. Οι περισσότεροι παραβάτες, κατά τη δικιά μου ταπεινή άποψη, διαπράττουν αντικοινωνικά “εγκλήματα”, με την έννοια ότι υπάρχει ένας ιδιότυπος εμφύλιος πόλεμος. Φτωχοί κλέβουν φτωχούς, αρπάζουν τσάντες από γιαγιάδες, βιασμοί… η φυλακή είναι γεμάτη από τέτοια άτομα. Ο Βασίλης Παλαιοκώστας διαφέρει σε αυτό το επίπεδο. Σ’ αυτό θα επιστρέψω αργότερα όταν εξιστορήσω το πώς γνωριστήκαμε.

Εγώ θέλω να μιλήσω για κάποια άλλα εγκλήματα που έχουν γίνει, για τα οποία θα πρέπει να βρεθούν οι ένοχοι, που κατά τη γνώμη μου είναι το σύνολο της τάξης των καπιταλιστών και των υπηρετών της. Θα πρέπει να βρεθούν οι ένοχοι και να τιμωρηθούν, όχι φυσικά από κάποια αστική δικαιοσύνη, αλλά από την κοινωνική επανάσταση με της οποίας το μέρος είμαι.

Μιας και ο Βαγγέλης ανέφερε ένα ωραίο ποίημα του λόρδου Μπάιρον, θυμήθηκα ένα ποίημα του Μπρεχτ (καθώς αναφέρθηκε επίσης, από τον Βαγγέλη νομίζω, η κλασσική ρήση “…τελικά τι είναι μεγαλύτερο έγκλημα, η ίδρυση μιας τράπεζας ή η ληστεία της;”. Και εννοείται ότι κατά τη γνώμη μου, το να ιδρύει κάποιος μία τράπεζα είναι πολύ μεγάλο αντικοινωνικό έγκλημα). Λέει λοιπόν ο Μπρεχτ…

‘Το ορμητικό ρεύμα το λένε βίαιο,
τις όχθες που το περιορίζουν κανείς δεν τις λέει βίαιες.
Η καταιγίδα που λυγίζει τις σημύδες θεωρείται βίαιη,
Καλά… και η καταιγίδα που λυγίζει τις πλάτες των εργατών στους δρόμους;!”

Και όχι μόνο στους δρόμους. Στα εργοστάσια. Παντού.

Ανέφερε και ο σύντροφος ο Βαγγέλης κάποια στατιστικά στοιχεία. Εγώ έψαξα και βρήκα κάποια άλλα στατιστικά για να δούμε ποιο είναι το μεγαλύτερο έγκλημα. Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχουν εργατικά ατυχήματα, ούτε εργατικά δυστυχήματα. Υπάρχουν εργατικές δολοφονίες. Αυτήν τη στιγμή, σε όλο τον κόσμο γίνεται ένας παγκόσμιος πόλεμος που δεν αναγνωρίζεται σαν τέτοιος από την κυρίαρχη ιδεολογία. Αυτός είναι ο ταξικός πόλεμος, με πολλούς νεκρούς, τραυματίες, ακρωτηριασμένους. Θα αναφέρω κάποια στατιστικά στοιχεία: Ετησίως 2,2 εκατομμύρια νεκροί σε όλο τον κόσμο, 250 εκατομμύρια τραυματισμένοι και ακρωτηριασμένοι, 160 εκατομμύρια πάσχοντες από τις εργατικές, τις λεγόμενες επαγγελματικές, ασθένειες. Το 19ο αιώνα όταν είχε αναπτυχτεί ένα πολύ μεγάλο εργατικό κίνημα στην Αμερική, που είχε και πολλές βίαιες εκφάνσεις, είχανε μαζευτεί όλοι οι καπιταλιστές της εποχής, ο Μόργκαν, ο Ροκφέλερ, και είχανε κάνει τη λεγόμενη Σιδηρά Συμμαχία. Εκείνη ήταν η εποχή του “θαύματος του σιδηρόδρομου” και οι περισσότερες εργατικές δολοφονίες γίνονταν στους σιδηρόδρομους. Τότε λοιπόν είχε εκφράσει την άποψη η Σιδηρά Συμμαχία ότι τα εργατικά ατυχήματα ήταν θέλημα θεού, ότι ο θεός τα προκαλεί. Δεν είναι οι άθλιες συνθήκες εργασίας, που για να αυξήσουν τη συσσώρευση του πλούτου τους τα αφεντικά δεν παίρνουν τα στοιχειώδη μέτρα ασφαλείας και σκοτώνονται τόσοι άνθρωποι, αλλά είναι ένα απλό θέλημα θεού!

Από τότε μέχρι σήμερα ελάχιστα πράγματα αλλάξανε. Το θέλημα θεού του Μόργκαν και του Ροκφέλερ υιοθετήθηκε ως άποψη από συνδικαλιστή, φανταστείτε από συνδικαλιστή!!! Οι αιτίες αυτού του πολέμου είναι συγκεκριμένες, όπως και οι αιτίες για τους τόσους νεκρούς, είναι η υπερσυσσώρευση πλούτου. Η υπερσυσσώρευση πλούτου σημαίνει και υπερσυσσώρευση φτώχειας. Η καπιταλιστική τάξη δεν έχει κηρύξει πόλεμο μόνο εναντίον των εργαζομένων, έχει κηρύξει πόλεμο εναντίον ολόκληρης της ανθρωπότητας. Θα σας αναφέρω κάποια άλλα στατιστικά στοιχεία. Τα στατιστικά στοιχεία για μένα είναι η αριθμητική του τρόμου του καπιταλισμού, δεν είναι απλώς στατιστική. Ένα δις άνθρωποι λιμοκτονούν και υποσιτίζονται, πέντε εκατομμύρια παιδιά κάτω των 5 ετών πεθαίνουν από οξύ υποσιτισμό. Θα αναφέρω μια φράση ενός κοινωνιολόγου, Ζιγκλέρ λέγεται:”…κάθε παιδί που πεθαίνει από την πείνα, πεθαίνει δολοφονημένο. Η πείνα συνιστά έγκλημα κατά της ανθρωπότητας”. Ποιοι είναι οι εγκληματίες; Το αστικό δίκαιο φυσικά και δεν προβλέπει να τιμωρηθούν αυτοί οι εγκληματίες. Όταν λέω να τιμωρηθούν, δεν εννοώ να τους σκοτώσεις. Για μένα η πιο δίκαιη τιμωρία είναι η κοινωνική επανάσταση, η απαλλοτρίωση του πλούτου και η ισοκατανομή του, ώστε αυτός ο πλούτος να γίνει κοινωνικός πλούτος. Ο κομμουνισμός δηλαδή. Μπορεί να ανήκω στον αντιεξουσιαστικό χώρο, αλλά υπάρχουν πολλές τάσεις. Εγώ συγκεκριμένα είμαι αναρχικός κομμουνιστής. Πιστεύω στην ισοκατανομή του κοινωνικού πλούτου και στη συλλογικοποίηση των μέσων παραγωγής.

Πρόεδρος: Έχουμε μια συγκεκριμένη κατηγορία. Εντάξει, τα είπατε αυτά. Δώσατε το στίγμα το δικό σας. Από εκεί και πέρα, συνδέστε το με τις πράξεις για τις οποίες κατηγορήστε.

Πόλυς: Είναι πολιτικό ζήτημα (κι επίσης ο Μαρκούζε -που είχε αναφερθεί η πολιτική αγωγή- δεν είναι αναρχικός, είναι μαρξιστής) να τελειώσω με αυτό το θέμα. Αυτός ο πόλεμος που έχει κηρύξει ο καπιταλισμός ενάντια σε ολόκληρη την ανθρωπότητα, που άλλες φορές παίρνει μορφή θερμών επεισοδίων, όπως με τον πόλεμο στο Ιράκ φερειπείν, το βομβαρδισμό στη Σερβία, στη Γάζα -που ήρθε και ο σύντροφος ο Βαγγέλης Π., του οποίου η αποστολή είχε δεχθεί και σφαίρες από τους Ισραηλινούς καθώς συμμετείχε και ο ίδιος στην οργάνωση FREE GAZA-.

Παίρνει λοιπόν και τη μορφή ενός ψυχρού πολέμου, έχει συγκεκριμένες αιτίες. Όπως είπα είναι η υπερσυσσώρευση πλούτου. Και αυτή τη στιγμή, όλοι αυτοί οι νεκροί από πείνα, όλα αυτά τα νεκρά παιδιά, δημιουργούνται από μία αιτία: από τη στυγνή εκμετάλλευση και τη ληστεία των πλουτοπαραγωγικών πηγών του τρίτου κόσμου. Ο καπιταλισμός κάνει αυτό το έγκλημα και υπάρχουν φυσικοί αυτουργοί. Και η δικαιότερη τιμωρία ενάντια σε αυτό το έγκλημα, δεν είναι φυσικά η δολοφονία, είναι ο κομμουνισμός.

Κατά τη γνώμη μου, εδώ υπάρχει σύγκρουση δύο κόσμων. Επειδή ακούστηκε πολλές φορές το ζήτημα της αλληλεγγύης, αυτός ο κόσμος που ζούμε σήμερα, ο κόσμος του κεφαλαίου, είναι ένας κόσμος φιλοτομαρισμού . Όταν ένας κεφαλαιοκράτης ή ένας που υπηρετεί αυτό το σύστημα μιλάει για αλληλεγγύη, έχει ένα πτώμα στο στόμα του, δεν την εννοεί αυτήν τη λέξη, όπως το “υπουργείο κοινωνικής αλληλεγγύης” ας πούμε. Υπάρχει κι ένας άλλος κόσμος, είναι ο κόσμος της αλληλεγγύης. Αυτή την κοινωνία προσπαθούμε να χτίσουμε και εμείς. Μια κοινωνία αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης. Τώρα, το τι μορφή θα πάρει αυτή η αλληλεγγύη, έχει πολλές και διάφορες εκφάνσεις. Αλλά όταν την λέμε αυτή τη λέξη την εννοούμε.

Από εκεί και πέρα, να ξεκινήσω κάνοντας ένα μικρό ιστορικό. Εντάχτηκα στο αντιεξουσιαστικό κίνημα περίπου από τα πρώτα χρόνια της εφηβείας μου, μετά από ένα σύντομο πέρασμα, “φλερτ” θα έλεγα καλύτερα, όχι πέρασμα, καθώς δεν υπήρξα ποτέ μέλος της ΚΝΕ, αλλά υπήρχε ένα “φλερτ” με την κομμουνιστική νεολαία τέλος πάντων, όπου αποχωρώ εντελώς το 1995 εξαιτίας της χυδαίας στάσης που κράτησε τότε το ΚΚΕ, εναντίον της κατάληψης του Πολυτεχνείου τότε, όταν ταυτόχρονα είχε γίνει και εξέγερση στις φυλακές.

Κατά τη γνώμη μου το ΚΚ κράτησε χυδαία στάση εναντίον του ριζοσπαστικού χώρου και αποχώρισα από εκεί και προσχώρησα στον αντιεξουσιαστικό χώρο. Θυμάμαι συγκεκριμένα στις 14/11 γινόταν στη Θεσσαλονίκη μια πορεία, η οποία χτυπήθηκε από την αστυνομία και ακολούθησε κατάληψη της Θεολογικής. Αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με τον αντιεξουσιαστικό χώρο, η κατάληψη της Θεολογικής, όπου είχαμε πάει με κάποιους συμμαθητές και είχαμε μείνει για λίγες ώρες.

Από κει και πέρα άρχισα να δραστηριοποιούμαι στο αντιεξουσιαστικό κίνημα, το οποίο είναι ένα κίνημα πολύμορφο, αν και όλος ο κόσμος το έχει ταυτίσει μόνο με τις μολότοφ και τα γκαζάκια. Δεν τα απορρίπτω, σας λέω την αλήθεια. Δεν απορρίπτω εγώ αυτές τις μορφές δράσης. Απλώς το αντιεξουσιαστικό κίνημα είναι ένα κίνημα πολύμορφο. Κάνει εκδηλώσεις, συγκεντρώσεις, πορείες, βγάζει βιβλία, μπροσούρες, συμμετέχει σε εργατικούς αγώνες, παρά τη χυδαιότητα των συνδικαλιστικών οργάνων της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ κλπ, είναι εκεί και συμμετέχει. Συγκρούεται με φασίστες, είναι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της δράσης του, και μάλιστα έχω και ενθύμιο επτά ράμματα από χρυσαυγίτες σε μια συμπλοκή που είχαμε μαζί τους στην πλατεία Αριστοτέλους. Και δεν μετανιώνω γι’ αυτό.

Πρόεδρος: Εσείς τους αφήσατε τίποτα;

Πόλυς: Το κατά δύναμην. Αφήσαμε κάτι και εμείς. Και μάλιστα “ισοπαλία” περίπου ήρθαμε.

Δεν ήρθα να παρουσιαστώ σαν ένας μη βίαιος άνθρωπος. Απλώς να γνωρίζετε ότι η αντιεξουσιαστική αντιβία φτάνει μέχρι ενός ορισμένου σημείου. Υπάρχει μια επαναστατική ηθική, ένας αξιακός κώδικας.

Πρόεδρος: Το αδίκημα είναι συγκεκριμένο, είπατε κάποια πράγματα αρκετά νομίζω για το…

Πόλυς: Ποτέ δεν είναι αρκετά.

Πρόεδρος: Εντάξει κύριε, εδώ δεν είναι χώρος για καλαμπούρια, έχουμε συγκεκριμένα πράγματα να πούμε…

Πόλυς: Το 2004 με συνέλαβαν με την κατηγορία της απόπειρας εμπρησμού ενός οχήματος ιδιωτικής αστυνομίας. Δεν την αναφέρω καν, δεν θα της κάνω διαφήμιση. Λοιπόν, προφυλακίστηκα στις φυλακές Κορυδαλλού και εκεί πέρα γνώρισα τον Βασίλη Παλαιοκώστα. Τέλος πάντων, με προσέγγισε ο Βασίλης Παλαιοκώστας και μου είπε: ‘”Ελα στο κελί”. Εγώ εντυπωσιάστηκα καταρχήν από τη βιβλιοθήκη του. Με το που μπήκα στο κελί του, είδα μια βιβλιοθήκη με Νίτσε, με διάφορα. Και το λέω αυτό, επειδή ρωτήσατε για τις γραμματικές του γνώσεις. Ο Βασίλης Παλαιοκώστας είναι ένας άνθρωπος που έβγαλε το δημοτικό, αλλά αυτομορφώθηκε. Από κει και πέρα κάναμε κάποιες συζητήσεις. Θυμάμαι μου έλεγε για τον Ντοστογιέφσκι, για τον Νίτσε. Θαύμαζε παρά πολύ τον Νίτσε. Σε επίπεδο “ιδεολογικό” ο Βασίλης ανήκει σε αυτό που ο Χομπσμπάουμ ονόμαζε πρωτόλεια επανάσταση ή κοινωνική ληστεία. Και ο Βαγγέλης Π. ανέφερε κάποια βιβλία, μπορώ να αναφέρω και εγώ την “Παράδοση ανταρσίας και λαϊκός πολιτισμός”. Είναι μια παράδοση μέσα στην κοινωνία, αυτής που λέμε παραδοσιακής αγροτικής, της υπαίθρου. Και οι κλέφτες το ’21 ληστές ήταν. Η πρώτη πράξη της ελληνικής επανάστασης δεν έγινε την 25η Μαρτίου, έγινε στις 15 Μαρτίου όταν οι κλέφτες ληστέψανε φοροεισπράκτορες. Ανήκει σε όλη αυτή την παράδοση τέλος πάντων. Είχε και κάποια βιβλία που αναφέρονται σε αυτή την παράδοση και κάναμε μερικές συζητήσεις. Είναι αυτό που ο Αραβαντινός είχε ονομάσει “κατά φύση αντιεξουσιαστή”. Όχι πολιτικά. Είναι αντιεξουσιαστής με την κοινωνική έννοια του όρου, όχι με τη στενή πολιτική.

Δεθήκαμε κατά κάποιον τρόπο με τον Βασίλη. Συμμετείχαμε μέσα στη φυλακή σε κοινούς αγώνες, υπήρχε και μια αποχή συσσιτίου εκείνη την περίοδο. Τέλος πάντων υπήρχε μια διαφορετική σχέση, μια φιλική σχέση, η οποία διατηρήθηκε και μετά την αποφυλάκιση μου. Τον Φλεβάρη του 2005 δικάστηκα στις Σέρρες, αποφυλακίστηκα, επέστρεψα στον Κορυδαλλό, του άφησα το κινητό μου τηλέφωνο και συνεχίσαμε αυτή τη σχέση, του έστελνα βιβλία, ότι μπορούσα από λεφτά… Εγώ συνέχισα να εργάζομαι, όπως και πριν την προφυλάκιση μου, στην ίδια εργασία.

Πρόεδρος: Πού;

Πόλυς: Σ’ ένα μαγαζί, μάλλον σε δύο μαγαζιά, με ρούχα. Πάντως ανήκουν στον ίδιον και εργαζόμουν τότε στην Τσιμισκή και στα δύο. Διαφήμιση δεν θέλω να κάνω.

Πρόεδρος: Ως πωλητής;

Πόλυς: Ως πωλητής, ταμίας, αποθηκάριος, πασπαρτού, όπου χρειαζότανε η επιχείρηση.

Τέλος πάντων, μ’ έπαιρνε τηλέφωνο ο Βασίλης, οπότε συνεχίσαμε αυτήν τη φιλική σχέση. Δεν μ’ έπαιρνε και πολύ συχνά, αλλά μ’ έπαιρνε μία φορά το μήνα. Το 2006, δεν θυμάμαι ποιο μήνα, από τις ειδήσεις άκουσα ότι έγινε αυτή η θεαματική, όπως λένε, απόδραση με το ελικόπτερο, μαζί με τον Ριτζάι. Το πανηγυρίσαμε δεόντως, εννοείται. Είχαμε βγει με κάποιους φίλους και πανηγυρίζαμε μαζί με όλον τον κόσμο, γιατί ο Βασίλης Παλαιοκώστας έχει μία κοινωνική αποδοχή και ο τύπος αυτός του “εγκλήματος” έχει κοινωνική αποδοχή ως απόγονος της κοινωνικής ληστείας που έχει ρίζες μέσα στην ίδια την κοινωνία. Όλες αυτές οι διαστάσεις θρύλου που πήρε ο Βασίλης δεν έχουν συμβεί τυχαία. Θυμάμαι ότι είχαμε βγει και για συνθήματα εκείνη την ημέρα και ήταν στο κατόπι μας οι ασφαλίτες, όπως πάντα, γιατί εγώ, μετά την περιπέτεια μου αυτή, πάντοτε είχα ασφαλίτες κάτω από το σπίτι ή σχεδόν πάντα. Φυσικά δεν είχαμε κάποια επαφή με τον Βασίλη σε αυτήν την περίοδο, ώσπου στις αρχές του 2007 νομίζω, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε να βρεθούμε. Βρεθήκαμε κάπου, δεν κρίνω σκόπιμο να πω ποιο μέρος είναι αυτό, και μου λέει: “Πόλυ, αν μπορείς να με βοηθήσεις γιατί σκέφτομαι να εγκατασταθώ στη Θεσσαλονίκη, γιατί δεν έχει πολύ αστυνομία”, τότε δεν είχε. Μου ζήτησε να του νοικιάσω ένα σπίτι. Εγώ του είπα “έλα να μείνεις σπίτι μου, αλλά έχει από κάτω ασφαλίτες συνέχεια”. Μου λέει “θα σου βγάλω μια πλαστή ταυτότητα που να μπορείς να νοικιάσεις χωρίς να έχεις πρόβλημα εσύ”. Έγινε αυτό, έκανα κάποιο καιρό να βρω, γιατί μου είχε δώσει κάποια χαρακτηριστικά και νοίκιασα το σπίτι στην Περαία.

Πρόεδρος: Πάντως οι ασφαλίτες που ήταν στο σπίτι σας, δεν πήραν μυρωδιά, έτσι; Νοικιάζατε σπίτια έτσι;

Πόλυς: Εδώ ένας σύντροφος, πριν από τέσσερις μήνες, συνέλαβε κυπατζή κάτω από το σπίτι του και τον παρέδωσε στην αστυνομία. Τον είχα προειδοποιήσει τον Βασίλη ότι έχω πρόβλημα με τους ασφαλίτες. (…)

Τον Βαγγέλη τον ήθελα για τα ψώνια. Του ζήτησα να με βοηθήσει, προθυμοποιήθηκε, του είπα την αλήθεια, καθώς του είχα εμπιστοσύνη. Με τον Βαγγέλη γνωριστήκαμε το 2001. Ήμασταν στον ίδιο πολιτικό χώρο, στο ίδιο πολιτικό στέκι και του είχα εμπιστοσύνη. Σε κάποια φάση ο Βασίλης μού είπε “φέρε να γνωρίσω τον φίλο σου”, γιατί υπάρχει και η ανάγκη της κοινωνικοποίησης. (…)

Στο βιντεοκλάμπ έχω πάει μόνο μία φορά όπου νοίκιασα κάποιες κασέτες.

Πρόεδρος: Η αστυνομία λέει ότι ήσασταν συνδρομητής.

Πόλυς: Υπάρχει η κάρτα, μπορείτε να το εξακριβώσετε. Έχω πάει μόνο μία φορά και μάλιστα μου κάνει εντύπωση πως δεν ήρθε η υπάλληλος του καταστήματος, αλλά ένας αστυνομικός, ο οποίος είπε πως ανεπιφύλακτα με αναγνώρισε. Η συγκεκριμένη κυρία με έχει δει μόνο μία φορά και ανάμεσα από εκατοντάδες καθημερινά πελάτες. Νομίζω ότι καθ’ υπόδειξη της αστυνομίας ότι έγινε η “ανεπιφύλακτη” αναγνώριση μου, όπως και πολλά άλλα ακόμα. Μιας και αναφέραμε αυτήν την κατάθεση, ας αναφέρουμε και την κατάθεση του αποθηκάριου στο σούπερ μάρκετ του Μασούτη, όπου έγινε η απόπειρα ληστείας της χρηματαποστολής. Εκεί ο αποθηκάριος λέει “…δεν πρόσεξα τη μάρκα του αυτοκινήτου”, ενώ μετά τον βάζουν να αναφέρει ένα toyota rav4. Και μας λέει εδώ “…εγώ δεν τα έχω πει αυτά τα πράγματα, προφανώς τα έχουν πει άλλοι μάρτυρες και τα απέδωσε η αστυνομία σε μένα”. Εδώ μπροστά ήμασταν όλοι. Αυτό δείχνει έναν τρόπο λειτουργίας της αστυνομίας τελείως διαφορετικό από αυτό που πιστεύει η κοινωνία. Εδώ μπροστά μας έγινε, δε νομίζω να το αμφισβητεί κανείς. Και το προσπεράσαμε έτσι, ότι ο άνθρωπος είπε “…εγώ δεν τα έχω πει αυτά τα πράγματα”.

Πρόεδρος: Προσπέρασε κανείς κάτι; Δεν έχουν όλα καταγραφεί; Όλα αξιολογούνται.

Πόλυς: Το προσπεράσατε χωρίς να του πείτε “έλα εδώ κύριε μου, ποιος σας πήρε την κατάθεση; Πώς μπορεί να γράφει μια κατάθεση πράγματα που δεν έχετε πει;”

Πρόεδρος: Όπλα στο σπίτι της Περαίας υπήρχανε;

Πόλυς: Κοιτάξτε, όπλα εγώ δεν έχω δει, ούτε τα εκρηκτικά τα έχω δει. Όπως αναφέρει και η έκθεση που έχει κάνει η αστυνομία ήταν επιμελώς κρυμμένα. Ούτε στο σπίτι της Περαίας, ούτε στο σπίτι της Αγίας Παρασκευής έχω δει όπλα. Είναι φυσικό, εννοείται πως εγώ ήξερα ότι ο Βασίλης ασχολείται με παρανομίες, έτσι; Είναι φυσικό να υποψιαστώ ότι υπάρχουν όπλα, δεν θα ψάχνουμε τώρα αν ήταν νόμιμα τα σπίτια, ήταν εν γνώση μου αυτό. Ούτε τον ρώτησα. Αλλά πήγα συνειδητά και η πορεία μου με τον Παλαιοκώστα δείχνει ότι είχα συνείδηση των κινδύνων. Αυτά όλα σημαίνουν αλληλεγγύη. (…)

Λοιπόν εδώ πέρα, σ’ αυτή την υπόθεση, πρέπει να κάνουμε και ψυχολογικές ερμηνείες σε κάποια πράγματα. Δηλαδή την ψυχολογική διαδικασία της εκλογίκευσης. Ο κ. Μυλωνάς δίνει μια πρώτη κατάθεση όπου αναφέρει: “Αυτός που μ’ έπιασε, ο νεαρός που σας είπα ότι καθόταν δίπλα μου στο τζιπ, ήταν πάρα πολύ ευγενικό παιδί, αδύνατος, ύψος 1,85 με 1,90 και μιλούσε πολύ καλά ελληνικά. Πρέπει να ήταν μικρότερος από 25 ετών”. Όλα τα αντικειμενικά στοιχεία που δίνει εδώ ο κ. Μυλωνάς, εκτός από το ευγενικός που είναι υποκειμενικό, δεν ισχύουν. Κανένα από αυτά τα αντικειμενικά στοιχεία. Λοιπόν, εγώ έχω ύψος 1,75 με 1,76 βαριά-βαριά, με τα παπούτσια δηλαδή. Το 1,85 με 1,90 απέχει πάρα πολύ. Ένας άνθρωπος 1,85 με 1,90 είναι ψηλός άνθρωπος, εγώ θεωρούμαι μετρίου αναστήματος. Απέχει πάρα πολύ και μάλιστα αναφέρει χαρακτηριστικά ότι ο δράστης που καθόταν δίπλα του στο τζιπ, στο αυτοκίνητο, τον έπιανε με άνεση. Καλά, για το “νεαρός μικρότερος από 25 ετών” δεν το συζητάμε, τότε ήμουν 30 χρονών. Αδύνατος. Υπάρχουν και φωτογραφίες από τη σήμανση, υπάρχουν και από τις κάμερες που μας πήραν, απ’ το show που έκανε γενικότερα η αστυνομία, υπάρχουν ακόμα και στοιχεία από τις φυλακές των Ιωαννίνων. Τότε, ήμουν 80kg. Ύψος 1,75 και 80kg, αδύνατο κάποιον δεν τον λες. Οπότε απ’ τα αντικειμενικά στοιχεία δεν προκύπτει τίποτα τέτοιο.

Έπειτα, ο κ. Μυλωνάς αναφέρει κάτι στην κατάθεση του, όπου εδώ είναι που δρα η ψυχολογική διαδικασία της εκλογίκευσης. Όταν αποδομείται η κατάθεση του, δημιουργεί επιστρώματα για να δικαιολογήσει την ήδη αποδομημένη κατάθεση. Δηλαδή, λέει ότι ο δράστης μπήκε 3-4 φορές μέσα στην σκηνή λέγοντας “Γιώργη, τι γίνεται; Είσαι καλά; Να σου φέρω τίποτα;” κτλ. Πουθενά στην πρώτη κατάθεση του δεν αναφέρει -φαντάζομαι την έχετε διαβάσει- ότι αυτός ο νεαρός ο ψηλός έχει μπει μέσα στην σκηνή. Αναφέρει δυο άτομα που έχουνε μπει, τον Βασίλη Παλαιοκώστα και τον Ασημάκη Λαζαρίδη που έχει ομολογήσει πάνω σ’ αυτό το θέμα. Και στη δεύτερη κατάθεση λέει ένα πράγμα, ότι αναγνωρίζει τον Ασημάκη. Και μάλιστα επειδή το “Γιώργη τι γίνεται;” είναι κάτι χαρακτηριστικό. Δεν νομίζω οι πάντες να του λένε “Γιώργη τι γίνεται;” Το απέδιδε στον Βασίλη Παλαιοκώστα και ξαφνικά έρχεται εδώ στην αίθουσα δικαστηρίου να πει ότι εγώ του έλεγα “Γιώργη τι γίνεται;”. Ένα το κρατούμενο. Όταν αποδομείται και το στοιχείο του ύψους, ξαφνικά ανακαλύπτει ότι ο δράστης φορούσε ψηλά αθλητικά παπούτσια. Ωραία, 15ποντα;! Ας μας το ξεκαθαρίσει. Πρώτον αυτό. Πότε το λέει αυτό: 18 μήνες έπειτα, αφού έχει αποδομηθεί εδώ μέσα στην αίθουσα η κατάθεση του περί ψηλού, και δέχεται εκεί αυτή τη βοήθεια που δίνει η αστυνομία, αυτή την ώθηση, λέει “εντάξει μωρέ, πάνω στη διαδικασία τώρα, πάνω στην ταραχή μπορεί να έχει γίνει κανένα λαθάκι”.

Και εδώ λοιπόν ερχόμαστε σ’ ένα άλλο ψυχολογικό φαινόμενο, της ομαδικής αυθυποβολής. Γιατί έχουμε και δεύτερη κατάθεση, της κ. Μυλωνά. Και μια δεύτερη κατάθεση που γίνεται σ’ ανύποπτο χρόνο. Γιατί η κ. Μυλωνά κατέθεσε, νομίζω, μια μέρα μετά την απαγωγή, ενώ ο κ. Μυλωνάς κατέθεσε μετά την απελευθέρωση του. Οπότε έχουμε δυο καταθέσεις όμοιες που μιλάνε για έναν ψηλό με ύψος 1,85 με 1,90, άρα έχουμε δυο συνδυασμένες καταθέσεις. Οπότε είτε έχει δράσει αυτή η ομαδική αυθυποβολή, είτε λένε την αλήθεια προανακριτικά. Η κ. Μυλωνά κιόλας, νομίζω ότι στάθηκε εδώ με παρισσεία και αρνήθηκε να μας αναγνωρίσει. Αντίθετα ο κ. Μυλωνάς, θεωρώ…

Πρόεδρος: Αρνήθηκε να μας αναγνωρίσει με το δεν μας αναγνώρισε, έχει μια διαφορά.

Πόλυς: Δεν μας αναγνώρισε και θεωρώ ότι υποδείχθηκε στον κ. Μυλωνά να μας αναγνωρίσει και αυτό έγινε όταν είμαστε στην ασφάλεια. Και σύμφωνα με την άποψη της αστυνομίας δηλαδή, μπορεί να έχει γίνει πάνω στην ταραχή κι ένα λάθος. Ποια είναι τα στοιχεία της αναγνώρισης του κ. Μυλωνά; Το σουλούπι ένα, και η φωνή δυο. Γιατί να έχει γίνει λάθος στη συνδυασμένη μαρτυρία του ύψους και να μην έχει γίνει λάθος στη φωνή; Στην αναγνώριση από τη φωνή που είναι και το πιο φυσιολογικό. Ρωτάω. Εκεί το σπρώξιμο της αστυνομίας δεν πολυπετυχαίνει. Επίσης καταθέτει ο κ. Μυλωνάς ότι εγώ οδηγούσα την BMW στην επιστροφή. Σας δώσανε και οι δικηγόροι τα χαρτιά, εγώ δεν έχω οδηγήσει, μόνο ποδήλατο έχω οδηγήσει, στο γυμνάσιο δηλαδή. Δεν έχω οδηγήσει ποτέ στην ζωή μου. Από εκεί και πέρα λέει και ένα άλλο πραγματάκι ο κ. Μυλωνάς. Στην κατάθεση του υπήρχαν πάρα πολλές αναφορές σε Αλβανό, σε αλβανόφωνο, προσέξτε όχι σε κάποιον με αλβανική προφορά απλώς. Αλλά δηλώνει τη σιγουριά του ο κ. Μυλωνάς ότι ήταν Αλβανός και λέει κιόλας “…έχω μιλήσει πολλές φορές λόγω της δουλείας μου με Αλβανούς”. Δίνει μια σιγουριά σ’ αυτό. Εγώ θα σας πω ένα άλλο σημείο που νομίζω ότι είναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό, ένα μόνο σημείο λοιπόν. Λέει: “Κάποια στιγμή σταματήσαμε και κατέβηκε αυτός που μιλούσε αλβανικά. Ένας από τους δράστες που μιλούσε σπαστά ελληνικά τού είπε: τον σάκο τον πήρες;”. Αυτό είναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό σημείο. Και εντύπωση μου κάνει, νομίζω πως ο κ. Μυλωνάς φάνηκε και εδώ ότι ξέρει πολύ καλά ελληνικά. Και ξέρετε κι εσείς θεωρώ, επειδή ξέρω κι εγώ, το “μιλούσε αλβανικά” -και τ’ αναφέρει κι αλλού- έχει σαφές νόημα. Το “μιλούσε αλβανικά” δεν σημαίνει έχει αλβανική προφορά, μιλούσε αλβανικά σημαίνει μιλούσε στην αλβανική γλώσσα. Άλλωστε ήταν σίγουρος τις πρώτες μέρες για την ύπαρξη Αλβανού. Και προσθέτω και τη μαρτυρία του αστυνομικού που είδε τους δυο ντυμένους με αστυνομικά ρούχα στην παράδοση των λύτρων. Στην κατάθεση του γράφει για πινακίδα Κορυτσάς, αλβανική ΚΟ, αργότερα ήρθε εδώ και είπε δεν είδε. (…) Εδώ στην αίθουσα ξαφνικά, αλλάξανε τις προανακριτικές καταθέσεις. Αυτό θα το εκτιμήσετε εσείς.

Οπότε εκτός απ’ αυτά, τα ψυχολογικά φαινόμενα της εκλογίκευσης και της ομαδικής αυθυποβολής, θα αναφέρω και ένα τρίτο. Όταν έρχεται ο εκπρόσωπος ενός βιομηχάνου και μιας τράπεζας και λένε “ληστές! ληστές!”, αυτό στην ψυχολογία ονομάζεται αντισταθμιστική συμπτωματολογία. Έτσι οι νόμιμοι ληστές έρχονται και κατηγορούνε κάποιους άλλους ως ληστές. Είναι οι ψυχολογικές διαδικασίες της άμυνας.

Έχουμε να κάνουμε και με μεταφυσικά φαινόμενα εδώ πέρα. Μ’ έναν Αλβανό φάντασμα που τον αναφέρουν σε είκοσι καταθέσεις, κόσμος και κοσμάκης. Τον αναφέρει ο κ. Μυλωνάς, αστυνομικοί, αυτοί που άκουσαν τις καταθέσεις και ξαφνικά αυτός εξαφανίζεται! Που πήγε ο Αλβανός; Σ’ αυτή την θέση του Αλβανού τοποθετείται ο Βαγγέλης. Τοποθετείται έτσι, επειδή είναι και της μόδας αυτά τα show των mentalist. Τοποθετείται μ’ έναν τέτοιο τρόπο. Ξαφνικά εξαφανίζεται ο Αλβανός, τοποθετείται ο Βαγγέλης, ξαφνικά εξαφανίζεται ο ψηλός, τοποθετούμαι εγώ. Έτσι ξαφνικά. Ξαφνικά μετά από 18 μήνες θυμάται ο κ. Μυλωνάς εκείνη την ώρα ότι “α, είχανε ψηλά παπούτσια”! Και τα προσπερνάμε αυτά έτσι. Και μου κάνει εντύπωση, πόσο δεν ήρθαν ένα σωρό μάρτυρες και ήρθαν αστυνομικοί αντ’ αυτών για να καταθέσουν τι είπαν αυτοί οι μάρτυρες. Δηλαδή πληροφορίες από δεύτερο και τρίτο χέρι. Δεν ήρθαν οι μάρτυρες εδώ να επιβεβαιώσουν, όπως ο υπάλληλος του video club για να πει, ναι τον ήξερα ερχόταν, ήρθε ο αστυνομικός για να πει “μας είπε η μάρτυς ότι τον έβλεπε συχνά”. Την κάρτα την έχετε, είναι στο προανακριτικό υλικό, την έχετε στην διάθεση σας για να δείτε ότι πράγματι η ενοικίαση των κασετών έγινε την ίδια ή την προηγουμένη μέρα.

Ήρθαν εδώ αστυνομικοί για να καταθέσουν φήμες και συνειρμικούς συλλογισμούς, δεν είναι αυτή λύση. Ήρθαν να καταθέσουν ποιοι είναι οι συνειρμικοί συλλογισμοί τους. Όπως η κλήρωση που κάνανε για το ποιοι συμμετείχαν στις ληστείες, δηλαδή βρήκαμε παπά να θάψουμε πέντε-έξι. Βρήκαν τέσσερα άτομα και είπανε να θάψουνε. Ποιος μας ταιριάζει; Ο Βαγγέλης. Ούτε που βλέπουνε ότι ο Βαγγέλης εκείνη την ημέρα για παράδειγμα δούλευε στο εργοστάσιο. Πόσοι μας λείπουν; Δύο; Βάζουμε τον Βαγγέλη και τον Πολύκαρπο. Πόσοι μας λείπουν; Τρεις; Βάζουμε και τον Λαζαρίδη. Με ποια στοιχεία όμως; Όλοι οι μάρτυρες ένας προς έναν δεν έκανε κανένας αναγνώριση. Ποια είναι αυτά τα αντικειμενικά στοιχεία τέλος πάντων που μας συνδέουν με αυτές τις πράξεις; Γιατί άμα είναι από συνειρμικούς συλλογισμούς και φήμες που ακούγονται, έχω να σας πω κι εγώ φήμες και συνειρμικούς συλλογισμούς που έχω ακούσει στη φυλακή για επιχειρηματίες και πολλούς άλλους. Δεν έρχομαι εδώ να καταθέσω τις φήμες και τους συνειρμικούς συλλογισμούς. (…)

Εισαγγελέας: Με δεδομένο το μένος που τρέφετε…

Πόλυς: Δεν είναι μένος, είναι πολιτική στάση και κοσμοθεώρηση.

Εισαγγελέας: Τους χαρακτηρίζετε όμως νόμιμους ληστές, αν αυτό δεν αποκαλύπτει ένα μένος, δεν ξέρω τι αποκαλύπτει.

Πόλυς: Όχι, για μένα καθόλου, πολιτική θέση αποκαλύπτει.

Εισαγγελέας: Με αυτή την πολιτική θέση εντός εισαγωγικών, όπως εντός εισαγωγικών βάζω και το μένος, πείτε μου λοιπόν, με αυτό το δεδομένο, με αυτούς τους χαρακτηρισμούς, τι είναι εκείνο που θα σας απέτρεπε από το να συμμετάσχετε σε μια σχεδιαζόμενη αρπαγή ενός τέτοιου ανθρώπου, τέτοιου προσώπου, με σκοπό τα λύτρα; Δηλαδή την απαγωγή του, όπως εσείς αναφέρετε.

Πόλυς: Ανέφερα και στην αρχή της απολογίας μου, ότι το ζήτημα για τον πολιτικό χώρο στον οποίο ανήκω δεν είναι η απαλλοτρίωση ή η ληστεία του συγκεκριμένου προσώπου, του καπιταλιστή σαν άνθρωπου, είναι η συνολική απαλλοτρίωση της αστικής τάξης και ο κομμουνισμός. Αυτό εννοώ. Και η ατομική απαλλοτρίωση ανήκει στον αξιακό κώδικα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Από εκεί και πέρα, όπως ανέφερε και ένας μάρτυρας, ο Κ., υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στη δολοφονία και στην απαλλοτρίωση, στη ληστεία. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά. Μια απαγωγή εμπεριέχει το ενδεχόμενο της δολοφονίας. Το αναρχικό κίνημα και το κομμουνιστικό κίνημα είναι πολιτικά κινήματα, που εμφανίζονται πολιτικά τον 19ο αιώνα, έχουν συγκεκριμένες ρίζες. Και οι ρίζες και των δύο κινημάτων που κάποτε ήταν ενιαία, είναι βαθιά ανθρωπιστικές. Οι πηγές τους τέλος πάντων. Δηλαδή μπορεί να βρίσκουμε ρίζες από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, από τους κυνικούς φιλοσόφους και τους επικούρειους. Εγώ είμαι περισσότερο με τους επικούρειους, αν και οι περισσότεροι αναρχικοί βλέπουν με συμπάθεια περισσότερο τους κυνικούς. Από τις μυστικιστικές χριστιανικές σέχτες που αντιστάθηκαν στην καθολική εκκλησία τον 15ο και 16ο αιώνα και από το διαφωτισμό, από εκεί προέρχονται οι ρίζες του αντιεξουσιαστικού κινήματος. Είναι βαθιά ανθρωπιστικές. Το ζήτημα για μένα είναι η κοινωνική επανάσταση. Εισαγγελέας: Πώς μπορεί να συμβεί αυτό;

Πόλυς: Εννοείτε πώς μπορεί να συμβεί η κοινωνική επανάσταση;

Πρόεδρος: Καλά κύριε εισαγγελέα, διάλογο θα κάνουμε;

Εισαγγελέας: Εσείς κύριε με ποιες ενέργειες θεωρείτε ότι μπορεί να γίνει η κοινωνική επανάσταση;

Πόλυς: Ατομικά δεν γίνεται. Με την οικοδόμηση ενός ριζοσπαστικού. ..

(αλλεπάλληλες διακοπές από πρόεδρο και εισαγγελέα)

… αυτό γίνεται κυρίως μέσα από κοινωνικές διεργασίες. Με δυο λόγια, υπάρχει μια πολιτική έννοια που λέγεται βολονταρισμός. Βολονταρισμός σημαίνει ότι η κοινωνική επανάσταση μπορεί να επέλθει από ατομικές πράξεις. Αυτό όμως δεν αρκεί. Για την κοινωνική επανάσταση χρειάζονται συγκεκριμένες κοινωνικές διεργασίες.

Από την ‘απολογία’ του Βαγγέλη Χρυσοχοΐδη το Φλεβάρη του 2010

Καταρχήν, αρνούμαι όλες τις κατηγορίες που με προσάπτετε. Δεν έχω καμία σχέση με : αρπαγή, εκβίαση, σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, απόπειρα ανθρωποκτονίας, ληστείες. Θα αναφερθώ στη γνωριμία μου με τον Βασίλη Παλαιοκώστα, αφού με αφήσετε να πω κάποια πράγματα.

Λοιπόν επιτέλους ήρθε η ώρα για να πω ποιος πραγματικά είμαι και τι έχω κάνει. Σίγουρα ο καθένας είναι επηρεασμένος από τους δημοσιοκάφρους των ΜΜΕ για τον διασυρμό της προσωπικότητάς μου και την προσβολή τόσο τη δική μου όσο και της οικογένειάς μου. Με παρουσίαζαν ως σεσημασμένο ληστή κι ως είλωτα του χρήματος και οικονομικά άνετου να μπαινοβγαίνω σε καζίνα και μπουζούκια ενώ δεν έχω πατήσει ποτέ σε τέτοιους χώρους. Ό,τι έχει ακουστεί για μένα δεν σημαίνει ότι έχει λεχθεί και πραχτεί από μένα. Φημολογίες που όσο δεν αρμόζουν στην πραγματικότητα, άλλο τόσο δεν αρμόζουν και στο ήθος μου.

Κανείς δεν μίλησε για τα αληθινά και δύσκολα χρόνια της εργασίας μου (όντας στο εργοστάσιο επίπλων από 14 χρονών με 2500 ένσημα), για την σκληρή καθημερινότητα της επιβίωσης, το ότι δεν δούλευα από χόμπι αλλά επειδή δεν είχα άλλο τρόπο για να βγάλω χρήματα και να αγοράσω τα πιο αναγκαία ώστε να γίνω «κοινωνικά αποδεκτός». Κανείς δεν δουλεύει από χόμπι, ακόμα και εσείς φαντάζομαι δεν έρχεστε εδώ κάθε πρωί για να βγάζετε και να βάζετε κόσμο στην φυλακή… Αλλά για να βγάλετε χρήματα! Απλά στην εργασία υπάρχει το ζήτημα αν είσαι αφεντικό, εργάτης, δημόσιος υπάλληλος κτλ, ώστε να έχεις μία πιο άνετη ζωή και ξεκούραστη καθημερινότητα. Εγώ ας πούμε, που είμαι εργάτης, πουλάω την ενέργειά μου στα αφεντικά για να αγοράσω τα πιο βιώσιμα αγαθά, άντε και καμιά μπίρα, αρκετά ώστε την άλλη μέρα να ξανά πάω στην δουλεία…να ξαναπουλήσω και να ξαναγοράσω, από την παραγωγή στην κατανάλωση και πάει λέγοντας… Όλη η καθημερινότητά μας ή καλύτερα όλη η ζωή μας κινείτε γύρω από την εργασία: Από μικρός που θα πάω στο σχολείο πρέπει να γίνω καλός μαθητής για να κάνω αργότερα μια δουλειά που θα βγάζω αρκετά χρήματα (άσχετα αν έχω φάει τα νιάτα μου σε σχολείο-διάβασμα-σπίτι-φροντιστήριο), μέχρι που θα βγω στην σύνταξη εξασφαλισμένος από ένα μισθό και απλά θα περιμένω να πεθάνω χορτάτος. Από τις 6 το πρωί που θα ξυπνήσω για να πάω στην δουλεία, το απόγευμα που θα σχολάσω και θα σχολιάσω με τους φίλους μου πως πέρασε το 8ώρο, μέχρι που θα γυρίσω νωρίς το βράδυ σπίτι για να κοιμηθώ ώστε να ξυπνήσω πάλι νωρίς για την δουλεία…

Σχολιάζοντας λοιπόν με φίλους, αυτό που διακρίνω είναι ότι όλοι οι εργαζόμενοι δεν ενδιαφέρονται για μια πιο αξιοπρεπή καθημερινότητα, και ίσως να μην αφιερώνουν χρόνο να ασχοληθούν επ’ αυτού αναπαυόμενοι σε μια ρομποτική ζωή: σχολνώντας απ’ την δουλειά, να δούνε τους βαθμούς των παιδιών τους, να πλένουν το αυτοκίνητο, να δούνε καμία ταινία και πάλι απ’ την αρχή… Καλουπωμένοι και εξαντλημένοι απ’ την εργασία, δεν υπάρχουν περιθώρια σκέψεις γι’ αυτούς. Εγώ ας πούμε, με πήρε 8 χρόνια για να αλλάξω δουλειά, αφού είχα ήδη αντιληφθεί την επικινδυνότητα – έχοντας κόψει το ένα άκρο του δαχτύλου, έχοντας πάθει διπλή δισκοκήλη στην μέση σε σημείο που να μην μπορώ να σκύψω για 6μήνες (για τους οποίους με κατηγορείτε για διάφορα ενώ έκανα θεραπείες) – και αφού είδα τον συνάδελφό μου Σπύρο με τα μυαλά χυμένα στο πάτωμα! Εκεί γονάτισα, δεν άντεξα άλλο… Τους περισσότερους εργαζόμενους δεν τους ενδιαφέρει αν παίρνουν μικρότερο μισθό από τον βασικό και δεν έχουν το θάρρος να τον διεκδικήσουν. Δεν λένε όχι στις υπερωρίες αλλά λένε όχι στην ανεργία, αφού έχουν ήδη καλύψει τις εργάσιμες ώρες κάποιου άνεργου και ταυτόχρονα ζούνε κάτω από την απειλή της απόλυσης. Δεν ζητάνε άδειες, ασφάλιση ούτε και μέτρα ασφάλειας!

Αυτά όλα τα έχω δει, τα έχω ζήσει και έχω αγωνιστεί ατομικά – δυστυχώς – , κατόπιν της αγνόησης των συναδέλφων μου. Όταν ας πούμε, τους έλεγα να μην δουλέψουμε υπερωρίες μέχρι το αφεντικό να μας κάνει αύξηση, το θεωρούσαν παράλογο, μη παραγωγικό, που στρέφεται εναντίον μας. Όταν όμως έπαιρνα εγώ την αύξηση διεκδικώντάς την με αυτόν τον τρόπο, αυτοί αντί να πράξουν το ίδιο, με αντιμετώπιζαν αρνητικά γιατί δεν ζήτησα και για αυτούς! Κλασική μικροαστική λογική… ας το κάνουν άλλοι για μένα, εγώ έχω και παιδιά να μεγαλώσω… Στην μοναδική στιγμή που δέχτηκα συγχαρητήρια, ήταν όταν μίλησα για τα μέτρα ασφαλείας μετά τον θάνατο του συνάδελφο μου! Και πάλι όμως, εργατοπατεράδες, πρώην πρόεδροι του συνδικάτου ξυλείας, πήραν το μέρος του αφεντικού λέγοντας πως ήταν μοιραίο!!! Μοιραίο να πεθαίνεις την στιγμή που δουλεύεις!!! Που δουλεύεις για να ζήσεις… Τα τελευταία χρόνια γνωρίζαμε ότι οι συνδικαλιστές θεωρούν απαραίτητο να πουλάμε τον χρόνο της ζωής μας με αντάλλαγμα την επιβίωση και κατόπιν αυτοί να μεσολαβούν επί της τιμής. Γνωρίζαμε ότι οι συνδικαλιστές χρησιμοποιούν τα συνδικάτα ως μέσα για να μπουν στην πολιτική και ταυτόχρονα να κομματικοποιούν τους εργαζόμενους. Γνωρίζαμε ότι οι συνδικαλιστές δεν εναντιώνονται στα αφεντικά και στο κεφάλαιο για να μην αναπαυθεί (;) η «εργατική τάξη», οπότε και δεν θα υπήρχε πλέον λόγος της ύπαρξής τους και του βιοπορισμού τους! Αλλά αυτό που δεν γνωρίζαμε είναι ότι θεωρούν μοιραίο κάποιος να σκοτωθεί, να πεθάνει στη δουλειά! 14-25 χιλιάδες νεκροί το χρόνο, 2 εκατομμύρια ανάπηροι και 20-25 εκατομμύρια τραυματίες, είτε από πτώσεις είτε από εκρήξεις στους καπιταλιστικούς ναούς που κατασκευάζουν είτε σαπίζοντας από αρρώστιες που οφείλονται στην πολύχρονη έκθεσή τους σε βλαβερές ουσίες…Χωρίς να υπολογίσουμε αυτούς που καταλήγουν στον αλκοολισμό ή στην αυτοκτονία μετά από οικονομική κατάρρευση… Κι όλα αυτά, απλά μοιραία, όπως λένε οι συνδικαλιστές…

Εδώ φαίνεται ότι η εργασία δεν έχει καμιά σχέση με το κοινωνικό όφελος αλλά έχει ως στόχο καθαρά το χρήμα. Η μόνη σχέση που έχει ο εργάτης με τη δουλειά του είναι ο μισθός ενώ η μόνη σχέση που έχει το κάθε αφεντικό με τη δουλειά του είναι το κέρδος της επιχείρησης. Για μένα απλότητα ζωής είναι το χρήμα, για άλλους η απελευθέρωση της εργασίας και για άλλους η τεμπελιά. Το θέμα είναι ότι όλα τα αφεντικά βάζουν το χρήμα πάνω από τον άνθρωπο, δίνουν βάση στην παραγωγή και αφήνουν παραπέρα τα εργατικά δικαιώματα. Αν κάποιες ενδεχόμενες ανθρώπινες ευαισθησίες τούς καλούσαν να κρατήσουν τα προσχήματα, θα έδιναν βασικό μισθό 1200 ευρώ όπως στην Ευρώπη… Με μια λογική του να ρίξουν την ανεργία στο 0%, θα προσλαμβάνονταν όλοι, με τις εργατοώρες να ήταν 4ώρα ή 5ωρα, αλλά με τον σημερινό βασικό μισθό τουλάχιστον να μην έπεφτε… Όταν όμως το δυναμικό τους δουλεύει 10-12 ώρες, αυτοί δεν προσλαμβάνουν προσωπικό, γιατί δεν τους συμφέρει οικονομικά, δεν τους ενδιαφέρει για το αν αντέχεις ή εξαντλείσαι σωματικά. Δίνουν το βασικό μισθό 650 ευρώ το μήνα και δεν τους ενδιαφέρει το πώς θα την βγάλεις, αν έχεις για το νοίκι, για το φαγητό, ή αν θες να πας κάποιο ταξίδι να χαλαρώσεις. Από τη στιγμή που το χρήμα είναι καταμερισμένο άνισα, τότε σημαίνει κυριαρχία, εξουσία! Όσο υπάρχει χρήμα, ποτέ δεν θα είναι αρκετό για όλους! Και για να μαζέψουν κάποιοι τόσο αρκετό ώστε να είναι ικανοποιημένοι, εκμεταλλεύονται μέχρι και το τελευταίο λεπτό της αντοχής μας. Με κουδούνι αρχίζουμε, με κουδούνι σταματάμε για διάλειμμα, με κουδούνι ξαναρχίζουμε, με κουδούνι σχολάμε. Ο χρόνος είναι χρήμα ? αν αργήσουμε … κόκκινη κάρτα! Αντικατέστησαν κάθε εργατικό χέρι με μια μηχανή επειδή είναι καλύτερες, φθηνότερες μα πάνω απ’ όλα γρηγορότερες. Μεταφέρονται εργοστάσια σε χώρες με φτηνά εργατικά χέρια και η ανεργία βαράει κόκκινο. Δεν στεναχωριέμαι που είμαι άνεργος (αφού έχω όλο τον χρόνο για να διασκεδάσω την ημέρα μου), αλλά επειδή είμαι άφραγκος. Δουλεύω – έχω λεφτά – δεν έχω χρόνο να το απολαύσω. Δεν δουλεύω – έχω χρόνο – αλλά δεν έχω λεφτά. Έτσι είναι το καπιταλιστικό σύστημα: σε βάζει σε καλούπια, σε εξαντλεί, σε σκοτώνει, ενώ οι πλούσιοι πλουτίζουν και οι φτωχοί φτωχαίνουν! 8-10 ώρες την ήμερα, 40 ώρες την εβδομάδα, 300 μέρες το χρόνο, 10.500 ένσημα, 65 χρονών όριο ηλικίας, 650 ευρώ το μήνα…με μαθηματική ακρίβεια σημαίνει τρομοκρατία!

Έτσι λοιπόν αντιλαμβανόμενος όλα τα παραπάνω, ως ένας εργάτης με συνείδηση και θέλοντας να ζήσω πριν από το θάνατο, άφησα πίσω μου την σκληρή εργασία, παραμέλησα τον μισθό μου και τους αγώνες που είχα δώσει γι’ αυτόν, που ήταν μεγαλύτερος απ’ την δεύτερη δουλειά που έπιασα ως γραφίστας. Για να μην έχω τον κίνδυνο της σωματικής φθοράς ή κάποιου εργατικού δυστυχήματος, για να ‘μαι πλέον ξεκούραστος σωματικά, χωρίς να χρησιμοποιώ το αυτοκίνητο και να εκνευρίζομαι ανά 10 μέτρα, με μεγαλύτερες αντοχές σεξουαλικά, με τα χέρια μου να μην είναι σκασμένα απ’ τα τριψίματα και το κρύο, με καθαρά ρούχα, και στην τελική, για να μην ξυπνάω βάρβαρα από τις 6 το πρωί, καθώς το πιο σημαντικό για μένα είναι ο χρόνος για την ανάρρωση και τις φυσιοθεραπείες για τη μέση μου. Και όλ’ αυτά θυσιάζοντας το μεγαλύτερο μισθό που έπαιρνα απ’ τη δουλειά στο εργοστάσιο. Είπαμε άλλωστε…ο άνθρωπος πάνω από τα κέρδη… Εννοείται βέβαια, πως και σ’ αυτή τη δουλειά, όπως και σε όλες, υπάρχει κι αρνητική πλευρά: αύξηση μυωπίας εξ’ αιτίας του υπολογιστή, κτλ. Δουλειά και χαρά δεν υπάρχει! Αν υπήρχε χαρά στη δουλειά, τότε δεν θα περιμέναμε πότε θα σχολάσουμε! Αν υπήρχε χαρά στη δουλειά, τότε τα αφεντικά θα την κρατούσανε για τον εαυτό τους!

Γενικά θα ‘ταν ωραία να μην υπήρχε δουλειά, μισθωτή σκλαβιά, αφού όσο υπάρχει δουλειά, θα υπάρχουν και σκλάβοι (βλ. Αρχαία Ελλάδα). Απ’ τη μια βέβαια, το να μιλήσουμε για την κατάργηση της εργασίας μέχρι το να γίνει πράξη είναι κάτι το αφάνταστο, απ’ την άλλη όμως, το να μιλάμε για την άρνησή της και το να μείνω αλληλέγγυος σε ανθρώπους που το επιδιώκουν, μου είναι κάτι σαν χρέος μου! Αφού ήδη έχω κατανοήσει την καθημερινότητα της εργασίας, μου είναι αδιανόητο να μην την αρνηθώ ή να μην αγωνιστώ για να την αλλάξω! Ο Βασίλης Παλαιοκώστας έχει αρνηθεί την εργασία αφού την έχει δοκιμάσει και επιβιώνει ληστεύοντας τράπεζες, ενάντια πάντα σε κάθε μορφή εκμετάλλευσης, με αξιοπρέπεια στη ζωή και σεβασμό προς τον άνθρωπο, με το πάθος του για την ελευθερία. (Δε χρειάζεται να μπούμε στο ζήτημα για το τι ρόλο παίζουν οι τράπεζες – περί νόμιμης τοκογλυφίας κτλ – για να αποδείξουμε το ποιος χρησιμοποιεί περισσότερη βία … αυτός που τη ληστεύει ή αυτός που ιδρύει μια τράπεζα;) Δεν θεοποιώ βέβαια την παρανομία του Βασίλη Παλαιοκώστα, αφού για μένα πρόκειται άλλωστε για μία κάπως περιορισμένη ελευθερία, το γεγονός όμως ότι συντάσσεται θετικά για το άτομό του μεγάλο ποσοστό της κοινής γνώμης έχει κάτι να πει από μόνο του. Εδώ άλλωστε ο οποιοσδήποτε αστυνομικός τον προτιμάει από τον κάθε ληστή περιπτέρου που σκοτώνει για 200 ευρώ, από τον κάθε τσαντάκια, από τον κάθε νταβατζή, από το κάθε βαποράκι της πρέζας, από τον κάθε απατεώνα… Κι αυτό που με είπαν στα κρατητήρια είναι ότι παρακαλούσαν να είναι ο Βασίλης Παλαιοκώστας πίσω από την απαγωγή του κ. Μυλωνά, γιατί έγιναν κάποιες γκάφες απ’ τη μεριά τους κι υπήρχε περίπτωση να χάσουν τον κ. Μυλωνά, με τη σκέψη ότι ο Βασίλης Παλαιοκώστας είναι ο άνθρωπος που ξέρει τι θέλει και πως να το πάρει χωρίς να υπάρχουν απώλειες. Αυτό ακριβώς με είπαν! Παρ’ όλ’ αυτά όμως χρησιμοποιούν την εγκληματοποίηση ως μέσο για να απομονώσουν άτομα τα οποία θεωρούν επικίνδυνα. Μια απομόνωση βέβαια που κυριαρχεί ούτως ή άλλως σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας. Κι ο αγώνας ενάντια στην απομόνωση κι υπέρ της αλληλεγγύης είναι ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά μου! (Έχουμε ανάγκη από όπλα κι η αλληλεγγύη είναι μεγάλο όπλο!) Συν τοις άλλοις, είμαι πολύ συναισθηματικός άνθρωπος για να μην σταθώ αλληλέγγυος σε κάποιον που έχει ανθρώπινα χαρακτηριστικά ώστε να ζει ελεύθερος! Η συνείδησή μου με έλεγε πως αν δεν στεκόμουν δίπλα του θα ακύρωνα τόσο τον εαυτό μου κοινωνικά, όσο και ατομικά! Δεν θα ήμουν αληθινός!

Ακόμα και τώρα έγκλειστος για την επιλογή μου, κατανοώ πως αν δεν έπραξα «σωστά», τουλάχιστον έπραξα ανθρώπινα. Γιατί το να ζει κόσμος στη φυλακή, μόνο ανθρώπινο δεν είναι! Η απειλή, ο εξευτελισμός κι οι βασανισμοί από την υπηρεσία, οι ανθυγιεινές συνθήκες διαβίωσης (η χρήση της τουαλέτας, μπάνιο με κρύο νερό, ύπνος στο πάτωμα – αφού 2 τ.μ. αντιστοιχεί στον καθένα – , έλλειψη θέρμανσης, το φαγητό που δεν το τρώνε ούτε οι γάτες…), όλ’ αυτά ονομάζονται σωφρονισμός! Κατά τ’ άλλα, η τιμωρία μας είναι μόνο η στέρηση της ελευθερίας… Άλλωστε, ούτε τον σωφρονιστικό κώδικα δεν είναι ικανοί να εφαρμόσουν… Το εμπόριο της πρέζας που εισάγεται από την ίδια την υπηρεσία (αφού η τιμή κόστους είναι δεκαπλάσια από την τιμή της Ομόνοιας), η έλλειψη προγραμμάτων Κ.ΕΘ.Ε.Α., η ανυπαρξία γιατρών κι ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, όλ’ αυτά είναι κάποιες από τις αιτίες για τους 377 νεκρούς κρατούμενους της τελευταίας δεκαετίας. Κι η μη συνεύρεση με τη σύντροφό μας – μια βιολογική ανάγκη – είναι το τελευταίο χτύπημα της απομόνωσης μετά τη διάλυση της οικογένειας. Ήμουν η χαρά μα τώρα η λύπη, ήμουν η λογική μα τώρα η τρέλα, ήμουν ένας άνθρωπος μα τώρα κτήνος… η μεταμόρφωση αυτή είναι το ύστατο αποτέλεσμα της απομόνωσης! Οι 4 στους 5 αποφυλακισθέντες να γυρίζουν πίσω, με πιο βαριές κατηγορίες, πριν ακόμη λήξει η αναστολή τους. Γιατί; Γιατί τα κάγκελα έχουν κλείσει τα μυαλά μας και τη σκέψη μας, τις καρδιές και τα αισθήματα μας! Έτσι πάνε αυτά… απ’ το βασίλειο της θλίψης στο χάδι του θανάτου!

Και προσπαθώντας να επιβιώσω στα σύγχρονα κολαστήρια με τη γυμναστική, το διάβασμα, την αλληλογραφία και τα μεροκάματα, αυτό που δεν θέλω να χάσω είναι ο αυθορμητισμός μου – το χαμόγελο. Ένα χαμόγελο που δεν πέρασε απαρατήρητο κατά τη σύλληψή μου, κάτι που δεν άρμοζε στα χαρακτηριστικά που έδιναν οι εχθροί της αλήθειας των ΜΜΕ περί σκληρών και αμετανόητων εγκληματιών… κι όταν δεν τους έκατσε, το γύρισαν στην ρητορεία περί αναισθησίας, λες και είμαστε ζώα και δεν ξέρουμε τι μας γίνεται… Αλλά τι να κάνουμε; Ένα κουράγιο δώσαμε σε φίλους και γονείς, ένα χαμόγελο μωρέ που δεν κοστίζει τίποτα, ένα χαμόγελο που πλουτίζει αυτούς που το παίρνουν χωρίς να φτωχαίνουν αυτοί που το δίνουν. Μια στιγμή κρατάει και η ανάμνησή του αιώνια. Δεν το αγοράζεις ή πουλάς, δεν το ζητάς ή το κλέβεις, μόνο στο χαρίζουν. Κι αν κάποιος είναι κουρασμένος που δεν μπορεί να μου το χαρίσει, τότε του δίνω το δικό μου…

Και κάτι τελευταίο, θα διαβάσω ένα ποίημα:
Δεν αγάπησα τον κόσμο, ούτε αυτός με θέλησε.
Δεν λάτρεψα τις ιεραρχίες του, ούτε λύγισα το γόνατο μπροστά στα είδωλά του.
Δεν χαμογέλασα ψεύτικα, ούτε κραύγασα μια ηχώ για να λατρέψω.
Ανάμεσα στα πλήθη δεν ήμουν άλλος ένας αριθμός, ήμουν μαζί τους μα δεν ήμουνα δικός τους.