Με αφορμή το ρεπορτάζ στην “Αυγή” της Κυριακής (20.01.2013) της κ. Ειρήνης Λαζαρίδου σε σχέση με τα σχέδια του υπουργείου Δικαιοσύνης για την τοποθέτηση βραχολιού-GPS [1] σε υπόδικους και κατάδικους, θα προσπαθήσω να εκφράσω κάποιες διαφωνίες και να συμπληρώσω κάποιες σκέψεις σε μια συζήτηση που δυστυχώς, προς το παρόν, δεν δείχνει να απασχολεί σε βαθμό ανάλογο με τη σημασία της. Σαν να μην πρόκειται για ένα μέτρο που σηματοδοτεί το ολοκληρωτικό πέρασμα σε μια κοινωνία επιστημονικής δυστοπίας.
Το εν λόγω ρεπορτάζ εντοπίζει ως κυρίαρχο πρόβλημα των ελληνικών φυλακών τον υπερπληθυσμό τους και αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα του μέτρου αυτού ως προς την αποσυμφόρησή τους. Κύριο εμπόδιο θεωρεί το υψηλό κόστος και εκφράζει τον φόβο ότι, κατά το παράδειγμα των χωρών της Λατινικής Αμερικής, μόνο οι πλούσιοι κρατούμενοι και συγκεκριμένα τα στελέχη του οργανωμένου εγκλήματος θα μπορούν να κάνουν χρήση του (εκτίοντας τις ποινές τους σε κατ’ οίκον περιορισμό) τη στιγμή που η πλειοψηφία των κρατουμένων θα συνεχίσει να στοιβάζεται σαν τις κατσαρίδες.
Θεωρώ μερική και ως εκ τούτου προβληματική την αναγωγή του υπερπληθυσμού σε κυρίαρχο πρόβλημα της φυλακής. Σίγουρα είναι ντροπιαστικό για μια κοινωνία να στοιβάζει τους αποδιοπομπαίους τράγους της ανά τετράδες σε κελιά των 3 τετραγωνικών μέτρων, όπως συμβαίνει στις περισσότερες φυλακές της χώρας. Όμως ακόμη χειρότερη είναι η νεκρική άνεση που προσφέρουν τα τρίκλινα ευρύχωρα κελιά με θέρμανση και ζεστό νερό στις καινούργιες κλειστές φυλακές αμερικάνικου τύπου. Τρίκαλα, Δομοκός, Γρεβενά, Νιγρίτα, Χανιά. Στα όρια της αισθητηριακής απομόνωσης, απομονωμένος ακόμα και από τις επαρχιακές πόλεις στις οποίες υποτίθεται ότι είναι χτισμένες αυτές οι φυλακές, ο κάθε κρατούμενος, ως εξωτερικό ερέθισμα, δικαιούται μόνο ένα μικρό κομμάτι ουρανού πάνω από ένα κλειστοφοβικό προαύλιο που σε μέγεθος και αρχιτεκτονική περισσότερο θυμίζει πάτο άδειας πισίνας.
Το σακάτεμα του ψυχικού κόσμου του κρατούμενου, η κοινωνική και η οικονομική του καταστροφή, η βίαιη τοποθέτησή του σε μια τεχνητή και επιβεβλημένη από την ποινική Δικαιοσύνη κοινότητα, η στέρηση των αγαπημένων του προσώπων, ο περιορισμός των αισθήσεων, με λίγα λόγια η διαδικασία απανθρωποποίησής του, είναι τα βασικά προβλήματα της φυλακής. Ο υπερπληθυσμός είναι ένα πρόβλημα τόσο υπαρκτό όσο και ενδεικτικό της σαδιστικής αδιαφορίας του τιμωρητικού συστήματος, αλλά με το να επικεντρώνει κανείς σε αυτό κινδυνεύει να συσκοτίσει το ουσιαστικό πρόβλημα, που είναι η φυλακή καθ’ αυτή.
Ωστόσο, για όσους επιμένουν στην αναγκαιότητα ύπαρξης των φυλακών και αναζητούν κάποια θεσμική λύση για την καλυτέρευση των συνθηκών μέσα σε αυτές, αυτή δεν μπορεί να είναι άλλη από τη μείωση των ποινών, την επιεικέστερη αντιμετώπιση των παραβατών και την καθιέρωση της έκτισης των 3/7 έναντι των 3/5 που ισχύει σήμερα για την αναστολή ποινής.
Οι φόβοι που εκφράζονται στο ρεπορτάζ, για τη δυνατότητα που ενδεχομένως να αποκτήσουν τα στελέχη του οργανωμένου εγκλήματος να μετατρέψουν την ποινή τους σε κατ’ οίκον περιορισμό καταφέρνοντας έτσι να συνεχίσουν την εγκληματική τους δραστηριότητα, είναι μάλλον αβάσιμη. Στην Ελλάδα, όσο και αν ακούγεται περίεργο, παρά τη διαπλοκή του με την πολιτική και οικονομική εξουσία, το οργανωμένο έγκλημα διώκεται με ειδικούς νόμους και τα στελέχη του καταδικάζονται σε εξοντωτικές ποινές. Η ποινική Δικαιοσύνη δεν έχει δείξει καμιά επιείκεια απέναντί του και δεν προκύπτει ότι θα αλλάξει τακτική με αφορμή το βραχιολάκι. Το βραχιολάκι λοιπόν δεν έρχεται για να βγάλει από τη φυλακή τα στελέχη του οργανωμένου εγκλήματος. Πολύ περισσότερο, δεν έρχεται για να ανακουφίσει τους κρατούμενους από τον υπερπληθυσμό, τη στιγμή που είναι γνωστό ότι οι προφυλακίσεις και οι καταδικαστικές αποφάσεις επιβάλλονται από τα ελληνικά δικαστήρια με μια ευκολία που δίνει την εντύπωση ότι πρόκειται για κάποιου είδους αρνητική βαθμολογία σε διαγωνισμό. Σαν να είναι οι ποινές που καταδικάζουν ανθρώπους σε εγκλεισμό το αποτέλεσμα κάποιας λογιστικής εξίσωσης και όχι τα χρόνια που φορτώνονται στην πλάτη τους πραγματικοί άνθρωποι θαμμένοι ζωντανοί.
Δεδομένης της έκρυθμης κοινωνικής κατάστασης και της αντιμετώπισής της από την εξουσία μέσω του” δόγματος της μηδενικής ανοχής”, το βραχιολάκι όχι μόνο δεν θα συμβάλει στην αποσυμφόρηση των φυλακών, αλλά αντίθετα θα προκαλέσει ένα κύμα αυστηροποίησης της ποινικής Δικαιοσύνης, δίνοντας στους λειτουργούς της τη δυνατότητα να φυλακίζουν με τη σαδιστική άνεση που το έκαναν έως τώρα, αλλά και επιπλέον να επιβάλλουν το όχι μόνο ανώδυνο αλλά και κερδοφόρο για το κράτος “βραχιολάκι” σε κατηγορίες παραβατών τόσο ελαφριές που μέχρι τώρα δεν συνηθιζόταν να έχουν επιπτώσεις. Δηλαδή με το παραμικρό πλημμέλημα.
Είναι σημαντικό να γίνει σαφές ότι αυτό το μέτρο δεν αφορά μόνο κρατουμένους ή μόνο παραβατικές και υποπολιτισμικές ομάδες. Αφορά όλους όσοι έχουν για μοναδικό τους εμπόρευμα την εργασιακή τους δύναμη. Ολόκληρο το προλεταριάτο. Και αυτό γιατί είναι η τάξη αυτή που, όσο η κρίση βαθαίνει και η απαξίωση της εργασιακής δύναμης παίρνει πρωτοφανείς διαστάσεις, τείνει να είναι έκθετη σε μια ολοένα και αυστηρότερη ποινική καταστολή.
Σε συνδυασμό με την “εναλλακτική” ποινή (που, όπως αποκάλυψε ο υφυπουργός Δικαιοσύνης στην τηλεοπτική εκπομπή “Πρωταγωνιστές” είναι επίσης στις προθέσεις του υπουργείου), δηλαδή την άμισθη “κοινωφελή “εργασία, είναι το πρώτο βήμα για την εγκαθίδρυση του σωφρονιστικού – βιομηχανικού συμπλέγματος στην Ελλάδα, που θα δώσει τη χαριστική βολή στην ήδη απαξιωμένη εργασιακή δύναμη, αφού η βιομηχανία της ποινικής καταστολής θα είναι σε θέση να παρέχει έναν απόλυτα ελεγχόμενο και συγχρόνως άμισθο στρατό εργαζομένων δημιουργώντας ένα τοπίο επιστημονικής δυστοπίας. Οι προλετάριοι λοιπόν δεν θα έχουν τίποτα να χάσουν παρά τις μεταμοντέρνες και με GPS αλυσίδες τους.
Α. Θεοφίλου, κρατούμενος φυλακών Δομοκού
[1] : http://www.avgi.gr/ArticleActionshow.action?articleID=744761