Κείμενο Τάσου Θεοφίλου εν όψει της δίκης του στις 11/11/13

  Στις 11 Νοεμβρίου, μετά από πεντάμηνη αναβολή ξεκινάει η δίκη μου στο Εφετείο της Λουκάρεως, όπου αντιμετωπίζω μια δέσμη κατηγοριών που αφορά στην υποτιθέμενη συμμετοχή μου στην ΣΠΦ και μια δέσμη που αφορά στην υποτιθέμενη συμμετοχή μου στη ληστεία της Πάρου.

Μια δίκη με εμφανή χαρακτηριστικά πολιτικής σκοπιμότητας και δικονομικής αυθαιρεσίας, με στοιχεία από ανεπαρκή έως κατασκευασμένα και γεγονότα παραμορφωμένα στην προκρούστεια κλίνη της αντιτρομοκρατικής και των ειδικών ανακριτών. Μια υπόθεση που αναδεικνύει την ενορχηστρωμένη από τα μίντια αστυνομικό- δικαστική διαχείριση των αποκλεισμένων και των αντιστεκόμενων. Είναι ένα πολιτικό πείραμα, καθώς συνδυάζεται ο από μηχανής Θεός της αστυνομικής καταστολής, το επιστημονικοφανές DNA, με το πασπαρτού της δικαστικής καταστολής άρθρο 187Α , τον λεγόμενο τρομονόμο.

   Έχει επίσης μια σημασία από νομικής άποψης ότι από την μια δεν υπάρχει εναντίον μου ούτε μισό αξιόπιστο στοιχείο και ότι από την άλλη ως συνέπεια αυτής της ανυπαρξίας, παραβιάζεται οποιαδήποτε έννοια τεκμήριου αθωότητας. Καλείται ο κατηγορούμενος να αποδείξει την αθωότητα του και όχι το δικαστήριο την ενοχή του, σύμφωνα με τις εγγυήσεις που υποτίθεται ότι παρέχει η επηρεασμένη από τον Διαφωτισμό Ποινική Δικαιοσύνη. Ακόμα χειρότερα στην περίπτωση μου καλούμαι να ανασκευάσω τις εναντίον μου κατηγορίες χωρίς να αντιμετωπίζω απτά στοιχεία, αλλά ένα σκεπτικό βασισμένο σε ψεύδη και αυθαίρετα συμπεράσματα για τον τρόπο ζωής μου και όχι για συγκεκριμένες πράξεις.

   Πέρα όμως από τη δικαστική υπάρχει και η αστυνομική διάσταση που έχει μεγάλη σημασία, καθώς προκύπτουν πολλά ερωτήματα. Με βασικότερο από όλα το γιατί η αντιτρομοκρατική και όχι η ασφάλεια να ασχοληθεί με μία ληστεία. Πολύ απλά γιατί υπήρχε νεκρός και μάλιστα πολίτης. Μια πρώτης τάξης ευκαιρία να συνδεθεί ο αναρχικός χώρος με ενέργειες που δεν στρέφονται κατά κρατικών και καπιταλιστικών στόχων, αλλά κατά πολιτών. Μια προσπάθεια που ξεκίνησε το 2009 (;) με την περίεργη υπόθεση έκρηξης βόμβας και του θανάσιμου τραυματισμού νεαρού Αφγανού μετανάστη και συνεχίστηκε με τα τραγικά γεγονότα της marfin. Μίντια και αντιτρομοκρατική πασχίζουν να πείσουν ότι οι αναρχικοί αποτελούν κίνδυνο για τον οποιονδήποτε και όχι για την εξουσία.

Επίσης, έχει σημασία το τι είναι η Αντιτρομοκρατική και ποιος είναι ο ρόλος της. Ο ρόλος της φυσικά δεν είναι να εξιχνιάζει ληστείες και ανθρωποκτονίες. Αυτό είναι δουλειά της Ασφάλειας. Ο ρόλος της αντιτρομοκρατικής είναι να διαλύσει τον αναρχικό χώρο και οποιαδήποτε κοινότητα αγώνα, με πρόσχημα την “εξάρθρωση” των ένοπλων οργανώσεων. Έτσι, οι “λάθος” συλλήψεις δεν είναι αποτέλεσμα ανικανότητας, αλλά αντίθετα της ικανότητας να δημιουργούν ένα κλίμα τρόμου και πανικού ανάμεσα στους αγωνιζόμενους ανθρώπους. Στη σύγχρονη δημοκρατία υποτίθεται πως δε διώκονται οι ιδέες, διώκονται οι πράξεις. Και όταν δεν υπάρχουν αξιόποινες πράξεις, εφευρίσκονται.

   Έτσι, κάποιος στις 14 Αυγούστου κάποιος “άγνωστος” τηλεφωνεί στην Αντιτρομοκρατική και τους “ενημερώνει” ότι οι δράστες της ληστείας στην Πάρο έχουν σχέση με την τρομοκρατία και μάλιστα ένας εξ αυτών ονομάζεται Τάσος, έχει τα χαρακτηριστικά μου και διαμένει στη συγκεκριμένη διεύθυνση, δηλαδή στο πατρικό μου. Στις 18 Αυγούστου ξανατηλεφωνεί και ενημερώνει ότι βρίσκομαι στα σκαλάκια του Μετρό Κεραμεικού, όπου και συλλαμβάνομαι. Ο “άγνωστος” άντρας φυσικά ποτέ δεν εντοπίστηκε από την αντιτρομοκρατική.

   Με αυτόν τον τρόπο γέμισε η κενή θέση που η Αντιτρομοκρατική μου είχε ετοιμάσει από τον Δεκέμβρη του 2010. Στις 4 Δεκέμβρη του 2010 συλλαμβάνονται 6 αναρχικοί σύντροφοι μετά από “μεγαλειώδη” επιχείρηση της αντιτρομοκρατικής. Μια επιχείρηση που εξελίσσεται σε φιάσκο, καθώς από τους 6 συλληφθέντες που κατηγορήθηκαν ως μέλη της ίδιας ομάδας, κάποιοι δεν γνωρίζονται καν μεταξύ τους, κάτι που επικυρώνεται και δικαστικά λίγους μήνες μετά,  με την απαλλαγή δύο εξ αυτών από τις κατηγορίες. Αλλά και για τους υπόλοιπους τέσσερις, παρά τις θριαμβολογίες του τότε υπουργού Προ.Πο. Χρήστου Παπουτσή, δεν προκύπτει παρά οπλοκατοχή και χωρίς μια σειρά δικαστικών αλχημειών θα ήταν αδύνατο να προστεθεί η κατηγορία της συμμετοχής στη ΣΠΦ.

   Οι τρεις κατηγορούμενοι για την υπόθεση (Κώστας Σακκάς, Αλέξανδρος Μητρούσιας και Γιώργος Καραγιαννίδης) αναλαμβάνουν την ευθύνη της οπλοκατοχής με σκοπό την αναρχική δράση, ενώ η αναρχική Στέλλα Αντωνίου βρίσκεται στο στόχαστρο των διωκτικών αρχών εξαιτίας της συντροφικής της σχέσης με τον Κώστα Σακκά, αλλά και για τη βοήθεια που παρείχε στον Αλέξανδρο Μητρούσια.

Η αντιτρομοκρατική φυσικά γνώριζε και την δική μου συντροφική και φιλική σχέση με τον Κώστα Σακκά, με τον οποίον ήμασταν συμφοιτητές  από το 2002 στη θεολογική σχολή Θεσσαλονίκης. Και κάπως έτσι έχει τοποθετήσει στις παρακολουθήσεις της ένα άγνωστο, υποτίθεται, πρόσωπο που όλως τυχαίως έχει τα χαρακτηριστικά μου και το παρουσιάζει σε υπαρκτές και ανύπαρκτες συναντήσεις. Στην πραγματικότητα καθόλου άγνωστο δεν τους ήταν αυτό το πρόσωπο για το οποίο άφησαν μια κενή θέση στη δικογραφία για την κατάλληλη στιγμή. Και η κατάλληλη στιγμή για τις επικοινωνιακές τους σκοπιμότητες ήρθε τον Αύγουστο του 2012. Κάνει εντύπωση φυσικά, πως αυτό το “άγνωστο” πρόσωπο το οποίο δε συνέλαβαν τότε, τον Δεκέμβρη του 2010 επειδή δε θεώρησαν ότι έχει μεγάλη σημασία, μπόρεσαν και το αναγνώρισαν, παρά τη μικρή του σημασία δύο χρόνια μετά.

   Η αντιτρομοκρατική επέλεξε να καλύψει αυτή τη κενή θέση που μου είχε φυλάξει, με τον πιο παταγώδη αλλά και αναξιόπιστο τρόπο. Επέλεξε να με εμφανίσει ως εμπλεκόμενο σε μια ληστεία με ανθρωποκτονία, στηριζόμενη σε dna που “βρέθηκε” σε κάποιο καπέλο που υποτίθεται ότι έπεσε από τον δράστη, τη στιγμή που μια σειρά υπόπτων παρατυπιών, αντιφάσεων και παραλήψεων τόσο στη διαδικασία περισυλλογής του όσο και στην εργαστηριακή του εξέταση καταδεικνύουν πως ως στοιχείο είναι ανύπαρκτο, αν όχι κατασκευασμένο.

   Η περίπτωση μου δεν αποτελεί εξαίρεση, είναι μια τυπική περίπτωση στο σύγχρονο καθεστώς εξαίρεσης. Είναι κοινός τόπος πως με την εκδήλωση της συστημικής κρίσης πολλά έχουν αλλάξει σε οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό επίπεδο. Το Κεφάλαιο αλλάζει τους όρους επιβολής του και το καθεστώς έκτακτης ανάγκης επιβάλλεται ως μόνιμο. Το αστυνομικό- δικαστικό σύμπλεγμα αναβαθμίζει το ρόλο του και από συμπληρωματικός θεσμός ανάγεται σε αιχμιακό εργαλείο της εξουσίας.

   Η ποινική καταστολή επεκτείνει και βαθαίνει τον ρόλο της, επιφυλάσσοντας για τον εαυτό της το πόστο του μοναδικού διασφαλιστή και ρυθμιστή της κοινωνικής συνοχής. Ενώ ταυτόχρονα η εξουσία επιδιώκει την όποια κοινωνική συναίνεση μέσω της μιντιακής δαιμονοποίησης και του ποινικού κολασμού των αντιστεκόμενων και των αποκλεισμένων, συσπειρώνοντας τα πιο συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας γύρω από το ιδεολόγημα της νομιμότητας.

   Ο καπιταλιστικός ολοκληρωτισμός στη πιο σύγχρονη μορφή του αρθρώνεται με ολοένα πιο στρατιωτικούς όρους αντιμετωπίζοντας ένα ευρύτατο κοινωνικό σύνολο ως εν δυνάμει εσωτερικό εχθρό. Ο αναρχικός χώρος κατηγοριοποιείται μαζί με τα αποκλεισμένα κοινωνικά κομμάτια στο ίδιο πλαίσιο, αυτό τον αποσταθεροποιητικών παραγόντων και αντιμετωπίζεται με μηδενική ανοχή.

   Από τη μια η αστυνομία καταλαμβάνει με την ασφυκτική παρουσία της κάθε εκατοστό δημοσίου χώρου, οι τηλεφωνικές υποκλοπές δεν εκπλήσσουν κανέναν και οι κάμερες παρακολούθησης ανά δέκα μέτρα περάνανε πλέον απαρατήρητες. Ενώ από την άλλη οι πολιτικοί χώροι και αποκλεισμένα κοινωνικά κομμάτια περνάνε στη σφαίρα της ποινικής διαχείρισης. Επιστρατεύσεις εργαζομένων, παράνομες απεργίες, τρομονόμος σε διαδηλώσεις, Σκουριές, μαθητικές καταλήψεις, ξένιος Ζευς, οροθετικές, Ρομά. Οι ιεροεξεταστές των μίντια, της δικαιοσύνης, της αστυνομίας επιβάλλουν τη νομιμότητα ως έννοια ιερή. Ως δόγμα. Η νομιμότητα πρέπει να τηρηθεί με θρησκευτική ευλάβεια, αν όχι με κατάνυξη. Σαν προσευχή που θα φέρει την αγία ανάπτυξη. Οι επιστημονικές δυστοπίες όπως αποτυπωθήκαν στην λογοτεχνία και τον κινηματογράφο κοιτάζουν με δέος τη σύγχρονη πραγματικότητα.

   Η ιστορία δεν κάνει κύκλους ούτε όμως πηγαίνει ευθεία. Η ιστορία πηγαίνει όπου την πάμε. Και αν το ένα άκρο, αυτό των θιασωτών του καπιταλιστικού ολοκληρωτισμού (είτε εκφράζεται με τον μνημονιακό κουτσαβακισμό του Σαμαρά είτε με τον ναζιστικό τραμπουκισμό του Μιχαλολιάκου), επιμένει να την σπρώχνει στο πιο βαθύ σκοτάδι και στην απόλυτη βαρβαρότητα, το άλλο άκρο, εμείς οι αναρχικοί , οι κομμουνιστές, οι αποκλεισμένοι, πρέπει με πείσμα και παρά τις μικρές μας ακόμα δυνάμεις να τη σπρώξουμε προς την επανάσταση, τη χειραφέτηση του προλεταριάτου, την απελευθέρωση της ανθρώπινης δραστηριότητας από την σχέση κεφαλαίου- μισθωτής εργασίας, την αναρχία και τον κομμουνισμό.

Αναστάσιος Θεοφίλου

Φυλακές Δομοκού

4 Νοεμβρίου 2013

Γράμμα του Σπύρου Στρατούλη σχετικό με την παραπομπή του σε δίκη

Είμαι ήδη 21 χρόνια και 6 μήνες στη φυλακή και οι γνωστοί κάποιοι ορέγονται να με κρατήσουν και άλλο εδώ, ξεπερνώντας τη κοινή λογική και κάθε όριο φαντασίας γύρω από την υποτιθέμενη συμμετοχή τη δική μου και άλλων συγκατηγορούμενων μου, σε μία δήθεν εγκληματική οργάνωση και σωματική βλάβη τρίτων, στη Θεσσαλονίκη, το έτος 2012. Μετά από τηλεφωνικές υποκλοπές, στοχοποιήθηκαν συλλογικότητες του αναρχικού χώρου και μεταξύ άλλων αξιοποιήθηκε « ποινικά » προς δημιουργία εντυπώσεων, η επικοινωνία μου με συντρόφους και πρόσωπα που έχουν εκφράσει την αλληλεγγύη τους στους αγώνες των φυλακισμένων.

Παρ΄όλο που αφέθηκα « ελεύθερος » – χωρίς περιοριστικούς όρους ή προφυλάκιση – σχετικά με τις παραπάνω κατηγορίες μετά την εμφάνιση μου στον Ανακριτή Θεσσαλονίκης, στις 10 Απριλίου του 2013 και ενώ κλήθηκα μετά από 8 μήνες από την αυτόφωρη διαδικασία που προηγήθηκε, προκειμένου να απολογηθώ μ΄ έρεισμα κάποιες τηλεφωνικές συνομιλίες και τηλεκοτσομπολιά τρίτων που αφορούν την προσωπική μου ζωή και δεν διέθεταν, όπως πίστευα, κανένα « ποινικό » ενδιαφέρον, δεν είχα προφανώς να εισφέρω τίποτε στο ευφάνταστο μυθιστόρημα της κρατικής ασφάλειας…

Καμία αξία στο περιεχόμενο αυτής της δικογραφίας δε θα δώσω, αναφερόμενος σ΄αυτό. Δε θα προσφέρω καμία λαβή σχολιασμού στο φιάσκο της αστυνομίας.

Το παραπάνω κακοστημένο σενάριο, δε σταμάτησε μέχρι τα όσα προανέφερα. Ευθυνόφοβοι δικαστές και εισαγγελείς ζήτησαν και δρομολόγησαν την παραπομπή μου σε δίκη, επιβεβαιώνοντας το ρόλο τους, ως εργαλείων του αστυνομικού κράτους. Το Δικαστικό Συμβούλιο Θεσσαλονίκης καλείται σύντομα, από σήμερα, να επικυρώσει ή όχι τα παραπάνω.

Θα είναι έκπληξη μου μεγάλη εάν οι επόμενοι δικαστές δεν αντιγράψουν και αυτοί ολόκληρο το αστυνομικό κατασκεύασμα και αφιερώσουν έστω και λίγο από τον πολύτιμο χρόνο τους, για να διαβάσουν τις σελίδες του φακέλου, χωρίς να αρκεστούν στις υπαγορεύσεις των ανωτέρων ή των υφισταμένων

Μετά από όλα τα παραπάνω, το τέρας της γραφειοκρατίας οδήγησε στο να στερηθώ τις άδειες εξόδου μου από τη φυλακή που λάμβανα εδώ και δύο χρόνια. Η διοίκηση απαντά πως δεν μπορεί να δώσει την επόμενη άδεια μου επειδή « εκκρεμεί αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος » όπως δηλαδή ερμηνεύεται, η ύπουλη διάταξη του άρθρου 55 του σωφρονιστικού κώδικα.

Δεν είναι μονάχα η δική μου περίπτωση. Με αυτό τον πονηρό τρόπο, τόσοι συγκρατούμενοι μου στερούνται τις άδειες τους εδώ και χρόνια, διότι για παράδειγμα ένα δικαστήριο παίρνει πέντε και δέκα αναβολές « λόγω πέρατος ωραρίου ». Η τυφλή δικαιοσύνη ψάχνει να βρει το φως της και να ξεστραβωθεί μετά από χρόνια ταλαιπωρίας όσων βρίσκονται στις φυλακές, καθιστώντας τους τελευταίους ομήρους της δικαστικής αδιαφορίας.

Μίας αδιαφορίας όμως στη ζωή και την ελευθερία μου, είναι η προσπάθεια όσων θέλουν να με εκδικηθούν σπρώχνοντας με στη γωνιά ενός κελιού φυλακής. Το κράτος θέλει όσους βγαίνουν από αυτή, είτε φοβισμένους πολίτες του περιθωρίου, είτε αόρατους  στις σκοτεινές πλατείες των τοξικοεξαρτημένων…Έτσι ο κύκλος δεν κλείνει ποτέ….

Εγώ όμως δε θα τους κάνω το χατίρι αυτό, ούτε θα τους δώσω εξηγήσεις για την πολιτική μου στάση και τις σχέσεις μου, προσωπικές, φιλικές ή συντροφικές. Το νέο κατασταλτικό δόγμα ξεπερνά τα όρια των κλασσικών αντεγκληματικών επιχειρήσεων και προχωρά στο μοντέλο του συνεχούς ελέγχου της ιδιωτικότητας και ριζοσπαστικής δράσης. Ολόκληρα κινήματα και αγώνες βαφτίζονται εγκληματικές οργανώσεις και άνθρωποι τιμωρούνται με βάση τις σκέψεις τους και τις πεποιθήσεις, έτσι επιχειρείται να γίνει και στις Σκουριές. Καμία ανοχή στην παραβίαση της αξιοπρέπειας μας πρέπει να είναι η απάντηση μας.

Δε θα επιτρέψω σε κανέναν εντολοδόχο της αστυνομίας και ρουφιάνο – καλοθελητή να γίνει ρυθμιστής της ζωής μου και της αξιοπρέπειας μου σύμφωνα με τα φασιστικά του σχέδια.

 

Απαιτώ να σταματήσει άμεσα κάθε δίωξη μου σχετικά με τις παραπάνω κατηγορίες και να απαλλαγούν όσοι εμπλέκονται με αυτό το γελοίο κατηγορητήριο.

 

Θα διεκδικήσω την ελευθερία μου μέχρι τέλους.

Σε περίπτωση που αναγκαστώ να κλιμακώσω τον αγώνα μου με σκληρότερα μέσα και με αξίωση την πλήρη απεμπλοκή μου από τις δικαστικές εκκρεμότητες, θα το κάνω γνωστό με επόμενο γράμμα.

 

ΤΟ ΠΑΘΟΣ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΤΕΡΟ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΛΙΑ!

 

Σπύρος Στρατούλης

κρατούμενος στη φυλακή της Λάρισας

Κείμενο-απάντηση του Νίκου Μαζιώτη στα δημοσιεύματα για την εμπλοκή του σε ληστείες τραπεζών

Την Παρασκευή 11 Οκτωβρίου δημοσιοποιείται στο διαδίκτυο κείμενο δικό μου και της συντρόφισσας ΠόλαςΡούπα για τη δολοφονία του αντιφασίστα Παύλου Φύσσα από χρυσαυγίτες. Τρεις μέρες μετά κατ’ εντολή του ίδιου του Μαξίμου όπως ομολόγησαν κάποιοι δημοσιογράφοι και του υπουργείου Δημόσιας Τάξης, τα ΜΜΕ παρουσιάζουν ότι εμπλέκομαι σε σειρά από ληστείες τραπεζών. Κάποια μάλιστα από τα ΜΜΕ μεταφέρουν την πληροφορία από τους διωκτικούς μηχανισμούς ότι «βρέθηκε αποτύπωμα» δικό μου στην εθνική τράπεζα των Μεθάνων. Στη συνέχεια παρουσιάζουν πλάνα από βιντεοσκοπήσεις σε δυο τράπεζες -στα Μέθανα και στο Βελεστίνο- και ισχυρίζονται ότι ήμουν και εγώ εκεί. Ακολουθεί η αναφορά μιας σειράς άλλων ληστειών σε τράπεζες, στις οποίες κατά τα λεγόμενά τους συμμετέχω σε όλες. Μετά από μερικές μέρες, νέα δημοσιεύματα με εμφανίζουν να σχετίζομαι, να συνεργάζομαι και να «κρύβομαι» μαζί με άλλον καταζητούμενο.

 Το γεγονός ότι εδώ και ενάμισι χρόνο έχω επιλέξει να είμαι στην παρανομία, δεν σημαίνει ότι θα δεχτώ το γεγονός ότι το κράτος εκμεταλλεύεται αυτή την συνθήκη για να με φωτογραφίζειχωρίς στοιχεία φυσικά,μέσω των ΜΜΕ λίγο πολύ ως υπεύθυνο για διάφορες ενέργειες, από την επίθεση στα γραφεία της ΝΔ στην Συγγρού, στην τοποθέτηση της βόμβας στο Mallέως τις συγκεκριμένες ληστείες τραπεζών. Αυτή τη φορά για πρώτη φορά παρουσιάζονται και «στοιχεία» που «ταυτοποιούν» την παρουσία μου σε συγκεκριμένα γεγονότα, καθιστώντας αναγκαίο πλέον να τοποθετηθώ δημόσια. Και επισημαίνω πως αυτή τη φορά η «ταυτοποίηση» της συμμετοχής μου σε αυτά που μου καταλογίζουν, αφορά μια ευρύτερη πολιτική κατάσταση που διαμορφώνεται από την κυβέρνηση.

 Κάποιοι από τους δημοσιογράφους τηλεοπτικών καναλιών και εφημερίδων μιλούσαν γενικώς για «ταυτοποίηση», κάποιοι για «ταυτοποίηση από κάμερες» και κάποιοι άλλοι για «ανεύρεση αποτυπώματος» δικού μου στην εθνική τράπεζα των Μεθάνων.Κάποιοι μίλησαν και για εμπλοκή της συντρόφισσας Ρούπα σε μια από αυτές τις ληστείες, για να την διαψεύσουν μετά κάποιοι άλλοι. Θα αφήσω στην άκρη την «περίεργη» αυτή «σύγχυση» που αρχικά τουλάχιστον επικράτησε στη διαδικασία προβολής της κατασταλτικής προπαγάνδας, την ευθύνη της οποίας την έχει το ίδιο το υπουργείο Δημόσιας Τάξης αφού δεν φρόντισε από την αρχή να συντονίσει τους δημοσιογράφους που έκαναν εντεταλμένη υπηρεσία, για να μείνω στο σημείο που φαίνεται ως «πιο πειστικόστοιχείο» για τους ισχυρισμούς των κατασταλτικών μηχανισμών: το αποτύπωμα.

Πώς γίνεται να παρουσιάζεται 3 περίπου μήνες μετά την συγκεκριμένη ληστεία στα Μέθανα που έγινε στις 25 Ιουλίου αυτό το αποτύπωμα, όταν είναι γνωστό ότι η ανεύρεση αποτυπώματος από τα εργαστήρια της αστυνομίας γίνεται μέσα σε λίγες ώρες; Αν είχε βρεθεί τότε δικό μου αποτύπωμα -του «υπ’ αριθμόν 1 καταζητούμενου» όπως με αποκαλούν-, γιατί δεν το δημοσιοποίησαν τότε και το κάνουν τώρα αφού όπως έχουν ήδη δημοσιοποιήσει, αυτές οι συγκεκριμένες ληστείες στις οποίες δίνουν μεγάλη βαρύτητα στις έρευνες, έχουν «άρωμα τρομοκρατίας» και γίνονται για την τροφοδότηση «επαναστατικού ταμείου» κατά την εκτίμησήτους; Δεν είναι η πρώτη φορά που η κρατική προπαγάνδα μιλά για «επαναστατικό ταμείο». Η πρώτη φορά ήταν το 2005 κατά την διάρκεια της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα όταν είχε βγει το θεώρημα ότι ο Επαναστατικός Αγώνας χρηματοδοτούνταν από την λεγόμενη «συμμορία των ληστών με τα μαύρα», πράγμα που ποτέ δεν αποδείχτηκε ακόμα και μετά τις συλλήψεις μας.

Οι πραγματικές αιτίες της προπαγανδιστικής επίθεσης του κράτους εναντίον μου και εναντίον φυσικά και της συντρόφισσας Ρούπα,έχουν καθαρά πολιτικό υπόβαθρο αφού δεν είμαστε κοινοί παράνομοι, αλλά καταδικασμένοι για την συμμετοχή μας στην ένοπλη επαναστατική οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας, για την οποία συμμετοχή μας είμαστε υπερήφανοι και την υπερασπιστήκαμε πολιτικά δημόσια, αλλά και μπροστά στο δικαστήριο.Αν ήμασταν κοινοί παράνομοι ή «κοινοί ληστές», το κράτος από ένα σημείο και μετά δεν θα ασχολιόταν μαζί μας. Αντιθέτως, επειδή είμαστε καταδικασμένοι για τον Επαναστατικό Αγώνα και επειδή εξακολουθούμε να υπερασπιζόμαστε την αναγκαιότητα του ένοπλου αγώνα και τηςκοινωνικής Επανάστασης με την χρήση και του ένοπλου αγώνα, καθίσταται ως βασική προτεραιότητα για την κυβέρνηση μέσα στο υπάρχον ρευστό πολιτικό και κοινωνικό πεδίο ο εντοπισμός και η σύλληψή μας.

Για όσους από τους αισχρούς δημοσιογράφους καλοθελητές της κρατικής προπαγάνδας  ισχυρίζονταιότι η εμπλοκή μου σε αυτές τις ληστείες «αποδομούν το αγωνιστικό μου πρόσωπο»-πράγμα που σημαίνει ότι έχω ήδη κατοχυρωμένο ένα τέτοιο αγωνιστικό προφίλ στα μάτια τμήματος τουλάχιστον της κοινωνίας, γεγονός που και οι διώκτες μου αποδέχονται-δηλώνω πως ούτε έχω κανένα πρόβλημα με αυτές τις πρακτικές αφού πρόκειται για λεφτά τραπεζιτών ούτε πιστεύω πως θα μείωνε σε τίποτα τον συνολικό μου αγώνα μια τέτοια μορφή δράσης. Ειδικά αν, όπως επαναλαμβάνουν τα κρατικά φερέφωνα των ΜΜΕ, αυτά τα χρήματα προορίζονται για την ανάπτυξη ένοπλου επαναστατικού αγώνα ο οποίος στοχεύει στην κοινωνική απελευθέρωση, περίπτωση στην οποία μιλάμε πλέον για απαλλοτρίωση χρημάτων από τους ληστές-τραπεζίτες και επαναφορά τους στον λαό απ’ όπου κλάπηκαν μέσω του αγώνα για την κοινωνική Επανάσταση. Με δυο λόγια δεν θα είχα κανένα ηθικό ή πολιτικό λόγο να αρνηθώ τη συμμετοχή μου σε τέτοιου είδους γεγονότα.Όπως επίσης, πιστεύω πως είναι σαφές πως δεν θα επιβάρυναν στο ελάχιστο την κατάστασή μου σε ποινικό επίπεδο οι συγκεκριμένες κατηγορίες, αφού έχω ήδη καταδικαστεί σε 50 χρόνια φυλακή για τη συμμετοχή μου στον Επαναστατικό Αγώνα, συμμετοχή για την οποία από την αρχή της σύλληψής μου έχω αναλάβει την πολιτική ευθύνη.

Επειδή όμως σε αυτή την οργανωμένη κρατική προπαγάνδα διακρίνω σειρά σκοπιμοτήτων που υπερβαίνουν κατά πολύ την ανάγκη από το κράτος εμπλοκής μου σε αυτές τις δραστηριότητες, οφείλω να απαντήσω και να μιλήσω για την βαθύτερη σκοπιμότητα αυτής της ιστορίας.

   Μέσα στην ίδια την κρατική προπαγάνδα όπως την παρουσίαζαν όλα σχεδόν τα ΜΜΕ, το κείμενό μας για τη δολοφονία Φύσσα έπαιξε βαρύνουσα σημασία, καθώς «προανήγγειλε επιθέσεις», όπως ειπώθηκε, δείχνοντας απροκάλυπτα την αγωνία της κυβέρνησης για το επέκεινα. Με άλλα λόγια, η απάντηση του κράτους σε αυτό το κείμενο ήταν η συγκεκριμένη διευρυμένη προπαγάνδα.

 Είναι προφανές -ακόμη και κάποιοι ελάχιστοι δημοσιογράφοι αμφισβήτησαν εμμέσως το «στοιχείο» με το αποτύπωμα, διερωτώμενοι «γιατί γίνεται αυτό τώρα»-πως υπάρχει σκοπιμότητα πίσω από αυτή την ιστορία και επειδή είμαι πολιτικό ον, η σκοπιμότητα δεν μπορεί παρά να είναι πολιτική. Το τελευταίο κείμενο προφανώς ενόχλησε ιδιαιτέρως την κυβέρνηση, αλλά σίγουρα όχι γιατί «προανήγγειλε χτυπήματα». Και η βασική επιχειρηματολογία για αυτό ήταν μια αναφορά μας στον ένοπλο αγώνα. Από τη στιγμή όμως που η ΠόλαΡούπα και εγώ την θέση μας για τον ένοπλο αγώνα την διατυπώνουμε επανειλημμένα δημοσίως από τότε που αναλάβαμε την πολιτική ευθύνη για συμμετοχή στον Επαναστατικό Αγώνα -αυτό κάναμε συνεχώς και μέσα στη δικαστική αίθουσα- και μάλιστα πολύ πιο αναλυτικά από ότι στο συγκεκριμένο κείμενο, γιατί τώρα γίνεται «τόσο απειλητικό»;Τα χτυπήματα εξάλλου, δεν προαναγγέλλονται. Γίνονται. Αλλού βρίσκεται το πρόβλημα.

 Το συγκεκριμένο κείμενο είχε τρεις στοχεύσεις: Πρώτον, να συμβάλει στην ανάδειξη της αλήθειας για το φασισμό και την Χρυσή Αυγή, ότι δεν πρόκειται για αντισυστημικό φαινόμενο, αλλά για συστημικό και ότι υπεύθυνοι για την ανάπτυξή του είναι η πολιτική και οικονομική εξουσία. Δεύτερον, να συμβάλει στην αποδόμηση του «αντιφασιστικού» προφίλ που φτιάχνει η κυβέρνηση και ο Σαμαράςκαι να σαμποτάρει την κυβερνητική προσπάθεια να χρησιμοποιήσει το χτύπημα στους χρυσαυγίτες για τον περαιτέρω κρατικό εκφασισμό. Και τρίτον, να συμβάλει στη διαμόρφωση ενός επαναστατικού κινήματος, ως η μόνη απάντηση στο σύστημα και το φασισμό που το ίδιο γεννά.

 Τι ενόχλησε περισσότερο από όλα αυτά; Κατά την άποψή μου η επαναστατική προοπτική που το κείμενο έβαζε ως δια ταύτα. Και αυτό είναι που εντάσσει αυτή την κίνηση της κρατικής προπαγάνδας αναφορικά με το πρόσωπό μου, μέσα στα κυρίαρχα σήμερα πολιτικά πλαίσια κίνησης της κυβέρνησης: Τη θεωρία των «δυο άκρων», την θεωρία της «σύμπραξης ποινικών-πολιτικών» και της σύνδεσης «οργανωμένου εγκλήματος» και «τρομοκρατίας»,  την διακήρυξη από την κυβέρνηση του αδιάλλακτου σε κάθε μορφή όχι μόνο έμπρακτης, αλλά ακόμα και προφορικής επαναστατικής παρέμβασης. Μέσω της υπόθεσης της δήθεν εμπλοκής μου στις συγκεκριμένες ληστείες προσπαθούν να αποδομήσουν-ανεπιτυχώς- το αγωνιστικό μου προφίλ, να βασίσουν την παλιά προπαγάνδα περί σύνδεσης «οργανωμένου εγκλήματος» και τρομοκρατίας», να βασίσουν την θέση τους ότι καμία έκνομη δραστηριότητα δεν θα γίνει ανεκτή, είτε αυτή προέρχεται από την ακροδεξιά είτε από τους αναρχικούς και άλλους αριστερούς αντικαπιταλιστές εξομοιώνοντας δύο εκ διαμέτρου αντίθετα πράγματα, την βία της Χρυσής Αυγής που βασίστηκε στο ίδιο το κράτος και την αστυνομία, στην δική τους ανοχή και υποστήριξη όπως έλεγε και το κείμενο μας για την δολοφονία Φύσσα, και από την άλλη μεριά στον αγώνα ενάντια στο καθεστώς τους,τον καπιταλισμό,που εξέθρεψε το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής. Εξομοιώνουν έτσι τις βίαιες μαζικές λαϊκές διαδηλώσεις εναντίον του μνημονίου, την βίαιη αντίσταση των κατοίκων της Χαλκιδικής εναντίον της εξόρυξης χρυσού με την εγκληματική δράση των νεοναζί της Χρυσής Αυγής.

Μετά τις συλλήψεις για την Χρυσή Αυγή ο υπουργός Δημοσίας Τάξης προανήγγειλε νομοθετικές μεταρρυθμίσεις του «αντιτρομοκρατικού» άρθρου 187. Αυτές οι νομοθετικές μεταρρυθμίσεις σκοπό έχουν να πλήξουν όχι φυσικά την Χρυσή Αυγή ή τους φασίστες συνολικότερα,αλλά περισσότερο τους αναρχικούς. Η θεωρία των «άοπλων ομάδων» που θα εντάσσονται στα πλαίσια του 187 περί συγκρότησης «τρομοκρατικής» ή «εγκληματικής» οργάνωσης σκοπό έχει να πλήξει τους αναρχικούς και τον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό χώρο και όσους προπαγανδίζουν την ιδέα της ανατροπής και της Επανάστασης. Άλλωστε οι πρόσφατες δηλώσεις τουΔένδιαπου τις έκανε παράλληλα με την προπαγάνδα που εξαπέλυε εναντίον μου μέσω των ΜΜΕ, ότι «υπάρχουν μερικές χιλιάδες που φλερτάρουν με την εσωτερική τρομοκρατία», -με αυτή τη φράση δεν εννοούσε τίποτα λιγότερο από την έμπρακτη ή ακόμα και λεκτική υποστήριξη της ανατροπής του συστήματος του καπιταλισμού, της οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας-, αυτό αποδεικνύουν.Αυτές οι προσπάθειες εντάσσονται στην σταδιακή συγκρότηση ενός νομοθετικού ιδιώνυμου όπου η παραίνεση-όχι οι πράξεις- για ανατροπή και επανάσταση θα διώκεται ως «προτροπή για ανατροπή του πολιτεύματος» και οι εκφραστές της θα διώκονται ως «τρομοκράτες», συμβάλλοντας έτσι στην παγίωση του ολοκληρωτισμού και του φασισμού που ήδη έχει επιβληθεί στην χώρα μετά την επιβολή του μνημονίου από την υπερεθνική οικονομική και πολιτική ελίτ. Μέσα στο ίδιο σκεπτικό εντάσσονται και οι αμέσως επόμενες δηλώσεις του, ότι θα υπάρξει μηδενική ανοχή σε κάθε μορφή αντίστασης στις καθεστωτικές επιλογές και ότι θα διώκονται με τον ίδιο αδιάλλακτο τρόπο τα πάντα: από το γιαούρτωμα στους πολιτικούς, τις πέτρες και τις μολότοφ ως τις βόμβες. Και φυσικά, αυτές οι νέες διευρυμένες πολιτικές διώξεις εναντίον του «εσωτερικού εχθρού» που προαναγγέλλει, βρίσκουν σύμφωνους όσους βρίσκονται στο φάσμα της άκρας δεξιάς συμπεριλαμβανομένου και τωνχρυσαυγιτών, αρκεί βέβαια, να μην αφορά τους ίδιους, καθώς η κυβέρνηση δίνει διαπιστευτήρια της πρόθεσής της να εφαρμόσει η ίδια κάθε φασιστική πολιτική και να υλοποιήσει αυτή τις φασιστικές πρακτικές εναντίον των εχθρών του κράτους και του κεφαλαίου παίρνοντας τα ηνία από τους φασίστες και τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής. Η καταστολή των καταλήψεων, η πρόθεση του περιορισμού των διαδηλώσεων, η πρόθεση της ποινικοποίησης της κατοχής κονταριών και σημαιών στις διαδηλώσεις εξομοιώνοντάς τα με την κατοχή όπλων (άοπλες ομάδες) μέσα σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται.

Το ολοκληρωτικό σάρωμα οποιουδήποτε αντιστέκεται, οποιουδήποτε διαφωνεί με την κυρίαρχη πολιτική της υπερεθνικής ελίτ, οιδιαρροές για ενδεχόμενεςδιώξειςακόμα και εναντίον μελών συστημικών κοινοβουλευτικών κομμάτων όπως του Σύριζα, που είναι υποστηρικτές ενός καπιταλισμού με πιο «ανθρώπινο» πρόσωπο-πράγμα βέβαια, ουτοπικό-, εντάσσονται μέσα στα πλαίσια του κρατικού εκφασισμού. Άλλωστε το σοσιαλδημοκρατικό πρόγραμμα του Σύριζα – όπως και κάθε οικονομικό μοντέλο που βασίζεται στον κεϋνσιανισμό -, καθώς και το πρόγραμμα του ΚΚΕ θεωρούνται ουσιαστικά παράνομα από τη νεοφιλελεύθερη Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την συνθήκη του Μάαστριχτ. Πόσο μάλλον ένα επαναστατικό πρόγραμμα ανατροπής του καπιταλισμού και της οικονομίας της αγοράς και του κράτους, που με βίαιο τρόπο επιβάλλει τους ταξικούς και κοινωνικούς διαχωρισμούς.Και αν υποθέσουμε ότι η σημερινή κυβέρνηση καταφέρει να παραμείνει στην εξουσία, δεν θα χρειαστεί πολύς καιρός για να δούμε τις ελληνικές και «δημοκρατικές» «νύχτες των κρυστάλλων», καθώς μετά τις όποιες δηλώσεις νομιμοφροσύνης στο καθεστώς και στις πολιτικές της υπερεθνικής ελίτ που θα απαιτήσει από όσους τις αμφισβητούν, θα διώκονται με την ίδια αδιαλλαξία πολιτικές θέσεις και απόψεις που επικρίνουν θεσμούς, δομές και πολιτικές του συστήματος.

 Αυτή η πολιτική εξέλιξη δεν μας εκπλήσσει. Έχουμε εδώ και καιρό καταγράψει ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα, καθώς και στο τελευταίο κείμενο που δημοσιεύσαμε, πως ο ολοκληρωτισμός του συστήματος είναι μια αναπόφευκτη και αναγκαία συνθήκη για να σταθεί εν μέσω μιας κρίσης που το τέλος της δεν είναι ορατό και ενώ η κοινωνική πλειοψηφία έχει πάψει εδώ και καιρό να συναινεί στις κυρίαρχες πολιτικές.

Μέσα λοιπόν σε αυτό το πλαίσιο, του πολέμου εναντίον όλων όσων θέλουν την καθεστωτική ανατροπή εντάσσεται η προσπάθεια εμπλοκής μου σε αυτές τις ληστείες. Θα τους διαβεβαιώσουμε ότι το γεγονός ότι είμαστε στην παρανομία δεν μας εμποδίζει καθόλου να απαντάμε στις βρωμιές τους αλλά και θα παρεμβαίνουμε πολιτικά με οποιονδήποτε τρόπο. Τέλος να σημειώσω δύο πράγματα για κάποιους δημοσιογράφους. Αποδεικνύουν την αισχρότητά τους όσοι ευθυγραμμιζόμενοι με ότι τους παραγγέλνουν οι αστυνομικοί, κάνουν αναφορά στο παιδί μας όπως και στην ηλικία του, ευελπιστώντας να αποτελέσει «το ευάλωτο για μας σημείο» όπως δηλώνουν, το οποίο θα οδηγήσει στον εντοπισμό μας μέσω φυσικά,ρουφιάνων. Η χυδαιότητα του Δένδια, των κατασταλτικών μηχανισμών και κάποιων δημοσιογράφων, έφτασε στο σημείο να καταστήσει καταζητούμενο το ίδιο μας το παιδί. Το δεύτερο είναι για την αποκατάσταση της αλήθειας που ακόμα και το ίδιο το κράτος μέσω του δικαστηρίου που μας καταδίκασεέχει παραδεχτεί. Σε όσους δημοσιογράφους εξακολουθούν και με αναφέρουν ως «αρχηγό» του Επαναστατικού Αγώνα και σύμφωνα με το πρόσφατο θεώρημά τους ότι είμαι «επικεφαλής» ομάδας που διαπράττει τις συγκεκριμένες ληστείες, θα ήθελα να τους υπενθυμίσω ότι το δικαστήριο που μας καταδίκασε σε 50 χρόνια κάθειρξη, παραδέχτηκε ότι μια αναρχική οργάνωση όπως ο Επαναστατικός Αγώνας δεν έχει αρχηγούς ούτε ιεραρχία καθώς η δομή του είναι οριζόντια, όπως είναι και η κοινωνική οργάνωση που προωθούν για το σύνολο της κοινωνίας, και με βάση αυτό το σκεπτικό μας απάλλαξε από την κατηγορία της αρχηγίας. Αυτά προς αποκατάσταση της αλήθειας.

Νίκος Μαζιώτης

Γράμμα των αναρχικών της υπόθεσης Βελβεντού εν όψει του δικαστηρίου

Στις 29 Νοέμβρη ορίστηκε το δικαστηριό μας σχετικά με την διπλή ληστεία στο Βελβενδό Κοζάνης. Η δίκη θα διεξαχθεί τελικά στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού και όχι -όπως αρχικά μας είχει ανακοινωθεί- στο Εφετείο στην οδό Λουκάρεως.

Το δικαστήριο, αυτό το ιερό μπουρδέλο της δικαιοσύνης, ανέκαθεν αποτελούσε τον χώρο όπου η κυρίαρχη τάξη -η εξουσία- ώφειλε να αποδείξει την κυριαρχία της απέναντι στους “παράνομους” αυτού του κράτους. Γι’ αυτό και ήταν μόνιμος βραχνάς το ζήτημα της αλληλεγγύης που προέκυπτε με τις υποθέσεις αναρχικών όπου οι μπάτσοι κάθε κατηγορίας, ΜΑΤ, ασφαλίτες, αντιτρομοκρατικάριοι, πασχίζουν να γεμίσουν τις αίθουσες μήπως κι έτσι εμποδίσουν την έκφρασή της. Μπροστά στην αποτυχία όμως, των πρακτικών αυτών και με εμφανή την ανησυχία τους για το πόσο “ασφαλείς” θα είναι οι μεταγωγές τους (από τις φυλακές στα δικαστήρια) μεγάλου αριθμού αναρχικών, βρήκαν τη λύση και στα δύο προβλήματα με τις ειδικές αίθουσες δικαστηρίων (δύο προς το παρόν) που βρίσκονται μέσα στις γυναικείες φυλακές.

Είναι εμφανές ότι η αλλαγή της αίθουσας δικαστηρίου από το Εφετείο στις φυλακές ήταν αποτέλεσμα συμψηφισμού των δύο παραπάνω λόγων. Απ΄τη μία η ελάχιστη δυνατόν έκθεση σε επίπεδο μεταγωγής και απ’ την άλλη το φακέλωμα όλων των αλληλέγγυων που θα επιλέξουν να μπουν στην αίθουσα.
Για εμάς η αίθουσα δεν κάνει την διαφορά, το δικαστήριο είναι εχθρικό έδαφος είτε βρίσκεται μέσα στις φυλακές, είτε στους κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας. Και ακόμα κι αν η τακτική του φακελώματος εμποδίζει την φυσική παρουσία συντρόφων μέσα στην αίθουσα, κανείς και τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την δύναμη που παίρνουμε από τις φωνές και τα συνθήματα όταν διαπερνάνε τους τοίχους της φυλακής, τις λαμαρίνες της κλούβας. Μία συγκέντρωση έξω απ’ τα δικαστήρια μπορεί να σπάσει την απομόνωση που επιδιώκουν. Εξάλλου για εμάς η επαναστατική αλληλεγγύη δεν περιορίζεται σε εκδηλώσεις συμπαράστασης που σχετίζονται με ένα δικαστήριο. Άλλωστε το δικαστήριο δεν είναι παρά ο χώρος που ο εχθρός επικυρώνει την νίκη του, είναι ο μηχανισμός αφομοίωσης της κατασταλτικής βίας στην δημοκρατική ιδεολογία. Ειδικά στην περίπτωση μας δεν νοείται κάποια υποτιθέμενη “άσκηση πίεσης” στους δικαστές για ελαφρύτερες ποινές.

Οι αποφάσεις είναι προειλλημένες. Και σίγουρα δεν είναι αυτό που μας ενδιαφέρει, εφόσον έχουμε εχθρική σχέση με τους δικαστές όχι γιατί στοχοποιούν εμάς, αλλά γιατί η δουλειά τους είναι να συνθλίβουν ανθρώπους κάτω από την μπότα της κρατικής εξουσίας. Η αλληλεγγύη είναι μία διαρκής σχέση.
Οι μορφές εκδήλωσης της ποικίλουν και συναντούν  το νόημά της σαν στιγμές επίθεσης στο σύστημα εξουσίας και προφανώς μία συγκέντρωση στο δικαστήριο μπορεί να είναι άλλη μία τέτοια στιγμή για όποιον το αισθάνεται, αλλά δεν είναι ούτε προυπόθεση ούτε μοναδική στιγμή της αλληλεγγύης.
Και το κυριότερο, η αλληλεγγύη με φυλακισμένους επαναστάτες δεν είναι μία στατιστική που αναμοχλεύται απ’ την επικαιρότητα, είναι ανάγκη, είναι συναίσθημα, είναι η συνειδητοποίηση της κοινότητας του αγώνα, με οποιοδήποτε μέσο επιλέξει κάθε σύντροφος να εκφράσει την αλληλεγγύη του, είτε με την παρουσία του έξω απ’ το δικαστήριο, είτε επιλέγοντας να επιτεθεί σε αναπαραστάσεις της κυριαρχίας με αφορμή τη δική μας δίκη.

Κλείνοντας, θέλουμε να κάνουμε ξεκάθαρο σε όλους ότι οι ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ που μας ενώνουν, τα κοινά μας οράματα για ελευθερία, τα ονειρά που σκαρώνουμε παρέα δεν πρόκειται να υπονομευτούν από κανενός τύπου διαχωρισμό όσον αφορά την στάση απέναντι στο δικαστήριο ή ακόμα των διαφορετικών κατηγοριών που βαραίνουν εμάς.
Το ότι κάποιοι από εμάς θα έχουν δικηγόρους σε αυτή τη δίκη για παράδειγμα ενώ κάποιοι άλλοι όχι, το ότι κάποιοι έχουν αναλάβει την ευθύνη της ληστείας ενώ κάποιοι άλλοι όχι δεν αποτελούν λόγο διάσπασης της κοινότητας αγώνα που μας κρατάει όρθιους πίσω απ’ τα τείχη.
Στο δικαστήριο αυτό η ουσία βρίσκεται στο ότι το κράτος και οι μηχανισμοί του δικάζουν αναρχικούς πολέμιους του συστήματος, αντιπάλους τους. Λιγότερη σημασία έχει ο τρόπος με τον οποίο θα φροντίσουν να μας κρατήσουν αιχμάλωτους το περισσότερο δυνατό (βλέπε κατηγορίες). Κύριο μέλημα τους είναι η καταδίκη μας ως ΕΧΘΡΟΥΣ του συστήματος.

Απ’ την πλευρά μας δεν αναγνωρίζουμε κανένα δίπολο αθωότητας-ενοχής (ούτε σε αυτήν ούτε σε καμία δίκη αναρχικών αγωνιστών).

Είμαστε ένοχοι για τον κόσμο τους, ένοχοι για την “αθωοτητά” τους.

Η σκέψη και η καρδιά μας πλάι σε κάθε προσπάθεια που επιχειρεί να πολεμήσει την εξουσία.

ΛΥΣΣΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ

Φοίβος Χαρίσης, Αργύρης Ντάλιος, Γιάννης Μιχαηλίδης, Δημήτρης Μπουρζούκος, Δημήτρης Πολίτης, Νίκος Ρωμανός

το κείμενο σε μορφή pdf