Επιστολή κρατουμένων απ’ τις ελληνικές φυλακές

Τον τελευταίο καιρό είδαμε να εξελίσσεται η επόμενη φάση των κατασταλτικών σχεδιασμών του κράτους, έχοντας αυτήν τη φορά στο επίκεντρό της τους κατειλημμένους χώρους. Η εκκένωση της κατάληψης ΔέΛΤΑ στη Θεσσαλονίκη, οι επιθέσεις στις καταλήψεις Αpertus στο Αγρίνιο και Δράκα στην Κέρκυρα το καλοκαίρι, μαζί με την εκκένωση της Villa Amalias, της κατάληψης Σκαραμαγκά και του στεκιού της ΑΣΟΕΕ πρόσφατα, έρχονται να αποτελέσουν την τακτική συνέχεια της κατασταλτικής στρατηγικής που υιοθετήθηκε απέναντι στον εσωτερικό εχθρό μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη του ’08 και εν όψει της επικείμενης κοινωνικής αποσταθεροποίησης που διαφαινόταν στον ορίζοντα.

Η εγκαθίδρυση του κράτους ασφάλειας ως απαραίτητη βάση για τις νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες δεν θα μπορούσε παρά να έχει ως προϋπόθεση την καταστολή των δυνητικά αποσταθεροποιητικών παραγόντων που αποτελούν οι διάφορες εκφάνσεις του ριζοσπαστικού χώρου. «Διαβάζοντας» το συνεχές των επιθέσεων του κράτους, τόσο σε φυσικό όσο και σε επικοινωνιακό επίπεδο, είναι εμφανές πως αυτό που επιχειρείται είναι η απονοηματοδότηση και ποινική-κατασταλτική διαχείριση ενός ολοένα και πιο διευρυμένου συνόλου ριζοσπαστικών πρακτικών και αντιλήψεων.

Οι φρονηματικές διώξεις (χρόνια διατύπωση κάποιων συντρόφων αλλά σπάνια ακριβής κατά το παρελθόν), η ποινικοποίηση φιλικών και συντροφικών σχέσεων, η ποινικοποίηση της πρόθεσης και της προτροπής, οι εισβολές σε σπίτια, στέκια και καταλήψεις, κατά το δοκούν κατασκευασμένες διώξεις με βάση το DNA, η πρωτοφανής σε ένταση και συντονισμό συστηματική προπαγάνδα, η ανάδυση στο προσκήνιο του φασιστικού παρακράτους, τα «αντιτρομοκρατικά» στρατοδικεία-πειραματικά εργαστήρια διώξεων αποτελούν κάποια από τα κομμάτια που σχηματίζουν στην πράξη το δόγμα μηδενικής ανοχής ενός καθεστώτος που, πατινάροντας σε λεπτό πάγο, δεν έχει καμιά άλλη λύση από την ολοκληρωτικοποίηση.

Διαίρει και βασίλευε…

Η κυριαρχία πάντα θα επενδύει και θα εκμεταλλεύεται την πολυδιάσπαση των αντιπάλων της για τον έλεγχο και την καταστολή τους. Ο συντεχνιακός κατακερματισμός της αναρχικής κοινότητας πρόσφερε ένα ιδανικό πεδίο πάνω στο οποίο θα μπορέσει να πατήσει η κρατική καταστολή, με τον ίδιο τρόπο που η εξατομίκευση και η αποδόμηση κάθε έννοιας συλλογικότητας και αλληλεγγύης πρόσφερε το αποσαθρωμένο κοινωνικό υπέδαφος στο οποίο βασίστηκε ο προελαύνων καπιταλισμός για την επιβολή των ολοένα και πιο ακραίων συνθηκών εκμετάλλευσης. Η έλλειψη συσπείρωσης των ανατρεπτικών κύκλων επέτρεψε στο κράτος τη στοχοποίηση μιας συνιστώσας τη φορά, ελαχιστοποιώντας την ανησυχία του μην ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου.

Η στρατηγική αυτή είχε φαινομενικά αποτελέσματα έως τώρα, δίνοντας αρκετές νίκες στο στρατόπεδο της κυριαρχίας με σχετικά μικρό κόστος. Απόδειξη του πόσο βασίζεται και επενδύει το κράτος στον κατακερματισμό είναι η προπαγάνδα που συνοδεύει κάθε κατασταλτική μεθόδευση ή εμπεριέχεται στις ψευτοαναλύσεις κάθε λογής δημοσιογράφων και «ειδικών», η οποία μοιράζει αφειδώς ταμπέλες και διαχωρισμούς ανάμεσα σε «βίαιους» και μη «βίαιους», «καταληψίες», «ενόπλους» κ.λπ., προσπαθώντας να ενισχύσει τις διαιρέσεις. Άλλωστε, ακόμη και η ανατρεπτική ικανότητα ενός ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ πολύμορφου, με όλα τα μέσα, αλληλοσυμπληρούμενου αγώνα, διαφεύγει ακόμα από ένα μεγάλο κομμάτι της αναρχικής κοινότητας – σίγουρα, δεν διαφεύγει από την εξουσία…

Η καταστολή ως πολιτικό πασπαρτού…

Τα θεαματικά πλάνα πάνοπλων-στρατιωτικοποιημένων μονάδων της αστυνομίας ακολούθησε και μια πραγματική καταιγίδα προπαγάνδας από κάθε λογής εκφραστή και εγκάθετο του συστήματος. Η καταστολή των κατειλημμένων χώρων, εκτός από πράξη καθεαυτή, αποτέλεσε και το πολιτικό εργαλείο μέσω του οποίου κάθε καθεστωτικό μόρφωμα προσπάθησε να αντλήσει τη μέγιστη πολιτική υπεραξία.

Δύσκολα περνάει απαρατήρητη η πολιτική συγκυρία στην οποία επέλεξε η κυβέρνηση να «ανοίξει» το κεφάλαιο καταλήψεις, με την επικείμενη ψηφοφορία για το φορολογικό να είναι στα κοντά, ή το γεγονός πως τις ίδιες μέρες επανήλθε επικοινωνιακά και ο «πόλεμος κατά της τρομοκρατίας» με την προσαγωγή δύο άσχετων (όπως αποδείχθηκε) προσώπων.

Δύσκολα επίσης περνάει απαρατήρητο το ρεσιτάλ κωλοτούμπας από την πλευρά του εποφθαλμιούντος τις κυβερνητικές καρέκλες Σύριζα, ο οποίος με δηλώσεις ψευτοϋποστήριξης προσπάθησε να ψαρέψει ό,τι μπορεί από τις αντισυστημικές δυνάμεις, επιχειρώντας ταυτόχρονα να βάλει προπαρασκευαστικά και κάποιες βάσεις που θα του εξασφάλιζαν μια πρόσκαιρη ομαλότητα σε περίπτωση που βρεθεί στην εξουσία.

Οι «κυνηγοί της ανομίας» και οι «καταγγέλλοντες το μνημόνιο και την κυβέρνηση» ξόδεψαν πολύ σάλιο και μελάνι στη μικροπολιτική τους κόντρα, προσπαθώντας να κλέψουν μερικές ψήφους παραπάνω από την ακροδεξιά και το ριζοσπαστικό χώρο, αντίστοιχα. Τουλάχιστον μέχρι να έρθουν οι νυχτερινές άμεσες δράσεις και τους ευθυγραμμίσουν πλήρως.

Πίσω από το μονοπώλιο της νόμιμης βίας, που διαθέτει η εξουσία, υπάρχει το ακόμα πιο ισχυρό μονοπώλιο, αυτό του ορισμού «νόμιμο». Δύο από τις πλέον πολυφορεμένες λέξεις του τελευταίου καιρού είναι η «ανομία» και η «νομιμότητα». Η κυρίαρχη προπαγάνδα χτίστηκε πάνω στην «πάταξη της ανομίας», θέτοντας ως αντιπαραβολή την απόλυτη νομιμότητα, την απόλυτη πειθάρχηση, απευθυνόμενη σε όλους αυτούς που εν μέσω της θεσμικής νομιμοποίησης της εξαθλίωσης, με ολοένα και πιο απόλυτο τρόπο, επιζητούν «την τάξη και την ασφάλεια».

Η ρητορική αυτή αναμφίβολα βρίσκει πλέον πρόθυμα αυτιά, όχι μόνο στα πλέον συντηρητικά κομμάτια της κοινωνίας, αλλά σε ένα ευρύτερο ακροατήριο. Η επικοινωνιακή στρατηγική της έντασης, το δόγμα του σοκ σε πολιτικό επίπεδο που ακολουθήθηκε τα τελευταία χρόνια, με τα απανωτά «σκάνδαλα» να υπερπροβάλλονται και τη «διαφθορά του συστήματος» να αποτελεί τον κύριο άξονα αποπροσανατολισμού, δημιούργησε το υπόβαθρο πάνω στο οποίο επιχειρείται να εξισωθεί η καπιταλιστική παρεκτροπή απ’ τη νομιμότητα, που αποτελεί δομικό στοιχείο του συστήματος, με τη ριζοσπαστική και επαναστατική υπέρβαση του νόμου.

Σε αυτό το αντιληψιακό περιβάλλον αντιθέσεων που προωθεί η κυριαρχία, όπου από τη μια η «ανομία» δαιμονοποιείται ρητορικά κι από την άλλη η καπιταλιστική «εκτροπή» νομιμοποιείται θεσμικά, όπου το καθεστώς εκτραχύνεται δομικά ρέποντας προς τον ολοκληρωτισμό, ενώ ταυτόχρονα αυτή η διαδικασία προβάλλεται ως «κάθαρση», οι ριζοσπαστικές πρακτικές απονοηματοδοτούνται και εξοβελίζονται στο πεδίο του ποινικού εγκλήματος.

Δυστυχώς ένα κομμάτι του χώρου επιχειρεί να αντικρούσει την κυρίαρχη προπαγάνδα προσπαθώντας να αποδείξει πως δεν είναι άνομο, πως η ανομία μας αποτελεί σκευωρία. Η μόνη νομιμότητα όμως που υπάρχει είναι αυτή της κυριαρχίας, αυτή που πάνω της στηρίζεται το καθεστωτικό οικοδόμημα. Οι ανατρεπτικές πρακτικές, οι ανταγωνιστικές προς την κυριαρχία υποδομές και εν τέλει η ίδια η επαναστατική συνείδηση και στόχευση δεν μπορούν παρά να είναι εκτός νόμου, ενάντιά του και απέναντί του. Ο λόγος, οι πράξεις και οι δομές μας θα πρέπει να είναι πράξεις πολέμου, να συνιστούν ρήγμα στους νόμους, στην ηθική, στην ισορροπία εν γένει της κυριαρχίας. Να συνιστούν όχι απλώς «ανομία» αλλά αντι-νομία.

Η αστυνομική καταστολή σκοτώνει ένα επαναστατικό κίνημα μόνο όταν αυτό έχει αποτύχει ως προς τη βασικότερη ουσία του, την επίθεση ενάντια στην εξουσία.

Και όμως, οι ασκοί του Αιόλου άνοιξαν. Οι χλιαρές αντιδράσεις που περίμενε το κράτος μετά την εισβολή στη Villa Amalias (παρακινούμενο ίσως να το πιστεύει από τις προηγούμενες κατασταλτικές επιχειρήσεις εναντίον ανάλογων εγχειρημάτων), αποδείχτηκαν μια χίμαιρα. Συγκεντρώσεις αλληλεγγύης καλέστηκαν σε κάθε σημείο της χώρας, αλλά και στο εξωτερικό, έγιναν καταλήψεις δημόσιων κτηρίων και ραδιοφωνικών σταθμών, πρόσκαιρη ανακατάληψη της ίδιας της Villa Amalias, πορείες σε διάφορες πόλεις, με την κεντρική πορεία αλληλεγγύης να έχει πρωτοφανή συμμετοχή, ενώ άμεσες δράσεις μητροπολιτικού αντάρτικου συντάχτηκαν μαζί τους με επιθέσεις σε σύμβολα της κυριαρχίας, συνθέτοντας όλα μαζί στην πράξη την πολύμορφη αντεπίθεση της αναρχικής κοινότητας.

Ο πανικός που κατέλαβε το σύνολο του καθεστωτικού τόξου ήταν έκδηλος. Οι διακηρύξεις για «καταδίκη κάθε μορφής βίας» συναγωνίζονταν η μια την άλλη για το ποια θα είναι η πιο «απόλυτη» και η πιο «απερίφραστη», ενώ ταυτόχρονα η αριστερή πτέρυγα του καθεστώτος ανέλαβε με τις λοιδορίες της περί «παρακρατικών» και «περίεργων ενεργειών» να σπείρει διαχωρισμούς και σύγχυση, ξεγυμνώνοντας τον εαυτό της ως αυτό που πραγματικά είναι: διασφαλιστής της τάξης, εγγυητής της ομαλότητας, υπέρμαχος του μονοπωλίου της καθεστωτικής βίας.

Γιατί η αναρχία δεν μπορεί ποτέ να γίνει ευχάριστη ιδέα μέσα στον καθολικό κόσμο της υποταγής, παρά να βρίσκεται σε αδιάκοπη σύγκρουση μαζί του.

Μία ακόμη από τις στιγμές του πολέμου ανάμεσα στον κόσμο της εξουσίας και σε αυτούς που παλεύουν για την καταστροφή του ήταν και η διπλή ληστεία σε τράπεζα και ταχυδρομείο στο Βελβενδό Κοζάνης, μετά την οποία συνελήφθηκαν 4 σύντροφοι που συμμετείχαν σε αυτήν. Η αστυνομία και τα ΜΜΕ, σε άριστη συνεργασία, φάνηκαν και πάλι αντάξιοι του ρόλου που έχουν στη διατήρηση του καθεστώτος, φροντίζοντας να διασπείρουν εικόνες και μηνύματα που στοχεύουν στη διάχυση του φόβου και της ματαιότητας σε όσους ανθρώπους αγωνίζονται ενάντια στην εξουσία, αλλά και σε όσους μπορεί να θελήσουν να το κάνουν στο μέλλον. Οι φωτογραφίες των χτυπημένων συντρόφων συνοδεύτηκαν από σωρεία συκοφαντιών προς τους ίδιους αλλά και προς το σύνολο του αναρχικού αγώνα, με αναφορές σε ιεραρχικά μοντέλα οργάνωσης, διαχωρισμούς σε «ηγέτες» και «ακολουθητές», «παιδιά βορείων προαστίων που έπασχαν από πλήξη» και άλλες συναφείς γελοιότητες, πασχίζοντας μετά κόπου να αναδείξουν και να ενισχύσουν ιδεολογήματα που μιλούν για το αναπόφευκτο της εξουσίας, της ιεραρχίας και κατ’ επέκταση του κράτους και των θεσμών του, τη μη πολιτική υπόσταση των συντρόφων και των πράξεων τους και εν τέλει το μάταιο του αγώνα.

Ταυτόχρονα οι διάφοροι αριστεροί ή μη απολογητές του συστήματος ήρθαν να παίξουν για ακόμη μια φορά τον ύπουλο ρόλο τους ως βαλβίδα αποσυμπίεσης της δυσφορίας που προκαλεί ο καπιταλισμός στους υπηκόους του. Οι καταγγελίες του βασανισμού των συντρόφων δεν εξυπηρετούσαν σε τίποτε άλλο από το να προβάλουν την ουτοπική μορφή ενός κράτους «ορθού» με μια αστυνομία «πολιτισμένη», ενός καθεστώτος μη βίαιου και δίκαιου, σε αντιπαραβολή με το υπάρχον. Οι δηλώσεις αυτές, με τον κίβδηλο ανθρωπισμό τους αποσκοπούσαν στο να περάσουν το υπόρρητο μήνυμα πως η λύση στην καταπίεση που βιώνουμε είναι το φαντασιακό «κράτος δικαίου» που θα έρθει με τη χρήση των καθεστωτικών οδών όπως ο νόμος και η κάλπη. Εν τέλει δεν εξυπηρετούσαν σε τίποτα άλλο από το να επιχειρήσουν να αφομοιώσουν στην ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους που έχουν ή τείνουν να αναπτύξουν φυγοκεντρικές, ριζοσπαστικές, ανατρεπτικές αντιλήψεις.

Μένοντας συνειδητά μακριά από κάθε απόπειρα θυματοποίησης των 4 συντρόφων, ελπίζουμε τόσο η σύλληψή τους όσο και ο βασανισμός τους, όπως και κάθε σύλληψη ή βασανισμός επαναστατημένων ανθρώπων, να γεμίσει όλο και παραπάνω κόσμο με την οργή και το μίσος που γέμισε εμάς, και να γίνει η οργή πράξη πολέμου για την καταστροφή κάθε μορφής εξουσίας.

Πάνω στα ερείπια της καταστολής, η εξουσία φυτεύει το δέντρο της υποταγής, όπου μέσα του φυτρώνουν τα νέα κλαδιά της άρνησης… για να κουρνιάσουν πάνω τους τα πουλιά της ελευθερίας.

Είναι σαφές. Για την κυριαρχία δεν υπάρχει καμία οδός που θα της εξασφαλίσει έστω και την παραμικρή σταθερότητα, που να μην περνάει πάνω από την εκμηδένιση των στοιχείων αυτών που έχουν τη δυνατότητα και τη θέληση να κινηθούν εναντίον της.

Η αναρχική κοινότητα, παρά τις αντιφάσεις και τα προβλήματά της, αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα βασικά αυτά στοιχεία. Η ίδια η εκδήλωση του πολύμορφου αναρχικού αγώνα αποτελεί παράγοντα που μπορεί να διαλύσει τα κυρίαρχα ιδεολογήματα, το φόβο, το αίσθημα ματαιότητας, τους μηχανισμούς αφομοίωσης και ό,τι άλλο κρατάει τους ανθρώπους απαθείς απέναντι στην εκμετάλλευση και στην καταπίεση που υφίστανται. Παράγοντα που μπορεί να κρατήσει ζωντανή τη φλόγα της εξέγερσης ενάντια στον εξουσιαστικό πολιτισμό και να αναδείξει τη δυνατότητα απελευθέρωσης ανθρώπου και φύσης από κάθε μορφή εξουσίας ως υπαρκτή.

Δεν υπάρχει καμία περίοδος χάριτος, καμία αμυντική στάση δεν πρόκειται να μας προσφέρει κάποια ελπίδα στο να σταθούμε, πόσο μάλλον να νικήσουμε. Το σύστημα αδιαμφισβήτητα παραπαίει, όμως κρατιέται ακόμη όρθιο. Και για αυτό υπεύθυνοι είμαστε εμείς και κάθε εξεγερμένος άνθρωπος, που δεν του δίνουμε το τελειωτικό χτύπημα.

Επίθεση λοιπόν, με όλα τα μέσα, με όλους τους τρόπους, με όλη τη φαντασία. Να κάνουμε τη διαφορετικότητα από παράγοντα διαίρεσης όπλο, τα χτυπήματα του εχθρού δυναμική που θα στρέψουμε εναντίον του, τον πλούτο των αντιλήψεων το σκεύος μέσω του οποίου θα απαλλοτριώσουμε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης.

Στέλνουμε την αλληλεγγύη μας στους απανταχού καταληψίες, της Βίλλας, της Σκαραμαγκά, της ΔέΛΤΑ, της ΑΣΟΕΕ, του 98fm, σε όσους δέχτηκαν χτυπήματα του κράτους και δεν πτοήθηκαν, σε όλους και όλες που κρατούν τους κατειλημμένους χώρους ζωντανούς.

Στέλνουμε την αλληλεγγύη μας και μια υψωμένη γροθιά στους αναρχικούς συντρόφους, αιχμαλώτους πολέμου Νίκο Ρωμανό, Δημήτρη Πολίτη, Ανδρέα-Δημήτρη Μπουρζούκο, Γιάννη Μιχαηλίδη, που υπερασπίστηκαν την πράξη τους ως κομμάτι του πολύμορφου αναρχικού αγώνα, καθώς και στους Φοίβο Χαρίση και Αργύρη Ντάλιο, που καταζητούνται για την ίδια υπόθεση.

Στέλνουμε την αλληλεγγύη μας σε όσους αγωνίζονται, με όποιο μέσο κι αν το κάνουν, με όποιον τρόπο, ενάντια στο κράτος και στον καπιταλισμό, σε όλους τους ανιδιοτελείς χειρωνάκτες της καταστροφής του εξουσιαστικού πολιτισμού εντός και εκτός των τειχών.

ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΙΑ
ΟΥΤΕ ΒΗΜΑ ΠΙΣΩ

Μπάμπης Τσιλιανίδης
Σπύρος Στρατούλης
Ράμι Συριανός