Στάση στις γυναικείες φυλακές Κορυδαλλού, 14/03/2014

Τους τελευταίους μήνες έχουμε γίνει μάρτυρες μιας τρομοϋστερίας που αφορούν τις ελληνικές φυλακές.Για αρκετό καιρό πολλοί μιλούν για εμάς χωρίς εμάς.Μέσα σε αυτό το “γενικό κλίμα” ειδικές διατάξεις προετοιμάζονται και κανονισμοί ανατρέπονται με αποτέλεσμα τα κεκτημένα δικαιώματα του φυλακισμένου να θυσιάζονται στο βωμό της τρομουστερίας.Σε αυτό το “γενικό κλίμα” εμείς θα μιλήσουμε συγκεκριμένα.Αυτές τις μέρες ξεκίνισε διαβούλευση για το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης.Ένα νομοσχέδιο που προβλέπει την κατηγοριοποίηση των κρατουμένων,τον περιορισμό δικαιωμάτων και την απαγόρευση αδειών σε αρκετούς φυλακισμένους.Μας λένε πως οι φυλακές είναι σωφρονισμός.Το να στερείς όμως την ελπίδα στους κρατούμενους λέγετε εκδίκηση.Πόσο μάλλον όταν οι υπεύθυνοι των φυλακών στερούν το νόμιμο δικαίωμα μιας κρατούμενης να λάβει ολιγόωρη άδεια για να επεσκεφτεί την μητέρα της που πάσχει από καρκίνο.Η συγκρατούμενή μας Δ.Κ. έκανε αίτηση για χορήγηση ολιγόωρης άδειας για να επισκεφτεί την μητέρα της , που πριν από λίγες μέρες της ανακοινώθηκε από τους γιατρούς οτι εμφάνισε όγκο στον εγκέφαλο.Προσκόμισε όλα τα απαραίτητα δικαιολογιτικά από δημόσιο νοσοκομείο και τα έθεσε στη διάθεση των εισαγγελέων της φυλακής.Η απάντηση ήταν όμως αρνητική.Όπως ήταν αρνητική η απάντηση που είχε λάβει μια άλλη συγκρατούμενή μας πριν από κάποιους μήνες όταν της αρνήθηκαν ολιγόωρη άδεια για να παραστεί στην κηδεία της μητέρας της.Μάλιστα στην περίπτωση της Δ.Κ. η δεύτερη εισαγγελέας αναγνώρισε την σοβαρότητα του αιτήματος και το νόμιμο δικαίωμα της συγκρατούμενής μας, όμως όπως δήλωσε, δεν ήθελε να έρθει σε αντιπαράθεση με την πρώτη εισαγγελέα Τρούπη η οποία ήταν αρνητική.Ο σωφρονισμός τους λοιπόν έχει εξουσία στη ζωή και στο θάνατο, στη χαρά και στη λύπη.Αυτός ο σωφρονισμός είναι απλά μια απάνθρωπη τιμωρία.Στη θέση της Δ.Κ. θα μπορούσε να βρεθεί οποιαδήποτε κρατούμενη.Γι’ αυτό δεν την αφήνουμε μόνη της.Στεκόμαστε δίπλα της και μοιραζόμαστε την λύπη της αλλά και τον δίκαιο θυμό της.Σήμερα Παρασκευή 14/3/2014 προχωρήσαμε σε μεσημεριανή διαμαρτυρία και αρνηθήκαμε να μπούμε στα κελιά μας,κατά το μεσημεριανό κλείσιμο για να ικανοποιηθεί το αίτημα μας.

 Όλη η πτέρυγα γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού

 

Κείμενο του Ν.Μαζιώτη και της Π.Ρούπα για τον Λάμπρο Φούντα

10 Μάρτη 2010. Ο Λάμπρος Φούντας, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα πέφτει νεκρός από σφαίρες μπάτσου στην Δάφνη κατά τη διάρκεια προπαρασκευαστικής ενέργειας της οργάνωσης. Τέσσερα χρόνια μετά η πολιτική πρόταση της δράσης του Λάμπρου Φούντα και του Επαναστατικού Αγώνα όπου δρούσε, είναι ακόμα πιο επίκαιρες, η επιλογή αγώνα και η στρατηγική της δράσης ακόμα πιο επιτακτικές. Τέσσερα χρόνια μετά και οι όροι ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων γίνονται όλο και πιο άθλιοι στο όνομα της διάσωσης του οικονομικού και πολιτικού συστήματος το οποίο βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στην κρίση. Πριν τέσσερα χρόνια ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας έδωσε τη ζωή του σε μια πολιτική προσπάθεια να μην γίνει η εξαθλίωση όρος ζωής, να μην θυσιάζονται άνθρωποι για την σωτηρία του συστήματος. Έδωσε τη ζωή του σε μια πολιτική προσπάθεια που τελική επιδίωξή της ήταν να πεταχτεί το πτώμα του καπιταλισμού και μαζί του το κράτος στα σκουπίδια της ιστορίας. Έδωσε τη ζωή του για να ανοίξει ο μόνος δρόμος για το οριστικό ξεπέρασμα των κρίσεων, να ανοίξει ο δρόμος για την κοινωνική απελευθέρωση, για την κοινωνική Επανάσταση. Αυτό είναι το ζητούμενο για το οποίο αξίζει κανείς να αγωνίζεται, ακόμα και να πεθαίνει.

Ο Λάμπρος Φούντας ζει και θα ζει πάντα για όσους η Επανάσταση παραμένει μια ζωντανή προοπτική. Ζει και θα ζει πάντα ως η επαναστατική αυτή μορφή που ενσαρκώνει τα όνειρα των επαναστατών σήμερα σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Ζει και θα ζει ως σύμβολο και φάρος της Επανάστασης.

  Ανέκαθεν η εξουσία επένδυε στην καλλιέργεια και την εκμετάλλευση των κατώτερων ενστίκτων στους υπηκόους της για να εξοντώνει τους επαναστάτες και τους πολιτικούς αντιπάλους της. Το ελληνικό κράτος έχει πλούσια παράδοση όσον αφορά αυτό. Οι επικηρύξεις και οι αμοιβές για την εξόντωση των αγωνιστών του ΕΛΑΣ και των ανταρτών του Δημοκρατικού Στρατού ήταν πάγιο φαινόμενο. Ο εμφύλιος πόλεμος στη μάχη της προπαγάνδας του καθεστώτος τότε εναντίον των πολιτικών του εχθρών χαρακτηριζόταν ως «συμμοριτοπόλεμος» και οι αγωνιστές καταδιώκονταν ως «κοινοί ληστές». Και οι αμοιβές για κάθε κομμένο κεφάλι αντάρτη που έφερναν οι Μάϋδες και οι κάθε είδους εθνικόφρονες βρισκόταν εκείνη την περίοδο στην ημερήσια διάταξη.

  Παρά τις διαφορετικές συνθήκες της σημερινής εποχής, ο τρόμος της σημερινής εξουσίας που γδέρνει τον ελληνικό λαό για να ταΐσει τα κοράκια της υπερεθνικής ελίτ μπροστά στην προοπτική ξεκινήματος ενός νέου αντάρτικου που θα τινάξει στον αέρα τα σχέδιά τους, τους κάνει να καταφεύγουν στην ελεεινή και χυδαία μέθοδο της επικήρυξης και του κυνηγιού κεφαλών, επιδιώκοντας να ερεθίσουν τα πιο ποταπά ένστικτα των πάσης φύσεως καλοθελητών της εξουσίας.

  Είναι κατανοητό ότι οι κατασταλτικοί μηχανισμοί προχωρούν σε τέτοιου είδους κινήσεις καθοριζόμενοι από την ιστορικότητα και την πολιτική πορεία των προσώπων και στην περίπτωσή μας είναι ιδιαιτέρως καθοριστικός παράγοντας η ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για την συμμετοχή μας στον Επαναστατικό Αγώνα. Το ειδικό πολιτικό βάρος της  δράσης, του λόγου του Επαναστατικού Αγώνα, της ανάληψης πολιτικής ευθύνης από εμάς, η πολιτική μας στάση μετά τις συλλήψεις και η στάση μας μέσα στο δικαστήριο όπου υπερασπιστήκαμε το σύνολο των ενεργειών της οργάνωσής μας, καθώς και η πάγια θέση μας ότι ο ένοπλος αγώνας είναι ένας πολύ σημαντικός παράγοντας για την προώθηση της κοινωνικής Επανάστασης ιδιαίτερα μέσα στις συνθήκες που ζούμε σήμερα, είναι παράγοντες που βαρύνουν συνολικά την αγωνία των κρατικών μηχανισμών να βρουν τρόπο να μας συλλάβουν.

  Από μόνη της η επικήρυξη και χωρίς κανείς να πει τίποτε περισσότερο, αποκαλύπτει την επίκαιρη διάσταση της ένοπλης δράσης στην σημερινή εποχή που το καπιταλιστικό σύστημα έχει εισέλθει στην πιο βαθιά και μακροχρόνια κρίση της ιστορίας του, έχει απαξιωθεί στις συνειδήσεις των ανθρώπων και η ευαίσθητη πολιτική σταθερότητα δεν στηρίζεται πλέον στη συναίνεση, αλλά στον εκβιασμό, το φόβο και την ωμή βία. Η ένοπλη δράση γνωρίζουν οι εξουσιαστές ότι έχει τη δύναμη να κλονίσει καθοριστικά τις ευαίσθητες πολιτικές ισορροπίες ωθώντας το καθεστώς πιο βαθιά στην αποσταθεροποίηση.

  Η επικήρυξή μας με δυο εκατομμύρια ευρώ εκτός όλων των άλλων, είναι αναμφιβόλως ένα ποσό υπέρογκο για τα οικονομικά δεδομένα της εποχής και της δραματικής κατάστασης των κρατικών ταμείων, που έκανε να ζαλιστούν ακόμα και σκληροί φιλοκαθεστωτικοί μεγαλοδημοσιογράφοι που ρωτούσαν δημοσίως «από πού θα βρεθούν αυτά τα λεφτά». Το γεγονός ότι οι κυβερνώντες κάνουν συνεχείς περικοπές σε έξοδα που αφορούν την ίδια την επιβίωση εκατομμυρίων ανθρώπων, αλλά προκλητικά δηλώνουν πως δυο εκατομμύρια τα δίνουν για ρουφιάνους και κεφαλοκυνηγούς που θα τους βοηθήσουν να μας συλλάβουν, καθιστά αυτήν την επικήρυξη σε οικονομικό αλλά και ηθικό επίπεδο ακόμα περισσότερο σκανδαλώδη.

  Δεν είναι η πρώτη φορά που το κράτος μας επικηρύσσει. Το 2007 μετά την επίθεση στην αμερικάνικη πρεσβεία, το ελληνικό κράτος μας είχε επικηρύξει ως Επαναστατικό Αγώνα και όχι ως άτομα φυσικά, αφού δεν είχαμε συλληφθεί, με οκτακόσιες χιλιάδες ευρώ, ενώ το αμερικάνικο με ένα εκατομμύριο δολάρια. Την περίοδο εκείνη τα κρατικά ταμεία δεν ήταν άδεια και παρόλα αυτά το ποσό της επικήρυξης για πληροφορία που θα βοηθούσε στην εξάρθρωση του Επαναστατικού Αγώνα ήταν μικρότερο από αυτό που σήμερα -εν μέσω κλιμάκωσης της κρίσης και πλήρους στεγνώματος των κρατικών ταμείων- μας επικηρύσσουν ως πρόσωπα. Αυτό δεν είναι παράδοξο αφού αναδεικνύει την αυξανόμενη βαρύτητα της ένοπλης δράσης ή ακόμα και της απειλής αυτής στην τρέχουσα ρευστή περίοδο. Και μάλλον οι επικηρύξεις έρχονται σε μια είδους αναλογία με αυτή την βαρύτητα και με την καθοριστική της δύναμη να κατευθύνει τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις.

  Όμως η μέθοδος της επικήρυξης αναδεικνύει ακόμα ένα πράγμα. Ότι δεν υπάρχει κοινωνική συναίνεση στον πόλεμο κατά της «τρομοκρατίας» παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις τους, συνθήκη άμεσα συνδεμένη με την ευρύτερη κοινωνική και πολιτική περίοδο όπου η συναίνεση στο οικονομικό και πολιτικό σύστημα παύει να υφίσταται σε πλειοψηφικά πλέον τμήματα της κοινωνίας λόγω της κρίσης και των πολιτικών διαχείρισής της από την πολιτική και οικονομική εξουσία. Πόσοι θεωρούν σήμερα ότι η κοινωνική απειλή προέρχεται από την ένοπλη επαναστατική δράση; Πόσοι είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η κοινωνική απειλή είναι ο Μαζιώτης και η Ρούπα; Η πλειοψηφία των ανθρώπων σήμερα έχουν ζήσει στο πετσί τους τι εστί τρομοκρατία του κεφαλαίου και του κράτους και αυτή θεωρούν ως τη μεγαλύτερη απειλή, αυτή είναι γι’ αυτούς ο πραγματικός φόβος. Το έλλειμμα αυτό της συναίνεσης στο σύστημα το γνωρίζουν οι κυρίαρχοι γι’ αυτό και δεν πιστεύουν ότι μπορούν να βασιστούν στην «κοινωνική υπευθυνότητα» των ρουφιάνων, στην πίστη τους προς το καθεστώς, στην αφοσίωσή τους προς τους οικονομικούς και πολιτικούς άρχοντες και πως ανιδιοτελώς και χωρίς υλικό αντάλλαγμα θα μπορέσουν να βρουν βοήθεια από τα κάτω για τις συλλήψεις μας. Γι’ αυτό και καταφεύγουν στο δέλεαρ της κατάδοσης επί αμοιβή, ελπίζοντας πως σε εποχές ακραίας υλικής εξαθλίωσης και  φτώχειας λόγω της κρίσης, θα υπάρξουν ίσως κάποιοι που θα πέσουν στο κατώτερο σκαλί της ηθικής αθλιότητας. Γι’ αυτούς τους λόγους και ακούστηκαν εντελώς υποκριτικά και φαιδρά ταυτόχρονα τα όσα δήλωσε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης και αρχικεφαλοκυνηγός , Δένδιας, στη μάταιη προσπάθειά του να παρουσιάσει την ένοπλη δράση ως απειλή για τους ίδιους τους εργαζόμενους της χώρας!

  Η αγωνία της πολιτικής εξουσίας για την ανάπτυξη της ένοπλης δράσης στην ιστορική περίοδο που ζούμε αντικατοπτρίζει και το πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση για τους φυλακισμένους ένοπλους αγωνιστές, αλλά και για την αναδιάρθρωση της λειτουργίας της ελληνικής αστυνομίας. Οι νέες ειδικές φυλακές υψίστης ασφαλείας με κυρίαρχο ζητούμενο την απομόνωση των ένοπλων πολιτικών αντιπάλων του καθεστώτος και την απομάκρυνσή τους από τους υπόλοιπους κρατούμενους, έρχονται ως η «φυσική» συνέχεια των «αντιτρομοκρατικών» νόμων που ψηφίστηκαν τα προηγούμενα χρόνια. Όμως η περίοδος που δημιουργείται μια τέτοια φυλακή δείχνει ακριβώς το φόβο των κυρίαρχων μπροστά στο πολιτικό φαινόμενο της ένοπλης δράσης. Για τον ίδιο λόγο σκληραίνουν και το νομικό πλαίσιο αντιμετώπισης των ένοπλων αγωνιστών ανατρέποντας κανονισμούς και ρυθμίσεις για τον χρόνο φυλάκισης, καταργώντας τις άδειες και τις υπό όρους αποφυλακίσεις τους. Πιστεύουμε όμως πως με αυτά τα μέτρα το καθεστώς απευθύνεται σε πολλούς περισσότερους και επιδιώκει να προσβάλει τη βούληση νέων αγωνιστών που βλέπουν ως επιτακτική πολιτική ανάγκη σήμερα την ένοπλη επαναστατική δράση.  Και δεν είναι τυχαίο ότι σε κάθε ευκαιρία και με αφορμή τις επικηρύξεις και τις ανακοινώσεις για τα νέα μέτρα στις φυλακίσεις ένοπλων αγωνιστών, ο Δένδιας αναφέρεται στις «κάποιες χιλιάδες που φλερτάρουν με την τρομοκρατία» και τελευταία πραγματοποιεί εκτεταμένες επιχειρήσεις σε σπίτια αναρχικών με εμφανές ζητούμενο την τρομοκράτηση.  Όσον αφορά στην αναδιάρθρωση της αστυνομικής λειτουργίας και αυτή συνιστά ένα λογικό επακόλουθο των κρατικών προσπαθειών για μια αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της ένοπλης δράσης και, κυρίως, για την πρόληψη ένοπλων ενεργειών.  Γι’ αυτό και αυτό το ζητούμενο γίνεται πλέον κεντρική στρατηγική της αστυνομίας.

  Στις όποιες προσπάθειές τους να απομονώσουν και να καταστείλουν την ένοπλη δράση, στις όποιες προσπάθειές τους να τρομοκρατήσουν ας μην ελπίζουν όμως και πολλά, καθώς οι κοινωνικές εξελίξεις και οι συνθήκες έτσι όπως τις διαμορφώνει το ίδιο το σύστημα, αργά ή γρήγορα θα συμβάλλουν στην δημιουργία ενός διευρυμένου ένοπλου επαναστατικού μετώπου για την απελευθέρωση της κοινωνίας από την σκλαβιά του καπιταλισμού και του κράτους. Θα συμβάλουν ώστε να γίνει πραγματικότητα ο εφιάλτης τους.

  Η κοινή συνισταμένη όλων αυτών των ενεργειών από το καθεστώς είναι η δημιουργία ενός νομοθετικού, αστυνομικού, αλλά και πολιτικού κλοιού στους ένοπλους αγωνιστές και κυρίως σε αυτούς που ζουν στην «παρανομία».  Σε αυτή την συνισταμένη συμπεριλαμβάνεται και η μακρά τακτική προσπάθεια δημιουργίας ενός καθεστώτος  «αυξανόμενης πίεσης» με κάθε διαθέσιμο μέσο, ελπίζοντας ότι θα δημιουργήσει ένα καθεστώς κοινωνικά πιο ευνοϊκό για τις συλλήψεις μας όπως είναι η συνεχής προπαγάνδα που διοχετεύει στα ΜΜΕ, μέσα από την οποία παρουσιαζόμαστε να εμπλεκόμαστε σε μια μακρά σειρά γεγονότων, ενεργειών και πολιτικών δράσεων που δεν έχουμε συμμετάσχει και δεν εμπλεκόμαστε με κανένα τρόπο. Θα ήταν έλλογη και δικαιολογημένη από τη μεριά των κρατικών παραγόντων αυτή η τακτική, αφού κατανοούμε πως η πρεμούρα τους να μας συλλάβουν είναι μεγάλη. Πλέον όμως έχει φύγει από το επίπεδο μιας ψύχραιμης και μελετημένης κίνησης και θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει αγγίξει τα όρια της εμμονής και της παράνοιας, αφού πίσω από οποιαδήποτε ένοπλη ενέργεια που συμβαίνει ανά την επικράτεια, πίσω από κάθε συμβάν που ακόμα και ως εικασία μπορεί να έχει πολιτικές διαστάσεις ή προεκτάσεις -π.χ. η υπόθεση με τα όπλα στο αυτοκίνητο στο Φάληρο-, «βλέπουν» είτε άμεσα είτε έμμεσα ότι έχουμε κάποια σχέση, έχει σχέση η «ομάδα Μαζιώτη» κλπ. Και σε αυτή την διαδικασία φυσικά, μπαίνουν και τα περισσότερα ΜΜΕ ως φερέφωνα του υπουργείου Δημόσιας Τάξης. Δεν θα αναφερθούμε φυσικά σε όλη τη σαβούρα των δημοσιογραφικών «πληροφοριών», στις οποίες συμπεριλαμβάνονται μέχρι και σενάρια για τους πιθανούς «συγκατοίκους» μας στην παρανομία. Όσον αφορά το τελευταίο τη μόνη πληροφορία που έχουμε να δημοσιοποιήσουμε είναι ότι έχουμε μερικά σοβαρά κριτήρια για τις πολιτικές μας σχέσεις που είναι πολιτικά, αλλά κυρίως αξιακά και στα οποία συμπεριλαμβάνεται η στάση των αγωνιστών κατά την κρίσιμη, αλλά και αποκαλυπτική συγχρόνως στιγμή της σύλληψης. Στο ζήτημα όμως που θέλουμε να μείνουμε είναι για την αυθαίρετη εμπλοκή των ονομάτων μας στην οργάνωση ΟΛΑ. Καταλαβαίνουμε πως για τους «ιθύνοντες» των κατασταλτικών και διωκτικών μηχανισμών η φιλοσοφία της δράσης και η θεωρητική προσέγγιση και ανάλυση μιας οργάνωσης να αποτελούν δύσκολα ζητήματα για να τα αναλύσουν, γι’ αυτό και η αιτιολόγηση της «βεβαιότητάς» τους για τον δήθεν πρωταγωνιστικό μας ρόλο στην οργάνωση αυτή τόσο σε επιχειρησιακό επίπεδο όσο και στα κείμενά της, να βασίζεται σε χοντροκομμένες και παντελώς εσφαλμένες προσεγγίσεις. Γι’ αυτό και για το «ασφαλές αυτό συμπέρασμα» δηλώνουν κατ’ αρχήν πως το στηρίζουν στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη οργάνωση χρησιμοποιεί RPG. Όμως ο Επαναστατικός Αγώνας είχε διαφορετικά πολιτικά κριτήρια στον τρόπο δράσης, στον τρόπο και στον τόπο που θα πληττόταν κάθε φορά ο πολιτικά επιλεγμένος στόχος, γεγονός που καθόριζε την επιλογή των μέσων και την επιχειρησιακή μεθοδολογία αποφεύγοντας επιχειρησιακές ακροβασίες. Το δεύτερο είναι οι προκηρύξεις. Δεν περιμέναμε βέβαια, από τους αναλυτές της αντιτρομοκρατικής να μπορούν να διακρίνουν λεπτές ή ακόμα και μεγάλες πολιτικές διαφορές στον λόγο των ένοπλων οργανώσεων -όπως διαφορές ανάμεσα σε μια λενινιστική και μια αναρχική προκήρυξη- και γνωρίζουμε εδώ και χρόνια πως οι αναλύσεις και οι ερμηνείες τους μένουν σε χοντροκομμένες και επιφανειακές αναγνώσεις των προκηρύξεων. Για παράδειγμα, στην συγκεκριμένη περίπτωση είμαστε βέβαιοι πως μια ανάλυση από κάποια οργάνωση πάνω στην οικονομική κρίση, όποια πολιτική προέλευση ή κατεύθυνση κι αν έχει θα πίστευαν ότι έχει γίνει από εμάς. Κι αυτό γιατί ο Επαναστατικός Αγώνας είχε επανειλημμένα αναφερθεί με αναλύσεις στην τρέχουσα κρίση του συστήματος πολύ πριν αυτή εκδηλώσει τη δυναμική της και το κυριότερο, της είχε δώσει στρατηγικό ρόλο στη διαμόρφωση της συνολικής πολιτικής κατεύθυνσης της οργάνωσης. Γι’ αυτό το κορυφαίο ζήτημα συνεχίσαμε και μετά τις συλλήψεις μας να γράφουμε και να μιλάμε ως μέλη του Επαναστατικού Αγώνα.

 Ελπίζουμε πως δεν θα χρειαστεί να επανέλθουμε σε τέτοιου είδους ζητήματα. Πάντως, για κάθε πιθανή μελλοντική αναφορά των ονομάτων μας σε γεγονότα και σχήματα άσχετα με εμάς, αυτό που θέλουμε ρητώς και κατηγορηματικώς να ξεκαθαρίσουμε είναι πως η ίδια η ιστορία μας είναι τελικά αυτή που ανατρέπει τους όποιους ανυπόστατους ισχυρισμούς του κρατικού μηχανισμού για εμάς και τις πολιτικές επιλογές μας. Γιατί η ιστορία μας είναι το όνομά μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι.

              ΤΙΜΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΛΑΜΠΡΟ ΦΟΥΝΤΑ

                           Πόλα Ρούπα, Νίκος Μαζιώτης

Κείμενο του Κ. Γουρνά για τον Λ.Φούντα

ΤΙΜΗ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ ΣΤΟ ΛΑΜΠΡΟ ΦΟΥΝΤΑ

   Πριν από τέσσερα χρόνια, έσβησε η πνοή ενός σπουδαίου αγωνιστή, του συντρόφου μου στον Επαναστατικό Αγώνα, Λάμπρου Φούντα. Σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια ένοπλης συμπλοκής, όταν μέλη της οργάνωσης επιχειρούσαν να απαλλοτριώσουν ένα όχημα στη Δάφνη.

   Ο Λάμπρος ενηλικιώθηκε πολιτικά στο ύστερο κομμάτι της μεταπολίτευσης και εντάχθηκε στο αντιεξουσιαστικό κίνημα. Συμμετείχε στις κοινωνικές συγκρούσεις της περιόδου που χαρακτηρίστηκαν από εκείνο το ιδιαίτερο πνεύμα της μεταπολίτευσης μέσα από το οποίο αναδύονταν η μαχητική παράδοση, η συλλογική μνήμη ενός λαού που διψούσε για λευτεριά.     Ανδρώθηκε πολιτικά στην αυγή του νέου αιώνα, εκεί που το ριζοσπαστικό κίνημα αγκομαχούσε να βρει το συνδετικό κρίκο με το παρελθόν μέσα στα συντρίμμια της μεταπολίτευσης για να αποτυπώσει τη δικιά του περπατησιά στη νέα εποχή της ιδιώτευσης και του καταναλωτισμού. Τότε που -όπως και τώρα- πασχίζαμε να κατανοήσουμε τις θεαματικές αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, αλλαγές που τελικά συγκριτικά με το παρόν, αποδείχθηκαν ανώδυνες. Αργότερα εντάχθηκε στον Επαναστατικό Αγώνα όπου από τις γραμμές του έδωσε την τελευταία μάχη της ζωής του.

   Ο Λάμπρος έφυγε μαζί με μια ολόκληρη εποχή. Τα τέσσερα αυτά χρόνια της απουσίας του, ο τόπος βιώνει μια διπλή χρεοκοπία, πολιτική  και οικονομική. Το δικομματικό σύστημα εξουσίας που υπήρξε στυλοβάτης του μεταπολιτευτικού κράτους έχει καταρρεύσει μαζί με την όποια αξιοπιστία του πολιτικού προσωπικού της. Παράλληλα, κατέρρευσε ολόκληρο το οικονομικό οικοδόμημα που θεμελιώθηκε με την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ. Ο τόπος βρίσκεται σε διαδικασία αποικιοποίησης από τη χρηματοπιστωτική ελίτ του ευρωπαϊκού βορρά και ο παραγωγικός πλούτος ξεπουλιέται από τους ντόπιους συνεργάτες τους. Σήμερα, ο φασισμός δεν είναι προ των πυλών, είναι ήδη εδώ. Στα πεινασμένα παιδιά, στους ανέργους, στην απόγνωση, στα τάγματα εφόδου, στην κρατική τρομοκρατία….

   Σήμερα, τέσσερα χρόνια από το θάνατο του Λάμπρου Φούντα, η πάλη του Επαναστατικού Αγώνα, η πάλη του ριζοσπαστικού κινήματος για λευτεριά και κοινωνική δικαιοσύνη είναι πιο δικαιωμένη από ποτέ γιατί φροντίσαμε να είμαστε εκεί που έπρεπε πριν ξεσπάσει η καταιγίδα, πριν εισέλθουμε στο σκότος, στις γραμμές του αγώνα ενάντια στον νεοφιλελεύθερο φασισμό.

   Και μένει, Λάμπρο, να απαντηθεί το αιώνιο ερώτημα, τα τελευταία σου λόγια, “Και τώρα τι κάνουμε;”. Κι αφήνω τη δικιά σου εκκωφαντική απάντηση να ριζώσει στο παρόν και στο μέλλον, στις φοβισμένες ψυχές και στα εφηβικά δωμάτια. Δεν έχουμε άλλο δρόμο που να αξίζει να βαδίσουμε από αυτόν της αντίστασης. Το δρόμο του Λάμπρου, το δρόμο της ζωής.

*

Από τον πρόλογο του Ν. Καζαντζάκη στον “Καπετάν Μιχάλη”.

“…Πολλοί που διάβασαν τον Καπετάν Μιχάλη θαρρούν πως τέτοια παιδιά -τέτοια αντράκια, όπως λέμε στην Κρήτη- ποτέ δεν υπήρξαν, ούτε άντρες τόσο χειροδύναμοι, τόσο ψυχοδύναμοι, που να αγαπούν με τόσοι λαχτάρα τη ζωή και να αντικρίζουν με τόση περιφρόνηση το θάνατο. Πώς να πιστέψουν οι άπιστοι τι θάματα μπορεί να γεννήσει η πίστη; Ξεχνούν πως η ψυχή του ανθρώπου γίνεται παντοδύναμη όταν συνερπαθεί από μια μεγάλη ιδέα. Τρομάζει όταν, ύστερα από πικρές δοκιμασίες, καταλάβεις πως μέσα μας υπάρχει μια δύναμη που μπορεί να ξεπεράσει τη δύναμη του ανθρώπου· τρομάζεις, γιατί από τη στιγμή που θα καταλάβεις πως υπάρχει η δύναμη αυτή δεν μπορείς πια να βρεις δικαιολογίες για τις ασήμαντες ή άναντρες πράξεις σου, γιατί τη ζωή σου τη χαμένη, ρίχνοντας το φταίξιμο στους άλλους· ξέρεις πια πως εσύ, όχι η τύχη, όχι η μοίρα, μήτε οι άνθρωποι γύρα σου, εσύ μονάχα έχεις, ότι και αν κάμεις, ότι και αν γίνεις ακέραιη την ευθύνη. Και ντρέπεσαι τότε να γελάς, ντρέπεσαι να περιγελάς αν μια φλεγόμενη ψυχή ζητάει το αδύνατο.

Καλά πια καταλαβαίνεις πως αυτή είναι η αξία του ανθρώπου· να ζητάει και να ξέρει πως ζητάει το αδύνατο και να είναι σίγουρος πως θα το φτάσει, γιατί ξέρει πως αν λιποψυχήσει, αν δεν ακούσει τι του κανοναρχάει η λογική, μα κρατάει με τα δόντια την ψυχή του και εξακολουθεί με πίστη, με πείσμα να κυνηγάει το αδύνατο, τότε θα γίνει το θάμα, που ποτέ ο αφτέρουγος κοινός νους δε θα μπορούσε να μαντέψει: Το αδύνατο γίνεται δυνατό.”

10 Μάρτη 2014

Κώστας Γουρνάς

Φυλακές Κορυδαλλού

Κείμενο κρατουμένων – Αλληλεγγύη στους κρατούμενους του νοσοκομείου φυλάκων κορυδαλλού, 06/03/2014

Από τις 17 Φεβρουαρίου, 178 συγκρατούμενοι μας «στο νοσοκομείο» κρατουμένων Άγιος Παύλος προχώρησαν σε αποχή από το συσσίτιο  και από τη φαρμακευτική τους αγωγή. Αργότερα κάποιοι από αυτούς έχουν προχωρήσει σε απεργία πείνας.

Οι συγκρατούμενοι μας με την ανακοίνωση της έναρξης του αγώνα τους εκθέτουν τις εφιαλτικές συνθήκες που επικρατούν σε αυτό το κολαστήριο  που καταχρηστικά και  κατ’ ευφημισμό το υπουργείο δικαιοσύνης το ονομάζει νοσοκομείο.

 Όπως χαρακτηριστικά γράφουν και οι ίδιοι : « όλοι εμείς που πάσχουμε από κάθε λογής ασθένειες  (οροθετικοί, καρκινοπαθείς, μέχρι και το τελευταίο παθολογικό περιστατικό) συγχρωτιζόμαστε σε θαλάμους – ΑΠΟΘΗΚΕΣ – ΤΡΟΓΛΕΣ κατά δεκάδες, αναγκασμένοι να ανεχτούμε μια πρωτοφανή κατάσταση για τα παγκόσμια ιατρικά και ανθρωπιστικά δεδομένα που έχει εδώ και καιρό ξεπεράσει τα όρια της λογικής και της ανθρώπινης ανοχής, με αποτέλεσμα να βιώνουμε καθημερινά το σωματικό μας βασανισμό και τον ψυχικό μας βιασμό. Καθημερινά αγωνιζόμαστε να ΕΠΙΒΙΩΣΟΥΜΕ  και να αποτρέψουμε τη μετάδοση  πανδημίας εξαιτίας των ανωτέρων νοσημάτων, αλλά δυστυχώς όταν σε θαλάμους νοσηλείας 30τ.μ. νοσηλεύονται 16-18 ασθενείς  κάτι τέτοιο φαντάζει σενάριο επιστημονικής φαντασίας και φαλκιδεύεται κάθε έννοια στοιχειώδους νοσηλείας ».

 Άλλωστε οι εικόνες από το κολαστήριο – «αποθήκη ψυχών » που δημοσιεύτηκαν σε ηλεκτρονικές σελίδες αποδεικνύουν την ακρίβεια των λεγομένων των συγκρατούμενων μας και δείχνουν ξεκάθαρα ποια είναι η αλήθεια.

 Αυτός ο αγώνας που δίνεται, αφορά κάθε κρατούμενο αφού οποιοσδήποτε από εμάς μπορεί να χρειαστεί να νοσηλευτεί κατά τη διάρκεια έκτισης της ποινής του.

 Στεκόμαστε αλληλέγγυοι στον αγώνα των συγκρατούμενων μας στο «νοσοκομείο» κρατουμένων άγιος Παύλος.

 Επιφυλασσόμαστε για δυναμικότερες αντιδράσεις αν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματα τους.

Το κείμενο υπογράφουν :

49 κρατούμενοι της α’ πτέρυγας,

351 της γ’ πτέρυγας,

320 της δ’ πτέρυγας των φυλακών κορυδαλλού.

 Αλληλεγγύη στους κρατούμενους του νοσοκομείου φυλάκων κορυδαλλού.