Όσα ακολούθησαν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα αναμφίβολα θα δημιούργησαν σε πολλούς ένα μειδίαμα, αν όχι για κάποιον άλλο λόγο, σίγουρα από το παράδοξο θέαμα να βλέπει κανείς έναν από τους πιο μαύρους εκφραστές του συστήματος να πνίγεται στο ίδιο του το δηλητήριο. Όλη η ρητορική της Χρυσής Αυγής περί αυστηροποίησης της ποινικής νομοθεσίας, περί αυστηροποίησης των αντιτρομοκρατικών και αντιεγκληματικών νόμων, τώρα στρέφεται εναντίον της με τον ίδιο αμείλικτο τρόπο που η ίδια πρότεινε. Με την ίδια «αντιδημοκρατική» ένταση που εδώ και καιρό απαιτούσε.
Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται. Τουλάχιστον όχι με τον ίδιο τρόπο. Το κράτος έχει εκθρέψει και έχει χρησιμοποιήσει κατά κόρον παρακρατικούς μηχανισμούς ώστε να πετύχει αποτελέσματα που για μια σειρά λόγων δεν μπορούσε να πετύχει μέσω των επίσημων οδών. Στη τωρινή συνθήκη όμως φαίνεται πως ένα παρακράτος της μορφής της Χ.Α. δεν του είναι απαραίτητο. Η υπεροπλία που έχει αναπτύξει σε όλο το φάσμα των ποινικών και κατασταλτικών μεθόδων έχει εξασφαλίσει πως μπορεί πλέον να επιτελέσει όλες τις λειτουργίες του παρακράτους σε ένα θεσμοποιημένο και επίσημο επίπεδο. Στα πλαίσια της ολοκληροτικοποίησής του δεν διανοείται να μην έχει τα πάντα υπό τον κεντρικό του έλεγχο. Έτσι αφού πρώτα υιοθετίσει όλες της λειτουργίες και τη ρητορική των μέχρι πρότινος σκοτεινών μηχανισμών του, θα τους ξεπαστρέψει με τον πιο ατιμωτικό τρόπο, ξεπερνώντας εν μια νυκτί τους έως τώρα κανόνες “fair play” που καθόριζαν τη σχέση τους.
Όλο αυτό το ξεπέρασμα είναι συγχρόνως μια παρακαταθήκη. Όμως καθετί που ξεπερνάει τα θεσμικά και πολιτικά όρια, δεν είναι μια εξαίρεση αλλά ένα ακόμα βήμα για την εξοικείωση της κοινωνίας με ένα μόνιμο καθεστώς εξαίρεσης. Ο νόμος για τα παλούκια στις διαδηλώσεις ή οι «μη ένοπλες οργανώσεις» μάλλον δε στοχεύουν στην ποινικοποίηση της Χ.Α., στην οποία ούτως ή άλλως βρέθηκαν όπλα.
Δεν πρέπει επίσης να περνάει απαρατήρητη η καινοφανής για τη μιντιακή ρητορική έννοια του «νομικού οπλοστασίου» που άρχισε να επιβάλλεται από την κυριαρχία, παραδεχόμενη πλέον ανοιχτά ότι ο νόμος δεν αποτελεί έναν κώδικα ρύθμισης των κοινωνικών σχέσεων όπως προσπαθούν να μας πείσουν τόσο καιρό, αλλά ένα ευπροσάρμοστο εργαλείο στα χέρια της εξουσίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε το ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί καθαρά ποινικούς/αστυνομικούς όρους- με τα γνωστά πλέον σιαμαία Δένδια- Αθανασίου να κάνουν τις επίσημες ανακοινώσεις- για να ξεκάνει έναν κομματικό αντίπαλο. Φυσικά η Χ.Α. έχει την ιδιαιτερότητα ότι μαζί με την «πολιτική» συνδυάζει και τη παραβατική δράση και μάλιστα όχι του λευκού κολάρου, όπως η συγκυβέρνηση, γεγονός που προκαλεί τον αποτροπιασμό των καθωσπρέπει συναδέλφων τους στη Βουλή (και δεν τους σκανδαλίζει απλά όπως οι μίζες, οι υπεξαιρέσεις κλπ.)
Ένα πράγμα γίνεται σαφές με τα τελευταία γεγονότα. Το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα περί εγκληματικών και τρομοκρατικών οργανώσεων, είναι τόσο απόλυτο και ευέλικτο που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και τον αρχηγό ενός κόμματος στη φυλακή ως ηθικό αυτουργό οποιουδήποτε αδικήματος έχει διαπράξει οποιοιδήποτε μέλος του κόμματός του. Μπορεί να είναι κοινός τόπος σε πολιτικό, ηθικό, ακόμα και πραγματικό επίπεδο ότι ο Μιχαλολιάκος είναι υπεύθυνος για τις δολοφονίες που διαπράττουν οι χρυσαυγίτες, όμως ποινικά δε θα μπορούσε να σταθεί χωρίς τις νομικές αλχημείες που επιτρέπει το άρθρο 187. Με άλλα λόγια το ότι η συγκυβέρνηση ξεπάστρεψε μέσα σε μια εβδομάδα την ηγεσία ενός κομματικού της αντιπάλου δεν είναι αισιόδοξο. Το μόνο που προκύπτει από την ανάγνωση των γεγονότων είναι το ότι όχι μόνο δεν μπήκαν αναχώματα στον φασισμό με τα τελευταία γεγονότα, αλλά ότι αυτός εδραιώνεται σε επίσημο κεντρικό πολιτικό επίπεδο και μάλιστα χωρίς να χάνεται στιγμή η επίκληση στη “δημοκρατία” και τον ”αντιφασισμό”.
Η θεαματική άνοδος της Χ.Α. οφείλεται μεταξύ άλλων στην ακροδεξιά ατζέντα που υιοθέτησαν τα μίντια και οι τελευταίες κυβερνήσεις. Οφείλεται στην πατριωτική ρητορική που έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια της λεγόμενης “αντιμνημονιακής αντίστασης”. Οφείλεται στο ότι τα μίντια την αβαντάριζαν παρουσιάζοντάς την ως το αντίθετο αυτού που στη πραγματικότητα είναι. Σαν εχθρό του συστήματος, δηλαδή, και όχι ως ένα συστημικό ανταγωνιστή στα πλαίσια της διαχείρισης του καθεστώτος. Οφείλεται επίσης στη στήριξη της από τμήμα του εγχώριου κεφαλαίου- εφοπλιστές, real estate- , τμήμα που παραδοσιακά διαπλέκεται με το διεθνές οργανωμένο έγκλημα και ως εκ τούτου σε μια τέτοια συμμορία βρήκαν την πολιτική τους έκφραση.
Το ότι η συγκυβέρνηση αποφάσισε να χτυπήσει αυτόν τον ανταγωνιστή της στα πλαίσια του συστήματος καθώς και ο τρόπος που το έκανε, φυσικά και έχει λόγους να μας απασχολεί, όμως αυτή η εξέλιξη δεν μπορεί να μας ευχαριστεί ή να μας δυσαρεστεί. Ο μόνος τρόπος να τσακιστεί η Χ.Α., ο φασισμός, ο νεοναζισμός είναι να τελειώνουμε μια για πάντα με τον πολιτισμό του κεφαλαίου σε όλες του τις εκδοχές. Και αυτό γίνεται στους δρόμους, στις γειτονιές, στα συνωμοτικά νυχτοπερπατήματα, στους χώρους εργασίας, στις φυλακές. Υπάρχουν σίγουρα λιγότερο ή περισσότερο βάναυσες, λιγότερο ή περισσότερο αποκρουστικές, λιγότερο ή περισσότερο εκμεταλλευτικές μορφές διαχείρισης του κεφαλαίου αλλά αυτό δεν το κάνει να μην είναι βάναυσος, αποκρουστικός, εκμεταλλευτικός στην ουσία του.
Α. Θεοφίλου
Ράμι Συριανός
Οκτώβριος 2013
Φυλακές Δομοκού